Η Τερέζα Μέι ετοιμάζεται να καταδικάσει με δριμύτητα  τις εκκλήσεις, που πολλαπλασιάζονται στο Ηνωμένο Βασίλειο, για την διεξαγωγή δεύτερου δημοψηφίσματος για το Brexit, ως πιθανή λύση στο πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η βρετανική κυβέρνηση και προέρχεται από την απόρριψη της συμφωνίας διαζυγίου στην οποία κατέληξαν οι διαπραγματεύσεις Λονδίνου-Βρυξελλών.

«Ας μην διαρρήξουμε την εμπιστοσύνη του βρετανικού λαού οργανώνοντας ένα νέο δημοψήφισμα» για το Brexit, πρόκειται να πει η βρετανίδα πρωθυπουργός σήμερα το απόγευμα απευθυνόμενη στα μέλη της Βουλής των Κοινοτήτων.

Μία νέα ψηφοφορία «θα προκαλούσε ανεπανόρθωτη ζημία στην ακεραιότητα της πολιτικής μας ζωής…αυτό το δεύτερο δημοψήφισμα δεν θα συνιστούσε πρόοδο και θα δίχαζε ακόμη περισσότερο την χώρα μας στην στιγμή που εργαζόμαστε για να την επανενώσουμε», αναφέρεται σε αποσπάσματα της παρέμβασής της.

Το Ηνωμένο Βασίλειο τάχθηκε με 52% υπέρ της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ενωση κατά το δημοψήφισμα του Ιουνίου 2016.

Η 29η Μαρτίου 2019 είναι η επίσημη ημερομηνία της βρετανικής εξόδου, αλλά η συμφωνία του διαζυγίου που συνομολογήθηκε τον Νοέμβριο στις Βρυξέλλες δεν έχει πείσει τους βουλευτές ολόκληρου του πολιτικού φάσματος, είτε πρόκειται για υποστηρικτές του Brexit είτε για υποστηρικτές της παραμονής στο ευρωπαϊκό κλαμπ.

Αντιμέτωπη με το φάσμα μίας συντριπτικής ήττας, η Τερέζα Μέι ανέλαβε για τον Ιανουάριο την ψηφοφορία του κοινοβουλίου επί της συμφωνίας, η οποία αρχικά επρόκειτο να διεξαχθεί στις 11 Δεκεμβρίου. Το ρίσκο της απόρριψης του κειμένου παραμένει πάντως εξαιρετικά υψηλό: η συντηρητική πρωθυπουργός δεν κατόρθωσε να εξασφαλίσει κατά την ευρωπαϊκή σύνοδο κορυφής της περασμένης εβδομάδας τα στοιχεία που θα μπορούσαν να γείρουν την πλάστιγγα , ενώ βγήκε αποδυναμωμένη από την ψηφοφορία επί της πρότασης μομφής εναντίον της που κατατέθηκε από ομάδα βουλευτών των Τόρις.

Απέναντι στο αδιέξοδο, όλο και πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν την διεξαγωγή δεύτερου δημοψηφίσματος, τόσο στην αντιπολίτευση όσο και στην συμπολίτευση. Σύμφωνα με τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης, πολλά μέλη της κυβέρνηση, ανάμεσά του και ο αντιπρόεδρος Ντέιβιντ Λίντινγκτον, προωθούν τη ιδέα στους διαδρόμους.

«Προδοσία»

Η Τερέζα Μέι έχει μέχρι στιγμής κατηγορηματικά απορρίψει το ενδεχόμενο που κατά την γνώμη της θα πρόδιδε την βούληση του βρετανικού λαού, υπερασπιζόμενη ως εναλλακτικές λύσεις ένα Brexit χωρίς συμφωνία, εν δυνάμει καταστροφικό για την βρετανική οικονομία, ή καθόλου Brexit.

Κατά την διάρκεια του σαββατοκύριακου, επετέθη με δριμύτητα κατά της επιλογής του δεύτερου δημοψηφίσματος, ερχόμενη σε σύγκρουση με τον πρώην πρωθυπουργό Τόνι Μπλερ κατηγορώντας τον ότι προσπαθεί να ματαιώσει το Brexit.

«Δεν θα ξεχάσω ποτέ την υποχρέωσή μου να εφαρμόσω το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος», είπε η Μέι.

Ο Τόνι Μπλερ, στην εξουσία από το 1997 έως το 2007, θεωρεί από την πλευρά του ανεύθυνο να προσπαθεί κανείς να πείσει δια της βίας τους βουλευτές να αποδεχθούν μία συμφωνία την οποία θεωρούν κακή απειλώντας τους με έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς συμφωνία.

Μπροστά στο φάσμα μίας απόρριψης της συμφωνίας , ορισμένοι υπουργοί της κυβέρνησης Μέι υποστηρίζουν έναν τρίτο δρόμο: να δοθεί στο κοινοβούλιο η δυνατότητα να ψηφίσει επί διαφορετικών εναλλακτικών του Brexit, από την διατήρηση μία πολύ στενής σχέσης με την ΕΕ μέχρι την έξοδο χωρίς συμφωνία.

Ο τελευταίος που υποστήριξε αυτήν την θέση είναι ο υπουργός Επιχειρήσεων Γκρεγκ Κλαρκ, ο οποίος δήλωσε σήμερα στο BBC ότι το κοινοβούλιο πρέπει να πάρει τον λόγο για να τερματισθεί η αβεβαιότητα, εάν απορριφθεί η συμφωνία της Τερέζα Μέι.

Η υπουργός Εργασίας Αμπερ Ραντ δήλωσε το Σάββατο ότι οι συντηρητικοί πρέπει να έλθουν σε επαφή με την αντιπολίτευση στο κοινοβούλιο για να αναζητηθεί «συναίνεση».