Την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 94 ετών, άφησε ο Σπύρος Βλαχόπουλος, ο τελευταίος αδερφός της Ρένας Βλαχοπούλου.

Κρατώντας στην αγκαλιά του μια οικογενειακή φωτογραφία, «έφυγε» την Μεγάλη Πέμπτη, έχοντας αντιμετωπίσει αρκετά προβλήματα υγείας.

Την είδηση του θανάτου του έκανε γνωστή η κόρη του, Ρένα. «Ο μπαμπάς μου «έφυγε» τη Μεγάλη Πέμπτη μέσα στο γηροκομείο, όπου τον είχαμε τους τελευταίους μήνες. Είχε πλήρη διαύγεια, μας έλεγε ιστορίες και με την θεία μου, την Ρένα. «Έφυγε» ευτυχισμένος αν και είχε αρκετά προβλήματα υγείας», είπε χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, η ανιψιά της ηθοποιού τόνισε ότι ο μπαμπάς της θυμόταν τα πάντα μέχρι την τελευταία στιγμή και δήλωσε περήφανη που τη βάφτισε η θεία της, Ρένα, και φέρει το όνομά της.

«Εκείνη μας βοήθησε να…»

Σε παλαιότερη συνέντευξή του ο  Σπύρος Βλαχόπουλος είχε σημειώσει μεταξύ άλλων πως «για εμάς η Ρένα υπήρξε και μάνα και πατέρας μαζί. Εκείνη μας βοήθησε να ορθοποδήσουμε και να σπουδάσουμε. Καθένας μπορεί να κάνει ότι θέλει στη ζωή του. Η αδελφή μου δεν επιθυμούσε να αποκτήσει παιδιά. Είχε περιπέτειες στο να αποκτήσει παιδί».

Περιγράφοντας τη συγκλονιστική στιγμή που έπεσε βόμβα στο σπίτι τους στην Κέρκυρα, ανέφερε: «Στον πόλεμο περάσαμε μεγάλα δράματα. Έπεσε βόμβα στο σπίτι μας και έτσι σκοτώθηκαν οι γονείς μας. Το σπίτι διαλύθηκε μέχρι και το υπόγειο. Εγώ με τον αδελφό μου τον Μίμη βρισκόμασταν κάτω από ένα κρεβάτι. Θυμάμαι πυκνούς καπνούς μαζί με σκόνη από τα συντρίμμια να έχουν σκεπάσει τα πάντα. Κρατούσα τον αδελφό μου, που ήταν κουλουριασμένος ανάμεσα στα πόδια μου σαν φίδι. Μετά από περίπου δύο ώρες που έπεσε η βόμβα αρχίσαμε να ψάχνουμε να βρούμε τι είχε συμβεί. Ήταν παντού σκοτάδι. Και εμείς τραυματισμένα ψάχναμε τους γονείς μας που είχαν ήδη σκοτωθεί.

Κάποια στιγμή είδαμε λίγο φως και, όπως σερνόμουν εγώ πρώτος, εκείνος με κρατούσε από το πόδι, για να τον βγάλω έξω από όλη αυτή τη λαίλαπα. Τον πήρα αγκαλιά και μέσα στα συντρίμμια των δρόμων που είχε αφήσει η βόμβα ψάχναμε να βρούμε έναν δικό μας, ένα στήριγμα. Τα υπόλοιπα παιδιά της οικογένειας, τα τρία κορίτσια (Ρένα, Μαρίνα, Άννα), βρίσκονταν στην Αθήνα, ο μεγάλος μας αδελφός ήταν ναύτης. Και πηγαίναμε από ορφανοτροφείο σε ορφανοτροφείο μέχρι να δούμε πώς θα ζήσουμε».