Με την παράσταση «Καζανόβα / Δον Ζουάν – Ερωτική περιπλάνηση» επιστρέφει ο Στάθης Λιβαθινός φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου.

Δέκα χρόνια μετά την εμβληματική «Ιλιάδα», από τις κορυφαίες στιγμές του θεσμού, ο σκηνοθέτης θα αναμετρηθεί με δύο κλασικά λογοτεχνικά κείμενα που εμφανίζονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε έμμετρο ομοιοκατάληκτο στίχο. Πρόκειται για τον «Δον Ζουάν» του Λόρδου Μπάιρον και το «Τέλος του Καζανόβα» της Μαρίνα Τσβετάγεβα. Οι φωνές των δύο μεγάλων ποιητών συναντούν η μία την άλλη, φωτίζοντας την ερωτική περιπλάνηση και τον διαρκή απολογισμό για τον χρόνο που περνάει και χάνεται.

Τα κείμενα αυτά είναι οι δύο άκρες της ίδιας ιστορίας. Oντας κλασικά κείμενα και γραμμένα σε στίχο, στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μια πραγματεία γύρω από τη ζωή και την ανάγκη της συμφιλίωσης με τον χρόνο και την απουσία του έρωτα. Ο μεν Δον Ζουάν είναι η αρχή της ζωής και έχει να κάνει με τα πρώτα ναυάγια της ζωής, ο δε Καζανόβα περιέχει την ανάγκη της συμφιλίωσης με το παρελθόν, καθότι έχει ζήσει την πλουσιότερη ζωή που θα μπορούσε να ζήσει άνθρωπος σε εμπειρίες πάνω στη Γη. Αρα στην πραγματικότητα είναι δύο απείρως συγκινητικά κείμενα, στα οποία πάλλεται και μια πολύ έντονη φλέβα αλήθειας και ρυθμού την οποία εμείς προσπαθήσαμε να μετατρέψουμε σε θεατρικότητα» αναφέρει στο «ΝΣυν» ο Στάθης Λιβαθινός που υπογράφει επίσης τη δραματουργική επεξεργασία της παράστασης.

Ο ίδιος επιλέγει να εμφανίσει τους δύο ήρωες όχι ως ακαταμάχητους και μοιραίους καρδιοκατακτητές αλλά ως δύο μορφές στον κύκλο της ζωής. «Και στις δύο εκδοχές αυτών των κειμένων δεν υπάρχει τίποτα ούτε από τον ηδονιστή Δον Ζουάν ούτε από τον κυνηγό Καζανόβα. Διότι ο Μπάιρον χρησιμοποιεί εντελώς αντισυμβατικά τον ηδονιστή χωρίς να έχει κάποια σχέση με τον Δον Ζουάν του Μολιέρου. Ο δε Καζανόβα έχει ένα βεβαρυμένο από εμπειρίες παρελθόν μιας υπέροχης, πλούσιας σε εμπειρίες ζωής κι έρχεται η ώρα να παραδώσει τη σκυτάλη σε έναν νέο άνθρωπο. Γιατί στις δικές μου παραστάσεις έχει μεγάλη σημασία όχι μόνο το πώς αρχίζει κάτι αλλά και το πώς τελειώνει. Αυτό είναι κάτι που θέλω να μείνει ως σταγόνα πάνω στην ψυχή του θεατή φεύγοντας, και ειδικά του νεότερου θεατή» υπογραμμίζει ο σκηνοθέτης και θυμάται έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς στίχους του έργου που προέρχεται από τον Μπάιρον: «Οπως… η θάλασσα που τώρα την κοιτάω για να μετράω τι χάλασα».

Η Μαρίνα Τσβετάγεβα

Για τις ανάγκες της παράστασης, ο Στάθης Λιβαθινός συμπράττει με τη δραματολόγο και μεταφράστρια Ελσα Ανδριανού, η οποία έκανε τη μετάφραση του κειμένου της Τσβετάγεβα, και τον ποιητή και μεταφραστή Γιώργο Κοροπούλη, για το έργο του Μπάιρον. «Ο Στάθης Λιβαθινός μού εμπιστεύθηκε ένα πολύ προκλητικό κείμενο και τον ευχαριστώ για αυτό. Τόσο το θέμα και η ιδιαίτερη ποιητική του – ομοιοκατάληκτος στίχος, λυρικό βάθος και μοντερνικό «θράσος» – όσο και το γεγονός ότι η μετάφραση προοριζόταν για τη σκηνή – άρα όφειλε να καταστεί δυναμική στην πράξη και στην προφορικότητά της -, μου έθεσαν ισχυρό πλαίσιο και πολύ γοητευτικά εμπόδια. Να διευκρινίσω ότι μετέφρασα από τα γαλλικά με βάση δύο πολύ ενδιαφέρουσες – αν και άλλης ποιητικής κατεύθυνσης – μεταφράσεις, ενώ μέσω του Στάθη είχα επίσης τη δυνατότητα αποσαφηνίσεων και απόηχων του πρωτοτύπου» λέει από την πλευρά της η Ελσα Ανδριανού.

«Εξαρχής προβληματίστηκα κατά πόσον έπρεπε να διατηρήσω την ομοιοκαταληξία, καθώς αφενός μεν είναι οργανικό στοιχείο του πρωτοτύπου, αφετέρου δε στη νεοελληνική – ιδίως θεατρική – προσληπτικότητα παραπέμπει ευχερέστερα στο κωμικό ή στο ειρωνικό στοιχείο. Παρά το γεγονός ότι το κείμενο έχει τρομερό χιούμορ, ο πυρήνας του συνομιλεί σαφώς με την τραγωδία. Θέλησα να διασώσω και τα δύο, προσπαθώντας να αποφύγω την άχαρη «συγκόλληση», κα επιχείρησα έναν – κατά το σολωμικόν – «μιχτό», αλλά – ελπίζω – «νόμιμο» τρόπο. Ετσι, αναλόγως της δραματουργικής εξέλιξης, χρησιμοποίησα εναλλαγή ομοιοκατάληκτης φόρμας και ελεύθερου στίχου. Επίσης, εκτός των θεμάτων θεατρικού ύφους και πρόσληψης ήθελα, προτάσσοντας τη δραματουργία που αναδεικνύεται από το έργο, να αναδείξω και μορφικά το ανάγλυφο μιας συνάντησης, η οποία είναι ταυτοχρόνως σκυταλοδρομία προσώπων και εποχών» συμπληρώνει η μεταφράστρια.

Μυστική συνομιλία

Τα δύο κείμενα, αν και γράφτηκαν σε διαφορετικές εποχές, με έναν αιώνα διαφορά, ακούγονται ακόμη και σήμερα ζωντανά και σύγχρονα. Προϊόντα αμφότερα ταραγμένων εποχών και με την αίσθηση πως κάτι τελειώνει να εγγράφεται στον πυρήνα τους, στο πλαίσιο του σκηνικού έργου, φέρνουν κοντά τον Δον Ζουάν με τον Καζανόβα για να μιλήσουν για τον έρωτα, τον χρόνο, την εξορία και την περιπλάνηση. «Από τον «Δον Ζουάν» του Μπάιρον, χρησιμοποιείται το υλικό από τα δύο πρώτα cantos, όπου αναδύεται η αυγή μιας ανθρώπινης περιπέτειας στον έρωτα και στον χρόνο, ενώ «Το τέλος του Καζανόβα», που αποτελεί το τελευταίο μέρος του «Φοίνικα» της Τσβετάγεβα, απηχεί το τέλος της περιπέτειας. Φαντάζομαι πως, κάπου ανάμεσα στα δύο, υπάρχει ένας «κενός χώρος», η διαδρομή ενός εκάστου – ανθρώπου ή λογοτεχνικού προσωπείου -, το ταξίδι της συνειδητής ζωής που πάντα γρήγορα περνά. Αυτό το άρρητο «μεταξύ» ίσως αποτελεί το κλειδί της μυστικής συνομιλίας του Καζανόβα με τον Δον Ζουάν. Παράλληλα, ο Καζανόβα στο σκηνικό ποίημα της Τσβετάγεβα είναι εμφανώς μια ποιητικο-θεατρική μάσκα της ίδιας, πράγμα που επίσης έχει επισημανθεί πολλάκις για τον Μπάιρον και τον Δον Ζουάν του, άρα οι ήρωες συνομιλούν επίσης διά των ποιητών τους» τονίζει η Ελσα Ανδριανού.