Την πρώτη του συνέντευξη σε γερμανικό μέσο ενημέρωσης μετά τη νίκη του στις εκλογές του Ιουλίου παραχώρησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην Frankfurter Allgemeine Zeitung ενόψει της συνάντησής του με την Ανγκελα Μέρκελ σήμερα Πέμπτη στο Βερολίνο.

Μιλά για τα λάθη του προκατόχου του, τις προσδοκίες του από την καγκελάριο αλλά και την αξιοπιστία της Ελλάδας στο εξωτερικό. Μερικά σημεία της συνέντευξης:

Το «τραυματικό κεφάλαιο» ΣΥΡΙΖΑ

Στην ερώτηση αν η ελληνική κρίση έχει παρέλθει, ο Κυριάκος Μητσοτάκης απαντά: «Οι τελευταίες εκλογές αποτέλεσαν ένα σημαντικό βήμα για να τεθεί οριστικά τέλος σε αυτό που εδώ και καιρό ήταν γνωστό ως ελληνική κρίση. Για πρώτη φορά μέσα σε δέκα χρόνια έχουμε μια κυβέρνηση με απόλυτη πλειοψηφία στη βουλή και επιπλέον μια κυβέρνηση που είναι ξεκάθαρα μεταρρυθμιστική. Με ένα κυβερνών κόμμα που κατάφερε να νικήσει τους λαϊκιστές στις εκλογές χωρίς να τους μιμείται και χωρίς υπερβολικές υποσχέσεις».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης χαρακτηρίζει την προηγούμενη κυβέρνηση «τραυματικό κεφάλαιο στην ιστορία μας» και αναφέρει ότι εκτός από το οικονομικό κόστος των πρώτων μηνών της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ANEΛ επλήγη και η αξιοπιστία της Ελλάδας.

Ο ίδιος περιγράφει σε άλλο σημείο την παρούσα κατάσταση της χώρας με «συγκρατημένη αισιοδοξία» και σημειώνει ότι υπάρχει ανακούφιση για το τέλος της εποχής ΣΥΡΙΖΑ. «Βλέπω με ικανοποίηση αλλά και έκπληξη το ότι η νέα κυβέρνηση είχε μια καλή αρχή και ότι αποδείχθηκε ικανή».

Η προσέλκυση επενδύσεων

Σήμερα αναμένεται στην καγκελαρία ο νέος έλληνας πρωθυπουργός

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην εκτενή συνέντευξη στη FAZ ρίχνει ιδιαίτερο βάρος στην προσέλκυση επενδύσεων. «Οι επενδύσεις δεν θα έρθουν εν μια νυκτί» αναφέρει.

Και προσθέτει: «Επιπλέον, βρισκόμαστε στην αρχή μιας οικονομικής ύφεσης στην Ευρώπη (…) H Eλλάδα θα πρέπει τώρα να αναπτυχθεί παρά τις αντιξοότητες της διεθνούς οικονομίας. Εντούτοις, θα επωφεληθούμε από τα εμφανώς πλέον χαμηλότερα επιτόκια – επιτέλους και για την Ελλάδα. Και μπορούμε να επικεντρωθούμε γρήγορα στην υλοποίηση συμβολικά σημαντικών επενδυτικών πρότζεκτ, όπως π.χ. η ιδιωτικοποίηση και ανάπλαση του πρώην αεροδρομίου στο Ελληνικό».

Ο πρωθυπουργός υπογραμμίζει επίσης: «Χρειαζόμαστε ξένες επενδύσεις και μάλιστα πολλές. Θα πρέπει να προέλθουν από πολλές κατευθύνσεις, και από τη Γερμανία. Γι αυτό έρχομαι στο Βερολίνο. Δεν πρόκειται για μια επίσκεψη όπου θα συζητηθούν λεπτομέρειες του προγράμματος εποπτείας των πιστωτών για τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας.

»Μιλάμε για αυτά τα θέματα με τους θεσμούς των πιστωτών. Στο Βερολίνο έρχομαι με το αναπτυξιακό σχέδιο για την Ελλάδα. Επιπρόσθετα, θέλω να παρουσιάσω τη θέση της Ελλάδας σε Γερμανούς επιχειρηματίες και να τους παρακινήσω να δουν τη χώρα μας υπό μια νέα οπτική (…) Για μένα αυτή η επίσκεψη αποτελεί ένα πρώτο βήμα για ένα νέο κεφάλαιο».

Το πρωτογενές πλεόνασμα

Σε ερώτηση αναφορικά με το αν θα θέσει στην καγκελάριο ζήτημα μείωσης του στόχου του 3,5% για το πρωτογενές πλεόνασμα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης απαντά: «Δεν θέλω να απασχολήσω την καγκελάριο με τέτοια θέματα. Διότι γνωρίζω την απάντηση: για αυτά αποφασίζουν οι αρμόδιοι θεσμοί. Δεν μου αρέσει έτσι κι αλλιώς η εικόνα ελλήνων πρωθυπουργών που έρχονται στο Βερολίνο με μακρά λίστα αιτημάτων.

»Αλλωστε, αυτό δεν λειτουργεί. Προτιμώ να μιλήσω για τις ελληνογερμανικές οικονομικές επαφές, για τη μετανάστευση και τις σχέσεις με την Τουρκία. Γνωρίζω καλά την καγκελάριο και πιστεύω ότι και αυτή είναι πολύ ευχαριστημένη με το ότι στην Ελλάδα υπάρχει μια φιλομεταρρυθμιστική κυβέρνηση από τους κόλπους του ΕΛΚ, που έχει επιπρόσθετα την απόλυτη πλειοψηφία στη βουλή».

Αναφορικά με τις σχέσεις της σημερινής Νέας Δημοκρατίας με το παρελθόν του κόμματος, που για πολλούς φέρει ευθύνες για το ότι η Ελλάδα οδηγήθηκε στην κρίση, ο Κυριάκος Μητσοτάκης απαντά μεταξύ άλλων:

«Σε εμένα και στην ομάδα μου μας αρέσει να σπάμε τις προκαταλήψεις. Είναι αλήθεια ότι η ΝΔ είναι ένα παραδοσιακό κόμμα αλλά έχει αλλάξει πολύ. Διαφορετικά θα ήταν αδύνατο να κερδίσει με 40% στις εκλογές έναντι του 22% που είχε αποσπάσει το 2015. Κάναμε κάτι σωστά, επειδή πολλοί μας εμπιστεύθηκαν για πρώτη φορά. Τώρα πλέον είναι δική μου ευθύνη να μην τους απογοητεύσω».

Πηγή: Deutche Welle