Οι υπερβολικές δόσεις ναρκωτικών και η αύξηση της κατάχρησης ναρκωτικών είναι ραγδαία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2022, πάνω από 100.000 άνθρωποι πέθαναν από υπερβολική δόση ναρκωτικών.

Η στροφή προς τα ναρκωτικά είναι απόδειξη μιας ισχυρής συλλογικής αντικοινωνικής παρόρμησης. Αλλά υποβοηθητική σε αυτή τη στροφή υπήρξε η λεγόμενη προοδευτική στάση απέναντι στην απελευθέρωση των ναρκωτικών.

Η χρήση ναρκωτικών, όπως μας συμβουλεύει ένας «υπεύθυνος» καθηγητής που κάνει χρήση ηρωίνης, είναι «απελευθερωτική». Αυτό μπορεί να σοκάρει όποιον έχει περπατήσει στο τμήμα Κένσινγκτον της Φιλαδέλφειας. Εκεί, χιλιάδες εξουθενωμένοι τοξικομανείς ζουν σε αθλιότητα και αποχαύνωση. Η αμφιθυμία απέναντι στη δυσχερή κατάστασή τους αποτελεί παράδειγμα της αντικοινωνικής στάσης: στο όνομα της προσωπικής ελευθερίας πρέπει να ανεχόμαστε, ακόμη και να γιορτάζουμε, την κοινωνική αυτοκτονία.

Τραγελαφικός ατομικισμός

Πολλοί στην Αριστερά πιστεύουν τώρα ότι η νομιμοποίηση των ναρκωτικών και ο αποστιγματισμός είναι οι βέλτιστες πολιτικές. Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, θα πρέπει να προσπαθήσουμε να μειώσουμε τις αρνητικές στάσεις για τα ναρκωτικά, αλλά να αφήσουμε τους εξαρτημένους να αποφασίσουν κατά βούληση. Η θεραπεία του εθισμού είναι δαπανηρή, καθώς κοστίζει πάνω από 27.000 δολάρια ανά εξαρτημένο ετησίως για τις υπηρεσίες ενδονοσοκομειακής περίθαλψης.

Συγκριτικά, οι εποπτευόμενοι χώροι ασφαλών ενέσεων είναι σχετικά φθηνοί. Αλλά αυτό δίνει προτεραιότητα σε μια αμφιθυμία απέναντι στον εθισμό. Αναπαράγει έναν τραγελαφικό ατομικισμό, όπου η απεριόριστη καταναλωτική ελευθερία περιλαμβάνει το δικαίωμα στον κοινωνικό και ακόμη και στον σωματικό θάνατο.

Η επίλυση της κρίσης των ναρκωτικών θα είναι ένα ακριβό πρόβλημα. Αλλά η επίλυσή του απαιτεί πρώτα μια δέσμευση για την εξάλειψη του εθισμού και την αναγνώριση της κατάχρησης ναρκωτικών ως κοινωνικής αποτυχίας. Χωρίς μια τέτοια δέσμευση, οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες θα αποτύχουν.

Υποβάθμιση της βίας

Τα τελευταία τρία χρόνια η βία λόγω οπλοκατοχής εξαπλώθηκε, ενώ από το 2019 έως το 2020 οι ανθρωποκτονίες στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 30% – η μεγαλύτερη αύξηση που έχει καταγραφεί ποτέ.

Για ορισμένους στην Αριστερά, ωστόσο, δεν υπήρχε κανένας λόγος να αντιμετωπιστεί η κρίση της βίας, αφού αρνείται το κύμα εγκληματικότητας. Το 2021 ο Larry Krasner, ο προοδευτικός εισαγγελέας της Φιλαδέλφειας, δήλωσε κατηγορηματικά: «Δεν έχουμε κρίση ανομίας, δεν έχουμε κρίση εγκληματικότητας, δεν έχουμε κρίση βίας». Η απότομη αύξηση των δολοφονιών δεν θεωρήθηκε ως κραυγή βοήθειας από έναν πληθυσμό που καταστράφηκε από την αποβιομηχάνιση – έναν πληθυσμό παγιδευμένο χωρίς μέλλον. Αντιθέτως, οι κοινωνικοί τουρίστες της προοδευτικής Αριστεράς – ένα σύνολο κυρίως της μεσαίας τάξης που ζούσε δίπλα στην τερατώδη φτώχεια – αρνήθηκαν το κύμα εγκληματικότητας που χτυπούσε την πόρτα τους και αντ’ αυτού απαίτησαν τη μη χρηματοδότηση της αστυνομίας.

Το να υποβαθμίζουμε το βίαιο έγκλημα, να επιμένουμε στην ασήμαντη σημασία του, σημαίνει ότι αρνούμαστε το πρόβλημα της φτώχειας και το βάθος της κοινωνικής παρακμής στην κοινωνία μας.

Το να λέμε στους φτωχούς που ζουν υπό τον φόβο, εν μέσω του καθημερινά αυξανόμενου αριθμού θανάτων φίλων και συγγενών, ότι η ελάχιστη προστασία που τους παρέχει η δημόσια χρηματοδοτούμενη αστυνομία θα πρέπει να καταργηθεί, όπως ακριβώς έγινε με τα σχολεία και τα νοσοκομεία τους, είναι διαστροφικό.

Ο μόνος τρόπος για να διορθωθεί πραγματικά η κοινωνική διάλυση στις πόλεις μας είναι η επιδίωξη της κατάργησης της φτώχειας και όχι της αστυνομίας.

Η εποχή μας είναι μια εποχή κοινωνικής δυστυχίας. Η αντιμετώπιση της βαθιάς κοινωνικής αλλοτρίωσης που έχει ως αποτέλεσμα, σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας, θα απαιτήσει ένα εξίσου βαθύ επίπεδο επενδύσεων από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.

Τελικά, απαιτεί την αναβίωση του Κοινωνικού Ερωτήματος: αν η κοινωνία μας είναι αρκετά καλή ώστε να κάνει τόσο πολλούς μυθικά πλούσιους, τότε δεν θα έπρεπε να είναι αρκετά πλούσια ώστε να διευκολύνει την κοινωνική ζωή;