Συνδυάζεται η λογική μιας προοδευτικής πρώην δικαστικού με τη θρησκευτική παράδοση ενός ιερωμένου; Από την πρώτη στιγμή, όλα έδειχναν πως η σχέση ανάμεσα στην Κατερίνα Σακελλαροπούλου και στην ηγεσία της Εκκλησίας θα χτιζόταν με μικρά βήματα – οι βάσεις, άλλωστε, μιας αμοιβαίας επιφυλακτικότητας θα μπορούσε να πει κανείς πως είχαν μπει πολλά χρόνια πριν, το μακρινό 2000, όταν η Σακελλαροπούλου είχε ταχθεί υπέρ της αλλαγής των ταυτοτήτων και της μη αναγραφής του θρησκεύματος.

Η θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας και η στάση που προάγει σε μια σειρά από ζητήματα εκφράζεται μέσα από συμβολισμούς. Οταν, τον περασμένο Δεκαπενταύγουστο και εν μέσω πανδημίας, η Πρόεδρος φίλησε την εικόνα της Παναγίας στην ορεινή Αγιάσο, πολλοί ξένισαν με την χειρονομία που δεν ταίριαζε με το προφίλ της Σακελλαροπούλου. Αυτό, όμως, αποδείχθηκε πολύ μικρό μπροστά στην ενόχληση της πιο συντηρητικής δεξιάς πτέρυγας και μέρους της Εκκλησίας κατά την πρωτοχρονιάτικη δοξολογία, όταν η Σακελλαροπούλου δεν φίλησε τον σταυρό που κρατούσε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος. Η ενόχληση, λένε οι κακές γλώσσες, εκπορευόταν και από κύκλους του προκατόχου της Σακελλαροπούλου, και αποτελούσε ένα μόνο από τα μικρά περιστατικά που επικαλούνταν οι επικριτές της – ήταν η συνέχεια της σχεδόν γραφικής ιστορίας με τα καριοφίλια που διακοσμούσαν το γραφείο στο Προεδρικό Μέγαρο και αντικαταστάθηκαν.

Διάθεση συναίνεσης

Ο Αγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, θύμισε ο Ιερώνυμος στη Σακελλαροπούλου κατά τη χθεσινή τους συνάντηση, ήταν ο πρώτος που πίστεψε το κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου. Εκ θέσεως, οι δυο τους έπρεπε να βρουν έναν τρόπο να συνυπάρχουν – και αυτός ο τρόπος, ένα ανεπίσημο δείπνο αργότερα, επισφραγίστηκε με την επίσημη (πλέον) επίσκεψη της Προέδρου στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών. «Η έμπρακτη αλληλεγγύη του μακαριωτάτου προς τους δοκιμαζόμενους συμπολίτες μας και η ευαισθησία του απέναντι στα προβλήματα της πατρίδας επιβεβαιώνουν τον ρόλο της Εκκλησίας ως φορέα νοήματος και εμπιστοσύνης», ανέφερε εκείνη, επιμένοντας στα σημεία συμφωνίας. Παράλληλα, μίλησε για την «ουσιαστική συμβολή» της Εκκλησίας στην παρότρυνση των πολιτών να εμβολιαστούν, αποφεύγοντας επιμελώς τα μπρος-πίσω που προέκυψαν για το άνοιγμα των ναών στα Θεοφάνια. Ο Ιερώνυμος την ευχαρίστησε για την επίσκεψη, που απέδειξε «τον σεβασμό και την τιμή αυτής προς την Ορθόδοξη Εκκλησία» και υπογράμμισε «τις αγαθές σχέσεις που υπάρχουν ανέκαθεν μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας». Με άλλα λόγια, η Σακελλαροπούλου επέδειξε τη διάθεση συναίνεσης που τη διακατέχει από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι της στο Προεδρικό, αποκαθιστώντας τυχόν παρεξηγήσεις που θα δυσκόλευαν τις επαφές της με την Αρχιεπισκοπή.

Μια σχέση σε νέες βάσεις

Ολα δείχνουν πως η Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει επιλέξει μια διακριτική σχέση με την Εκκλησία, η οποία πλέον τοποθετείται σε νέες βάσεις και (κυρίως) δεν παίρνει ως δεδομένη την εθιμοτυπία που υπήρχε μέχρι σήμερα. Σε άλλα σημεία της δημόσιας παρουσίας της, η Σακελλαροπούλου επέλεξε να μη σπάσει την παράδοση, αλλά να βάλει τη δική της πινελιά στις παρεμβάσεις που είθισται να γίνονται από πολιτικούς της θέσης της – ενδεικτική ήταν η υποδοχή της Σοφίας Μπεκατώρου και η δήλωσή της για τις αποκαλύψεις περί κακοποίησης. Αυτό κάνει και στην περίπτωση της Εκκλησίας, επιλέγοντας τον συμβολισμό της ενότητας. Τη διευκολύνει, άλλωστε, η συγκυρία: καθόλου τυχαία, τόσο εκείνη όσο και ο Ιερώνυμος ανέτρεξαν στις δηλώσεις τους στη συμβολή της Εκκλησίας στην Επανάσταση του 1821, την επέτειο της οποίας γιορτάζουμε φέτος, και τους επικείμενους εορτασμούς.