Για την εμπειρία του στις φυλακές Κορυδαλλού μίλησε σε συνέντευξη του ο Λάκης Γαβαλάς, ο οποίος υποστήριξε ότι τον είχαν πλησιάσει για να του προτείνουν αν ήθελε να εξοντώσουν κάποιον για λογαριασμό του.

Σε συνέντευξη του στον ΣΚΑΙ, ο κ. Γαβαλάς, ο οποίος είχε καταδικαστεί για οικονομικά εγκλήματα, αναφέρθηκε στην κατάσταση που επικρατεί στα κελιά με αφορμή τις εξελίξεις για τα κυκλώματα για τα συμβόλαια θανάτου στη φυλακή.  «Το έχω βιώσει και δίνω κουράγιο στους φυλακισμένους. Είτε είναι στο Μεταγωγών στον Κορυδαλλό είτε στα κελιά του Κορυδαλλού. Έχω βιώσει και τις δύο αυτές φυλακές. Η φυλακή είναι μία κοινωνία όπως είναι και η κοινωνία έξω. Υπάρχουν οι τσαμπουκάδες, υπάρχουν και οι άγγελοι. Που διαβάζουν βιβλία, που δουλεύουν και θέλουν να σωφρονιστούν. Οι Πυρήνες της Φωτιάς μου είχαν κάνει δώρο όταν ήμουν μέσα», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Όπως δήλωσε ο κ. Γαβαλάς «όπως οι κρατούμενοι, έτσι υπάρχουν και οι φύλακες που θέλουν να σε σωφρονίσουν, υπάρχουν και οι κακοί. Οφείλουν αυτοί που τους βάζουν να τους σωφρονίσουν. Ήταν δύσκολο αυτό που πέρασα. Μπαίνεις σε μία πτέρυγα, που είναι υψηλού κινδύνου. Στη δική μας την πτέρυγα, είχαμε ανθρώπους με μακιγιάζ τρομερό… Τους έβλεπα να έρχονται με… μάτια, πρησμένα, σαν να γύριζαν από τα μπουζούκια. Έτσι τους έβλεπα εγώ… Όπως έξω διαχειρίζονται πράγματα, έτσι γίνεται και μέσα. Αυτό ξεκινάει από ψηλά. Διακινούν οι μέσα προς τα έξω και οι έξω προς τα μέσα». Περί απειλών στους σωφρονιστικούς υπαλλήλους είπε: «Ναι, υπάρχουν, όταν είναι κάποιος εκεί μέσα και βράζει μέσα σου, θα τσακωθεί, θα μιλήσει… Είχε έρθει ο Ρουπακιώτης να μας δει και του είπα ότι είναι χάλια η κατάσταση. Δεν γίνεται να βάζεις 4-5 άτομα στα κελιά, θα τσακωθούν αναπόφευκτα».   Για τα συμβόλαια θανάτου: «Όταν μπήκα, μου είπε ένας «μεγάλος». Θες να εξοντώσουμε κάποιον; Όχι του είπα. Σας το λέω κι ανατριχιάζω. Από την επομένη, όλοι μου μιλούσαν και μου έλεγαν κύριε Γαβαλά. Κανένας δεν με πείραξε ποτέ. Είχα τον απόλυτο σεβασμό».

Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε: «Χρήμα δεν κυκλοφορεί, αλλά υπάρχουν οι κάρτες τηλεφώνου. Δεν τη βρήκα και πολύ μαφιόζικη την κατάσταση. Άκουγα όμως ότι σε πτέρυγες που ήταν ασφυκτικά γεμάτες, γίνονταν πολλά. Πλακώνονταν, βάζανε φωτιές…». Συνεχίζοντας είπε: «Υπήρχαν πέντε κινητά, που διακινούσαν κάποιοι και μετά σε κατέδιδαν. Περίμενα στην ουρά να τηλεφωνήσω, με τις μύγες παρέα. Το έζησα αντρικά κι ωραία το θέμα μου. Αν κάποιος σου κάνει διευκόλυνση, την επόμενη φορά θα σε γδύσει. Ο κάθε κρατούμενος όσο κι αν υποφέρει θα πρέπει να εκτίσει όσο μπορεί καλύτερα να ξεχάσει το έξω και να μπει σε φάση φυλακής».