Το νέο πλαίσιο εποπτείας της ελληνικής οικονομίας έως το 2022 έχει όλα τα μνημονιακά χαρακτηριστικά: αξιολόγηση από το γνωστό κουαρτέτο κάθε τρίμηνο, εκθέσεις συμμόρφωσης και εκταμίευση δόσης 600 εκατ. ευρώ ή ακύρωσή της κάθε εξάμηνο αν η Ελλάδα δεν τηρεί τα συμφωνηθέντα. Το πλαίσιο όμως δεν ονομάζεται Μνημόνιο, οι δεσμεύσεις δεν είναι νέες αλλά οι παλιές, οι δόσεις δεν είναι δανεικά από τον ESM αλλά τα υπό αίρεση μέτρα για το χρέος… Μια νέα σελίδα για την Ελλάδα, με πολλά χαρακτηριστικά από το πρόσφατο παρελθόν και ανοιχτές πληγές οι οποίες δεν γιατρεύτηκαν ακόμα.

Το πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας σφραγίστηκε χθες από την Κομισιόν και ενεργοποιείται από τις 21 Αυγούστου. Δεν μνημονεύει ρητά τις περικοπές σε συντάξεις και αφορολόγητο, αλλά μέσω παραπομπών τόσο στην απόφαση του Eurogroup της 21 Ιουνίου όσο και στις εν ισχύι δεσμεύσεις του τρίτου Μνημονίου, τονίζεται ότι είναι απαιτητή η τήρηση των συμφωνηθέντων. Παράλληλα, μέσω της απόφασης αναδεικνύονται οι ανοιχτές πληγές της ελληνικής οικονομίας έπειτα από οκτώ χρόνια Μνημονίων με την Κομισιόν εμμέσως πλην σαφώς να εκφράζει ενισχυμένες επιφυλάξεις για το μέλλον αν δεν συνεχιστούν βαθιές και ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις.

Οσον αφορά τις συντάξεις, τον Οκτώβριο θα διαπιστωθεί εάν τελικά η περικοπή τους αντιμετωπίζεται ως διαρθρωτική μεταρρύθμιση όπως αξιώνει το ΔΝΤ ή θα αντιμετωπιστεί ως παράμετρος σταθεροποίησης των πρωτογενών πλεονασμάτων έναντι των ασφυκτικών στόχων 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022. Στα γραπτά κείμενα, όπως έχουν επισημάνει «ΤΑ ΝΕΑ», δεν ανοίγει κανένα παράθυρο αναίρεσης των προνομοθετημένων μέτρων, σε αντιδιαστολή με τις δηλώσεις ευρωπαίων αξιωματούχων μέσω των οποίων αφήνεται να διαφανεί περιθώριο διαπραγμάτευσης.

ΟΙ ΠΛΗΓΕΣ. Στην απόφαση της Κομισιόν αναγνωρίζεται η πρόοδος που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια, όπως άλλωστε υπογράμμισαν δημοσίως τόσο ο αντιπρόεδρος Βάλντις Ντομπρόβσκις όσο και ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί, σε συγκριτικά με τις προηγούμενες ημέρες χαμηλότερους –μη πανηγυρικούς –τόνους.

Αμέσως μετά όμως παρατίθενται προβλήματα και ρίσκα «τα οποία αν υλοποιηθούν θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις σε άλλα κράτη – μέλη της ευρωζώνης». Συγκεκριμένα:

1. Το δημόσιο χρέος παραμένει το υψηλότερο στην ΕΕ.

2. Η καθαρή διεθνής επενδυτική θέση η οποία ήταν κοντά στο -140% του ΑΕΠ το 2016, παραμένει εξαιρετικά υψηλή, όπως και το ποσοστό ανεργίας.

3. Το επιχειρηματικό περιβάλλον εξακολουθεί να χρειάζεται σημαντικές περαιτέρω βελτιώσεις.

4. Ο τραπεζικός τομέας, αν και επαρκώς κεφαλαιοποιημένος, αντιμετωπίζει προκλήσεις που συνδέονται με τα χαμηλά επίπεδα κερδοφορίας, τα μεγάλα αποθέματα μη εξυπηρετούμενων δανείων και τη διατήρηση ισχυρών δεσμών με το κράτος.

5. Οι συνθήκες δανεισμού της Ελλάδας παραμένουν εύθραυστες εν μέσω εξωτερικών οικονομικών ρίσκων. Χρειάζεται να γίνουν περαιτέρω προσπάθειες για να διασφαλιστεί η συνεχής και σταθερή πρόσβαση στις αγορές για το κράτος.

ΔΕΣΜΕΥΣΕΙΣ. Η απόφαση ενεργοποίησης «ενισχυμένης εποπτείας» για την Ελλάδα κοινοποιήθηκε από την Κομισιόν στην ελληνική κυβέρνηση και απέσπασε συναίνεση. Μπορεί επομένως να θεωρηθεί ότι η κυβέρνηση προσυπογράφει τις διατυπώσεις της απόφασης σύμφωνα με τις οποίες «η Ελλάδα έχει δεσμευθεί στο Eurogroup να συνεχίσει και να ολοκληρώσει όλες τις κομβικές μεταρρυθμίσεις που υιοθετήθηκαν στο πλαίσιο της χρηματοοικονομικής βοήθειας του ESM και να διασφαλίσει πως οι στόχοι των σημαντικών μεταρρυθμίσεων που υιοθετήθηκαν από τα προγράμματα χρηματοοικονομικής βοήθειας θα είναι εξασφαλισμένοι».

Αυτές οι δεσμεύσεις, οι οποίες ενσωματώνουν το μαχαίρι σε συντάξεις και αφορολόγητο αλλά και τη διπλή νέα αύξηση των αντικειμενικών αξιών τη διετία 2019-20, σε συνδυασμό με το σφιχτό κοστούμι των πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και 2,2% του ΑΕΠ έως το 2060, θα επιτηρούνται σε τριμηνιαία βάση από τους δανειστές.

Στις αποστολές θα μετέχουν οι γνωστοί εκπρόσωποι των δανειστών των μνημονιακών χρόνων: Κομισιόν, ΕΚΤ, ESM και ΔΝΤ. Κάθε τρεις μήνες τα κλιμάκια στην Αθήνα για τις «εξετάσεις», στη συνέχεια η σύνταξη της έκθεσης συμπερασμάτων και η υποβολή της στο ελληνικό Κοινοβούλιο, το Ευρωκοινοβούλιο και το Eurogroup.

Κάθε εξάμηνο, το συμβούλιο υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης θα δίνει την ετυμηγορία του υπό μορφήν επιβράβευσης ή ποινής.

Οπως αναφέρεται στην απόφαση, μια θετική έκθεση ενισχυμένης εποπτείας θα καθιστά δυνατή την επιστροφή στην Ελλάδα του δημοσιονομικού ισοδύναμου των εσόδων των εθνικών κεντρικών τραπεζών από την κατοχή ελληνικών ομολόγων (τα λεγόμενα «κέρδη SMP/ANFA»). Πρόκειται για 600 εκατ. ευρώ ανά εξάμηνο ή 4,8 δισ. ευρώ συνολικά, τα οποία θα μεταβιβάζονται στην Ελλάδα ισόποσα σε εξαμηνιαία βάση, κάθε Δεκέμβριο και Ιούνιο, αρχής γενομένης το 2018 και έως τον Ιούνιο του 2022, «υπό την προϋπόθεση θετικών εκθέσεων ενισχυμένης εποπτείας. Αυτό θα γίνεται επιπρόσθετα της συμφωνηθείσας παραίτησης από την προσαύξηση επιτοκίου («step-up interest rate margin») όσον αφορά τη δόση για την επαναφορά χρέους του 2ου ελληνικού προγράμματος από το 2018. Τα μέτρα αυτά από κοινού θα καταστήσουν διαθέσιμα πρόσθετα κεφάλαια για την Ελλάδα κατά τα έτη αμέσως μετά τη λήξη του προγράμματος, παρά το γεγονός ότι η χώρα δεν υπόκειται πλέον σε πρόγραμμα» σημειώνεται.

Το πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας θα ανανεώνεται ανά εξάμηνο και το κοστούμι στην αρχική του μορφή έχει ισχύ έως το 2022.