Το στοίχημα να διατηρήσει την επιρροή της πέραν των ορίων της Κεντροδεξιάς με εξωστρέφεια, χωρίς δισταγμό μπροστά στα δύσκολα ή πολιτική έπαρση απέναντι σε μια αποδυναμωμένη αντιπολίτευση, δίνει η κυβέρνηση, μπαίνοντας στη δεύτερη τετραετία και τυπικά μετά τις προγραμματικές δηλώσεις. Και μόνο οι μέχρι στιγμής εντολές του Κυριάκου Μητσοτάκη προς τα στελέχη του («λίγα λόγια, πολλή δουλειά», «να γίνουμε αντιπολίτευση του εαυτού μας», «δεν υποσχόμαστε θαύματα, μόνο σκληρή δουλειά και να διορθώνουμε τα λάθη μας»), μαζί με την κινητικότητα του ίδιου (μπαράζ συσκέψεων στο Μαξίμου, επισκέψεις εργασίας στα υπουργεία που θα συνεχιστούν μετά την επιστροφή του από το Βίλνιους) μαρτυρούν δύο αγωνίες του Μαξίμου. Η πρώτη είναι μια… παράταση της πολιτικής ευφορίας στα κυβερνητικά στελέχη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυτάρεσκες συμπεριφορές. Η δεύτερη είναι η αδράνεια μέσα στο αλλαγμένο πολιτικό περιβάλλον, η οποία θα απειλούσε να ρίξει τον πήχη των προσδοκιών της κοινωνίας ήδη από το πρώτο καλοκαίρι της δεύτερης γαλάζιας θητείας. Οι προκλήσεις για τους κυβερνητικούς κρύβονται πίσω από την ίδια την πρωθυπουργική πεποίθηση ότι για να αλλάξει κανείς την Ελλάδα «χρειάζονται δύο τετραετίες» και ότι απαιτούνται «ευρύτερες κοινωνικές συμμαχίες». Είναι ο λόγος για τον οποίο προσωπικά ο Μητσοτάκης επιμένει να μιλάει για «μεγάλα άλματα» και να ρίχνει το βάρος της ρητορικής του στο μοίρασμα της αναπτυξιακής πίτας σε όλους.

Το «ΜΑΖΙ» Νο 2

Από το πρωθυπουργικό επιτελείο προσπαθούν να θέσουν συντεταγμένα τα κυβερνητικά στελέχη στην αφετηρία μιας τέτοιας τετραετίας «σαρωτικών αλλαγών». Δεν είναι μόνο η επανάληψη της «συνταγής» του 2019: μοιράστηκαν αμέσως οι υπουργικοί μπλε φάκελοι και έχει ενεργοποιηθεί ήδη το σύστημα συντονισμού – ελέγχου του κυβερνητικού έργου που συνοδεύεται από προκαθορισμένα χρονοδιαγράμματα. Είναι το βάρος που ο Μητσοτάκης δίνει στον στενότερο συντονισμό και έλεγχο, στο περισσότερο επιτελικό κράτος. Ηδη στο πληροφοριακό σύστημα «ΜΑΖΙ» Νο 2 έχουν απευθείας πρόσβαση ο Πρωθυπουργός καθώς και η νέα ισχυρή ομάδα του Μαξίμου (οι υπουργοί Επικρατείας Σταύρος Παπασταύρου, Ακης Σκέρτσος, Μάκης Βορίδης, ο υφυπουργός Θανάσης Κοντογεώργης, ο γραμματέας του Πρωθυπουργού Γιάννης Μπρατάκος), ενώ θα το τρέχει η Γενική Γραμματεία Συντονισμού της κυβέρνησης. Η αναβάθμιση του Κοντογεώργη οδηγεί πολύ σύντομα σε ανακατατάξεις, με γυναίκα να αναλαμβάνει εκτός απροόπτου τα ηνία της Γενικής Γραμματείας, η οποία είναι σε απευθείας γραμμή με την Ηρώδου Αττικού. Πιθανότατα μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα άλλωστε αναμένεται να καλυφθούν όλα τα κενά στις Γραμματείες και των υπουργείων, συμπληρώνοντας το παζλ του κυβερνητικού σχήματος.

«Λευκή επιταγή»

Το μήνυμα που το Μαξίμου θέλει να περάσει πειστικά προς τους πολίτες είναι ότι δεν εκλαμβάνει την πολιτική κυριαρχία της ΝΔ ως «λευκή επιταγή». Εξ ου και όπως φάνηκε από την έναρξη των προγραμματικών δηλώσεων, ο Μητσοτάκης προτίθεται να ανοίγει διαδοχικά ατζέντες «Δεξιάς» και «Κεντροαριστεράς», όσο κι αν ο ίδιος θέλει να κινείται πέραν των ξεπερασμένων – όπως θεωρεί – κομματικών ορίων. Προτιμά να μιλά για μέτωπο λογικής. «Επικρατήσαμε μέσα από την πολιτική της ικανότητας και της λογικής», έλεγε προ ημερών στο Bloomberg, «μετακινήσαμε το κόμμα προς το πολιτικό Κέντρο, επομένως, ναι, υπάρχει μέλλον πέρα από τον λαϊκισμό». Μαζί με την ατζέντα μιας φιλελεύθερης οικονομίας και μαζί με την προσήλωσή του στις επενδύσεις, σε ιδιωτικοποιήσεις, στις μειώσεις φόρων και στην ενίσχυση εισοδημάτων, προσπαθεί να φωτίζει το κοινωνικό πρόσημο της πολιτικής του, μιλώντας για επιδόματα όπου χρειάζεται, να ανοίγει έστω και ως προοπτική χωρίς συγκεκριμένες εξαγγελίες τη ΛΟΑΤΚΙ ατζέντα, να επενδύει στην «ισχυρή Ελλάδα» (εξοπλιστικά, ελληνοτουρκικά). Στόχος του είναι άλλωστε όχι μόνο να κρατά συσπειρωμένη την παράταξή του αλλά να συνεχίσει τη συνομιλία με ευρύτερα ακροατήρια.

Το κενό ηγεσίας και η δεξιά πολυκατοικία

Το κενό ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και η οκτακομματική σύνθεση της Βουλής με τρία κόμματα να επιφυλάσσουν πιέσεις εκ δεξιών – ακροδεξιών στην κυβέρνηση έχουν οδηγήσει το Μαξίμου σε ακόμα εντονότερες εντολές προς τους κυβερνητικούς για φυγή προς τα μπροστά, χωρίς έπαρση και – με τα λόγια του Μητσοτάκη – «με αντιπολίτευση στον εαυτό μας». Η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι δεν θα κριθεί μόνο από την ικανότητά της να εμφανίζεται με χειροπιαστό έργο προς τους πολίτες ως η μόνη στιβαρή πολιτική πρόταση, αλλά επιπλέον και από τη διάθεσή της να αναζητεί συναινέσεις, χωρίς να στηρίζεται αποκλειστικά στη δική της κοινοβουλευτική δύναμη. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η κυβέρνηση θα αφήσει στην άκρη σε πρώτη φάση τις αντιπαραθέσεις μεταξύ των κομμάτων, ρίχνοντας αποκλειστικά το βάρος στα άμεσα προβλήματα της κοινωνίας, στα πρώτα νομοθετήματα (για την οικονομία, το κράτος, την υγεία) ως σινιάλο συνέπειας λόγου και πράξεων και εκ νέου στην κινητοποίηση των γαλάζιων μηχανισμών ανά την επικράτεια για δύο λόγους: αφενός για την προετοιμασία της παράταξης ενόψει των αυτοδιοικητικών εκλογών του Οκτωβρίου, αφετέρου για την υπεράσπιση της κυβερνητικής πολιτικής από τους κατά τόπους νεοδημοκρατικούς πυρήνες.