Με βάση τα στοιχεία που διέθετε μέχρι τις 5 Μαΐου η εταιρεία Kastle Systems, η οποία δραστηριοποιείται στον κλάδο των συστημάτων ασφαλείας στις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων, διαπίστωνε ότι η πληρότητα στα γραφεία της Νέας Υόρκης έφτανε μόλις στο 16,3%. Πρόκειται για ένα ποσοστό που είναι υψηλότερο μόλις κατά 0,1% έναντι της τελευταίας εβδομάδας του Απριλίου και κατά ελάχιστες μονάδες σε σύγκριση με τον Νοέμβριο του 2020 – ενώ, σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ των «Financial Times», η εικόνα όχι απλώς επιβεβαιώνεται από τους επικεφαλής κορυφαίων ομίλων, αλλά οι ίδιοι εκτιμούν πως δεν θα αλλάξει σύντομα.

Ετσι, σε πρόσφατη επιστολή του προς το προσωπικό της Google, ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Σούνταρ Πιτσάι, προέβλεψε πως η πλειονότητα του δυναμικού της – οι έξι στους δέκα, όπως αναφέρει – θα καταλήξει να εργάζεται στα γραφεία μόνο μερικές ημέρες της εβδομάδας, έναντι ενός 20% που θα διατηρήσει την τηλεργασία σε μόνιμη βάση και άλλων τόσων που θα έχουν μόνιμη παρουσία στα γραφεία, όπως πριν από την πανδημία και τα περιοριστικά μέτρα. Αλλά και ο CEO της IBM, Αρβιντ Κρίσνα, δήλωσε στο Yahoo Finance ότι αναμένει το 80% του προσωπικού να επιλέξει ένα υβριδικό μοντέλο εργασίας, καθώς και ότι θα χρειαστεί ένας χρόνος ή και ακόμη περισσότερο προκειμένου να ομαλοποιηθεί η κατάσταση και να αποτυπωθεί η νέα εικόνα στις συνθήκες εργασίας.

Η αλήθεια δε είναι ότι η εικόνα που παρουσιάζει το ρεπορτάζ των «FT» – υπό τον εύγλωττο τίτλο «το αφεντικό επέστρεψε, όμως οι εργαζόμενοι μένουν στο σπίτι τους» – είναι κάπως διαφορετική από αυτή που έδειχναν να πιστεύουν πολλοί. Με άλλα λόγια, τουλάχιστον όσον αφορά τη Νέα Υόρκη και τις ΗΠΑ, οι εργαζόμενοι δεν αγωνιούν για να επιστρέψουν στον χώρο δουλειάς τους όσο το δυνατόν ταχύτερα, αγωνιώντας για τη θέση τους, το ωράριό τους και τα δικαιώματά τους και έχοντας κουραστεί από τη «σύμφυση» της προσωπικής τους ζωής με τον εργάσιμο χρόνο. Αντιθέτως, έχουν… βολευτεί παραμένοντας σπίτι, εκτιμώντας πως τους εξυπηρετεί καλύτερα και τους βοηθά να συνδυάζουν όλα τους τα καθήκοντα, ειδικά εφόσον πρόκειται για εργαζόμενους γονείς.

Φαίνεται δε πως, αν και αρκετές επιχειρήσεις εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο την τηλεργασία και σκέφτονται να την καθιερώσουν για μεγάλο μέρος του δυναμικού τους – με ό,τι αυτό συνεπάγεται – υπάρχουν και εκείνες που δεν δείχνουν διατεθειμένες να ανεχθούν την… ανταρσία. Ανάμεσά τους είναι και η JP Morgan Chase η οποία έδωσε εντολή σε όλο το προσωπικό, πλην λίγων και αιτιολογημένων περιπτώσεων, να έχει επιστρέψει στην έδρα του το αργότερο ως τον Ιούλιο – για να ακολουθήσουν η Goldman Sachs, η Blackstone και άλλες. «Οι επικεφαλής των τμημάτων ανθρώπινου δυναμικού (HR) και οι διευθύνοντες σύμβουλοι σε πολλές εταιρείες διεξάγουν ακριβώς αυτή τη συζήτηση τη συγκεκριμένη περίοδο», εκτιμά ο Ντέιβιντ Ρούμπενσταϊν, της Rubenstein Partners, με παρουσία στο real estate.

Αυτό, βεβαίως, δεν έχει να κάνει μόνο ή απλώς με την πρόθεση των διευθυντικών στελεχών να ελέγχουν διαρκώς τους εργαζόμενους και την παραγωγικότητά τους – γι’ αυτό, άλλωστε, έχουν βρεθεί μέθοδοι που λειτουργούν και σε καθεστώς τηλεργασίας. Η πίεση ασκείται και από τις εταιρείες διαχείρισης ακινήτων και τους κατασκευαστές τους, καθώς βλέπουν ότι κινδυνεύουν να βρεθούν στα αζήτητα τεράστιοι χώροι – ολόκληροι ουρανοξύστες, μιας και αναφερόμαστε στη Νέα Υόρκη – που κατασκευάστηκαν ακριβώς για να στεγάσουν το προσωπικό μεγάλων επιχειρήσεων.

Υπάρχει, όμως, και η άλλη πλευρά: Οι εταιρείες διστάζουν να υποχρεώσουν τον κόσμο να επιστρέψει στα γραφεία, φοβούμενες ότι οι πιο πολύτιμοι και ταλαντούχοι εργαζόμενοι θα επιλέξουν ανταγωνιστές τους που προσφέρουν μεγαλύτερη ευελιξία. Λεπτές ισορροπίες, σε μια νέα εποχή.