«Εξυπνα» μέτρα, ώστε εάν προκύψουν εκτιμήσεις δημοσιονομικού κενού το 2020 από τους θεσμούς να αποκρουστούν προκαταβολικά, διασφαλίζοντας την πλήρη εφαρμογή του πακέτου Μητσοτάκη και τη διασφάλιση του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, επιστρατεύει το υπουργείο Οικονομικών.

Η διεύρυνση των ηλεκτρονικών συναλλαγών βρίσκεται σε πρώτο πλάνο, αλλά το υπουργείο Οικονομικών κρατά κλειστά τα χαρτιά του. Αρμόδιες πηγές πάντως αποδυνάμωναν χθες τα σενάρια αύξησης των ηλεκτρονικών δαπανών για το χτίσιμο του αφορολογήτου και δήλωναν άγνοια αναφορικά με τις πληροφορίες που φέρουν τους θεσμούς να ζητούν – παγίως – μείωση του ορίου χρήσης μετρητών από τα σημερινά 500 ευρώ. Σε όλους τους τόνους, πάντως, πηγές του υπουργείου Οικονομικών διαβεβαιώνουν πως δεν συζητούμε για «κλασικά» μέτρα των μνημονιακών ετών, όπως αυξήσεις φόρων ή περικοπές δαπανών, ξεκαθαρίζοντας πως κανένας εκ των θεσμών δεν έχει θέσει στο τραπέζι των συζητήσεων ζήτημα αφορολογήτου ή συντάξεων.

Τα νούμερα του 2020 συζητήθηκαν για περίπου πέντε ώρες σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων και σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Οικονομικών «οι διαφορές δεν είναι μεγάλες».

«Το πακέτο Μητσοτάκη θα περιληφθεί οπωσδήποτε στον προϋπολογισμό του 2020» τόνισε χθες υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών, φέρνοντας ως παράδειγμα περαιτέρω αύξησης των φορολογικών εσόδων τη διεύρυνση των ηλεκτρονικών συναλλαγών.

Για το 2019 η συζήτηση θεωρείται ότι είναι σχεδόν κλεισμένη, με όλες τις πλευρές να συμφωνούν πως ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα είναι εξασφαλισμένος. «Χρειάζεται βέβαια προσοχή έως το τέλος του έτους» συμπληρώνει πηγή του υπουργείου Οικονομικών.

Για το 2020 η συζήτηση εξελίσσεται σε τρία επίπεδα. Στο σενάριο βάσης σταθμίζονται τα σημερινά δεδομένα και «αστάθμητοι» μέχρι σήμερα παράγοντες. Ερωτηματικό είναι, για παράδειγμα, ποια θα είναι η τελική συμβολή των 120 δόσεων στον προϋπολογισμό και εάν θα διατηρηθεί η καλή πορεία των εσόδων από ΦΠΑ.

Σε δεύτερο επίπεδο, ποσοτικοποιείται το πακέτο Μητσοτάκη. Κατά τους υπολογισμούς της κυβέρνησης, το πακέτο μέτρων της ΔΕΘ κοστολογείται σε 1 δισ. ευρώ, με το υπουργείο Οικονομικών να υποστηρίζει, για παράδειγμα, ότι η μείωση των φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις θα έχει μικρότερο κόστος λόγω ευνοϊκών δευτερογενών επιπτώσεων στην ανάπτυξη. Το τρίτο επίπεδο αφορά τα λεγόμενα συμπληρωματικά μέτρα αύξησης των εσόδων.

Κεντρικά σημεία στις συζητήσεις, οι οποίες ολοκληρώνονται σήμερα, αποτελούν παράλληλα τα εννέα διαφορετικά σχήματα διευθέτησης οφειλών που υπάρχουν σήμερα με δεδομένη την «αλλεργία» των θεσμών στις ρυθμίσεις, διορθωτικές κινήσεις στο πτωχευτικό δίκαιο, η κάλυψη κρατικών εγγυήσεων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, τα αναπηρικά επιδόματα και η εξαγγελθείσα μείωση των εισφορών για μόνιμους εργαζομένους το δεύτερο εξάμηνο του 2020, αλλά και το διαχρονικό πρόβλημα του clawback όπως και της μείωσης των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου.

Ανοιξε παράθυρο για QE

Το ειδικό βάρος που απορρέει από την ιδιότητά του ως προέδρου της ΕΚΤ αλλά και η ίδια η προσωπικότητα του Μάριο Ντράγκι δίνουν στις δηλώσεις του χαρακτήρα ψήφου εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Δεν ανοίγουν όμως τον δρόμο για ταχύτερη ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πριν η Ελλάδα αποκτήσει επενδυτική βαθμίδα από τους οίκους αξιολόγησης. Και αυτό απέχει, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, από ενάμισι έως δύο χρόνια στο βασικό σενάριο.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ, λίγες ημέρες πριν επισκεφθεί την Αθήνα, την 1η Οκτωβρίου, δήλωσε απαντώντας σε ερώτηση του ευρωβουλευτή της ΝΔ Γιώργου Κύρτσου «αρκετά πεπεισμένος» ότι «εάν συνεχιστεί η σημαντική πρόοδος στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων, θα υπάρχουν οι συνθήκες στις οποίες θα μπορεί να συμμετάσχει η Ελλάδα στο QE, αλλά πρόοδος πρέπει να γίνει». Με βάση τους ισχύοντες κανόνες, προκειμένου η ΕΚΤ να συμπεριλάβει τα ελληνικά ομόλογα στο νέο πρόγραμμα αγοράς κρατικών τίτλων, αυτά θα πρέπει να κατέχουν επενδυτική βαθμίδα από τουλάχιστον έναν οίκο αξιολόγησης και το δημόσιο χρέος της να θεωρείται βιώσιμο.