Είναι καπετάνιος ενός ερευνητικού και σωστικού σκάφους και εκτιμάται ότι έχει σώσει από βέβαιο πνιγμό στα νερά της Μεσογείου 6.000 ανθρώπους. Η βράβευση θα ήταν το λιγότερο που θα περίμενε κάποιος για την Πια Κλεμπ. Αντίθετα όμως η 35χρονη Γερμανίδα αντιμετωπίζει 20ετή κάθειρξη γι’ αυτόν ακριβώς τον ρόλο της και κατηγορεί την ΕΕ ότι εγκαταλείπει ανθρώπους να πεθάνουν στη θάλασσα και τις ιταλικές αρχές ότι «ποινικοποιούν την αλληλεγγύη».

Η Κλεμπ ήταν η κυβερνήτης του πλοίου Iuventa 10 μιας μκο και τώρα κατηγορείται, μαζί με άλλους εννέα, ότι βοηθούν και υποκινούν την παράνομη μετανάστευση εξαιτίας του ρόλου τους στη διάσωση ανθρώπων που αντιμετώπιζαν κίνδυνο έχοντας εγκαταλείψει τις ακτές της Λιβύης για να κατευθυνθούν στην Ευρώπη.

Οι ιταλικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι οι διασώστες συνεργάστηκαν με διακινητές ανθρώπων. Το Iuventa κατασχέσθηκε πριν από δύο χρόνια και ακόμα δεν έχουν απαγγελθεί επισήμως κατηγορίες.

Η Κλεμπ, με καταγωγή από τη Βόνη, δήλωσε έτοιμη, μαζί με τους συναδέλφους της, να ξεκινήσουν μια μακρά δικαστική μάχη έχοντας πρόσφατα πληροφορηθεί ότι οι εισαγγελείς δεν προτίθενται να αποσύρουν τις κατηγορίες και ότι είναι πιθανόν να τους παραπέμψουν σε δίκη.

Οι δικηγόροι του Iuventa 10 προειδοποίησαν ότι οι κατηγορίες που εξετάζονται επισύρουν ποινή κάθειρξης έως και 20 χρόνια ή πρόστιμο ύψους 15.000 ευρώ για κάθε πρόσωπο που μεταφέρεται παράνομα στην Ιταλία.

Τον περασμένο χρόνο ο Ματέο Σαλβίνι, ο ακροδεξιός υπουργός Εσωτερικών, ζήτησε τη σύλληψη της Κλεμπ για τον ρόλο της στη διάσωση μεταναστών και προσφύγων μεσοπέλαγα και τη μεταφορά τους στη Λαμπεντούζα παρακάμπτοντας το κλείσιμο των λιμανιών που είχε επιβάλει η ιταλική κυβέρνηση.

Μιλώντας στην Guardian η Κλεμπ είπε ότι οι διασώστες στοχοποιούνται στο πλαίσιο μιας ευρύτερης απόπειρας «στιγματισμού των προσφύγων». Παράλληλα έχει ξεκινήσει μια εκστρατεία για τη συγκέντρωση των δικαστικών εξόδων των κατηγορούμενων που πιθανόν να φθάσουν τα 500.000 ευρώ, ενώ οι υποστηρικτές της Κλεμπ έχουν συγκεντρώσει πάνω από 8.000 υπογραφές ζητώντας από την Ιταλία να αποσύρει τις κατηγορίες. Από την πλευρά της η Κλεμπ ορκίζεται να φθάσει μέχρι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε περίπτωση που καταδικαστεί για συμβολή στην παράνομη μετανάστευση.

«Σε καμία περίπτωση δεν θα πάω στη φυλακή επειδή έσωσα απελπισμένους ανθρώπους. Είναι το πιο γελοίο πράγμα από κάθε άποψη. Και δεν πρόκειιται ποτέ να δεχτώ τίποτα άλλο πέραν της αθώωσης», λέει η Κλεμπ.

Τόσο η ίδια όσο και οι υποστηρικτές της τονίζουν ότι οι διασώσεις μεταναστών που πνίγονται δεν είναι σε καμία περίπτωση παράνομες. Μάλιστα, όπως λένε, οι διασώσεις συμβαδίζουν με την πολιτική που ακολουθούν τα Ηνωμένα Έθνη σχετικά με τις θαλάσσιες διασώσεις, αλλά και με τις βασικές υποχρεώσεις του καπετάνιου ενός σκάφους.

«Ακολουθήσαμε απλώς το διεθνές δίκαιο, ειδικά το δίκαιο της θάλασσας, όπου η ύψιστη προτεραιότητα είναι η διάσωση ανθρώπων που κινδυνεύουν», δήλωσε η Κλεμπ στην ελβετική εφημερίδα Basler Zeitung.

«‘Τί λες σε αυτή τη γυναίκα που το νεκρό παιδί της είναι στον καταψύκτη για την βραβευμένη με Νόμπελ Ειρήνης ΕΕ;».

Το Iuventa, ένα πρώην αλιευτικό σκάφος, θεωρείται ότι έχει διασώσει συνολικά 14.000 ανθρώπους στη διάρκεια των επιχειρήσεών του. Τα πληρώματά του συνεργάζονταν στενά με το ιταλικό συντονιστικό κέντρο θαλάσσιων διασώσεων. Εντόπιζαν τα πλοιάρια των διακινητών και μετέφεραν από αυτά τους μετανάστες σε ευρωπαϊκά πολεμικά πλοία ή σε πλοία της ιταλικής ακτοφυλακής.

Η Κλεμπ ήταν η καπετάνιος του πλοίου σε δύο αποστολές του το καλοκαίρι του 2017, όταν μέσα σε μόνο μια ημέρα διασώθηκαν από πλοιάρια διακινητών έως και 3.800 άνθρωποι.

Η ιταλική κυβέρνηση διαμαρτυρήθηκε για τον μεγάλο αριθμό των διασωθέντων που μεταφέρονταν σε ιταλικά λιμάνια και για την έλλειψη υποστήριξης από τα υπόλοιπα 27 μέλη της ΕΕ. Μια συμφωνία συνήφθη με την ακτοφυλακή της Λιβύης και με μια ένωση πολιτοφυλακών βάσει της οποίας η ΕΕ θα χρηματοδοτούσε τις επιχειρήσεις για τον εντοπισμό και τη διάσωση ανθρώπων στη Μεσόγειο και την επιστροφή τους στη Λιβύη.

Εν μέσω πολιτικών αλλαγών τον Αύγουστο 2017 το Iuventa κατασχέθηκε στο λιμάνι της Λαμπεντούζα, το ίδιο και οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και τα κινητά τηλέφωνα που βρέθηκαν πάνω σε αυτό. Αργότερα έγινε γνωστό ότι είχαν τοποθετηθεί «κοριοί» στο πλήρωμα και ότι πληροφοριοδότες είχαν ενταχθεί στα πληρώματα άλλων σωστικών σκαφών.

Σε επίσημα έγγραφα που συνδέονται με την κατάσχεση διατυπώθηκε ότι οι διασώστες είχαν συνεργαστεί με τους διακινητές ώστε να επιστραφούν πίσω στη Λιβύη τα σκάφη τους μετά τις επιχειρήσεις διάσωσης, ένας ισχυρισμός που διαψεύδεται κατηγορηματικά.

Η Κλεμπ συνέχισε να εμπλέκεται σε επιχειρήσεις διάσωσης με ένα δεύτερο σκάφος μέχρι τον περασμένο Ιούνιο, όταν πληροφορήθηκε από δικηγόρους ότι κινδυνεύει να προφυλακιστεί, αν εντοπιστεί σε ιταλικά χωρικά ύδατα.

Λέει ότι η εμπειρία της στη Μεσόγειο την έκανε αποφασισμένη να γνωστοποιήσει στον κόσμο το μαρτύριο εκείνων που εγκαταλείπουν τη Λιβύη και τις ευθύνες της ΕΕ και της ιταλικής κυβέρνησης.

«Σε μια διάσωση προσπαθούσαμε να επαναφέρουμε στη ζωή ένα αγοράκι δύο ετών. Δεν τα καταφέραμε. Η λιβυκή ακτοφυλακή είχε εντοπίσει τους πρόσφυγες και έκανε τα πάντα για να τους εξαναγκάσει να επιστρέψουν στη Λιβύη. Κατέστρεψε τα πλοιάριά τους και πολλοί άνθρωποι έπεσαν στη θάλασσα. Τα ιταλικά και τα γαλλικά πολεμικά σκάφη δεν βοήθησαν στη διάσωση. Περίπου 40 άνθρωποι μεταφέρθηκαν πίσω στη Λιβύη, 40 πνίγηκαν και στο πλοίο μας παρέμειναν 60 άνθρωποι, ανάμεσά τους και αυτό το αγοράκι που χρειάστηκε να το βάλουμε νεκρό πια στον καταψύκτη του πλοίου για πολλές ημέρες. Η Ευρώπη δεν μας παραχώρησε ένα ασφαλές λιμάνι και έτσι αναγκαστήκαμε να τριγυρίζουμε σε διεθνή χωρικά ύδατα για πολλές ημέρες με το αγοράκι στον καταψύκτη και την μητέρα του στο πλοίο και αναρωτιόμαστε, στ’ αλήθεια, τί λες σε αυτή τη γυναίκα, που το νεκρό παιδί της είναι στον καταψύκτη, για την βραβευμένη με Νόμπελ Ειρήνης ΕΕ;».

Η Πία Κλεμπ σπούδασε Βιολογία στο πανεπιστήμιο της Βόνης και, σύμφωνα με το προφίλ της στο Linkedin, μιλάει τρεις γλώσσες: γερμανικά, αγγλικά και ινδονησιακά (μπαχάσα). Έχει εργαστεί ως εκπαιδεύτρια δυτών σε κοραλλιογενείς υφάλους ανά τον κόσμο και συμμετείχε σε επιχειρήσεις για την προστασία της θάλασσας σε χώρες όπως η Ταϊλάνδη, η Ινδονησία και η Γερμανία. Μέχρι που ερωτεύτηκε τον ωκεανό και αποφάσισε να ασχοληθεί με την προστασία και συντήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Εντάχθηκε στην μκο Sea Shepherd, έναν διεθνή οργανισμό για τη συντήρηση και την προστασία της θαλάσσιας άγριας ζωής, επειδή ήθελε να προστατεύσει τους ωκεανούς από αυτό που η ίδια χαρακτηρίζει ανθρώπινη απληστία και καταστροφικότητα. Είναι επίσης, από το 2015, η εκτελεστική διευθύντρια μιας οργάνωσης κατά της παράνομης αλιείας, της Aquascope.

Δεν είναι συνηθισμένο για μια γυναίκα να είναι καπετάνιος. Σύμφωνα με την Sea Shepherd, μόνο το 1% των πλοίων στον κόσμο έχουν γυναίκα καπετάνιο. Η Κλεμπ επισημαίνει ότι τα περισσότερα μέλη του πληρώματος των πλοίων της Sea Shepherd δεν έχουν εκπαιδευτεί ως ναυτικοί μέχρι που εντάσσονται στην οργάνωση. Είναι εθελοντές –γιατροί και άλλοι επαγγελματίες– που αξιοποιούν την άδειά τους για να προαγάγουν τον σκοπό τους. Στα καθήκοντα της Κλεμπ είναι και η εκπαίδευση του πληρώματός της.

Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, The Guardian, HuffPost.com, Heavy.com