«Οι πολίτες μου, ο λαός μου ήταν πάντα υπομονετικοί. Είμαι σίγουρος ότι το έθνος μου θα δείξει και πάλι υπομονή. Το κράτος είναι παρόν σε όλες τις πόλεις» είπε χθες ο Ταγίπ Ερντογάν που επισκέφθηκε το Καχραμάνμαρας – μια πόλη που βρίσκεται κοντά στο επίκεντρο των σεισμών της Δευτέρας και υπέστη τεράστιες καταστροφές. «Σήμερα είμαστε καλύτερα. Θα είμαστε ακόμη καλύτερα αύριο και στη συνέχεια» πρόσθεσε ο ίδιος, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι υπάρχουν «κάποια προβλήματα με τα καύσιμα».

Η πραγματικότητα, ωστόσο, δείχνει να απέχει πολύ από τους ισχυρισμούς του προέδρου της Τουρκίας, ο οποίος εμφανίστηκε ως «σουλτάνος» που συμπονά το ποίμνιό του. Κάτι που αποδεικνύεται τόσο από τα ρεπορτάζ τα οποία βλέπουν το φως της δημοσιότητας όσο και από την οργή που πυκνώνει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Δικαίως, άλλωστε, καθώς σε πολλές περιοχές ή ακόμη και πόλεις, όπως είναι η Αντάκεια, η κρατική βοήθεια είτε είναι ελάχιστη είτε δεν έχει φτάσει καν…

Σε κατάσταση σοκ

Οπως είναι φυσικό, λοιπόν, παρά το γεγονός ότι τα σωστικά συνεργεία και οι χιλιάδες εθελοντές εξακολουθούν να δίνουν άνιση μάχη με τα ερείπια, τον χρόνο και τον καιρό για να εντοπίσουν επιζώντες, ενώ οι Τούρκοι και Κούρδοι της περιοχής εξακολουθούν να βρίσκονται σε κατάσταση σοκ, η προσοχή έχει αρχίσει να στρέφεται και στις πολιτικές συνέπειες της τραγωδίας. Μαζί και στον ίδιο τον Ερντογάν και τις επιλογές που θα κάνει ενόψει των διπλών εκλογών της 14ης Μαΐου, καθώς ολοένα περισσότεροι συμφωνούν με αυτό που τόνισε στη «Washington Post» ο Σονέρ Τσακαπτάι, συνεργάτης του Institute for Near East Policy της Ουάσιγκτον: «Οι επόμενες 48 ώρες θα είναι καθοριστικές για το μέλλον του Ερντογάν».

«Κάθε πιθανή εκτίμηση ότι η κυβέρνηση αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει την καταστροφή ως όφειλε ή ότι δεν είχε επιβάλει τους αναγκαίους οικοδομικούς κανονισμούς σε μια χώρα εκτεθειμένη στους σεισμούς θα μπορούσε να πλήξει τις πιθανότητες του Ερντογάν στην επικείμενη εκλογική αναμέτρηση» υπογραμμίζει και η σχετική ανάλυση του Reuters. Σημειώνοντας, παράλληλα, ότι αυτή η μάχη ήταν ούτως ή άλλως, ακόμη και πριν τον σεισμό, η πιο δύσκολη και αμφίρροπη στην 20ετή περίοδο της κυριαρχίας του Ερντογάν και του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης.

Η εμπειρία του 1999

Από την πλευρά του, ο Χάουαρντ Αϊζενστατ, συνεργάτης του Middle East Institute, συγκρίνει την πρόκληση με την οποία βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπος ο Ερντογάν με την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στην Τουρκία το 1999, μετά τον μεγάλο σεισμό που είχε πλήξει τότε τη χώρα, προκαλώντας πάνω από 17.500 νεκρούς. Σύμφωνα με την ανάλυσή του, ήταν η προκλητικά ελλιπής αντίδραση της τότε κυβέρνησης των κεμαλιστών και του Μπουλέντ Ετσεβίτ που επιτάχυνε τις πολιτικές εξελίξεις και άνοιξε τον δρόμο στην έλευση του ΑΚΡ. «Σε τελική ανάλυση, πέτυχαν τις πρώτες εκλογικές τους νίκες επειδή έταζαν όχι ισλαμισμό και την πολεμική στάση στη διεθνή σκηνή, αλλά χρηστή διακυβέρνηση και διαφάνεια. Επειδή υπόσχονταν αποτελεσματικότητα και όχι επανάσταση» εκτιμά ο ίδιος.

Τίποτα δεδομένο

Για την ώρα, βεβαίως, τίποτα δεν έχει κριθεί και τίποτα δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο. Ούτε η διεξαγωγή των εκλογών στις 14 Μαΐου ούτε η ομαλότητα στην οικονομία, όπως φάνηκε και από τη χθεσινή αναστολή της συνεδρίασης του χρηματιστηρίου, για πρώτη φορά μετά το 1999. Το σίγουρο είναι πως η κυβέρνηση δείχνει ήδη νευρικότητα και προσπαθεί να «πνίξει» εν τη γενέσει του το κύμα της κοινωνικής διαμαρτυρίας και οργής, αξιοποιώντας και τους σχετικούς νόμους που έχει ψηφίσει. Ο ίδιος δε ο Ερντογάν έχει ήδη απειλήσει, εμμέσως πλην σαφώς, όσους τολμούν να τον αμφισβητήσουν, διαμηνύοντάς τους ότι θα πληρώσουν πολύ σύντομα.

Αυτό δείχνουν και οι συλλήψεις (και δύο δημοσιογράφων) με την κατηγορία της διασποράς ψευδών ειδήσεων και πανικού, όπως και οι πληροφορίες για μπλοκάρισμα του Twitter και άλλων κοινωνικών Μέσων στην Τουρκία. Ενέργειες που έγιναν με την ελπίδα το σενάριο που θα επικρατήσει τελικώς να είναι αυτό της συσπείρωσης των λαών γύρω από τους ηγέτες τους σε περιόδους μεγάλων κρίσεων.