Την πολιτική διαχείριση μιας συμφωνίας, τα βασικά χαρακτηριστικά της οποίας μοιάζει να έχουν αποδεχτεί, φαίνεται να αναζητούν Αλέξης Τσίπρας και Ζόραν Ζάεφ, οι οποίοι έπειτα από αλλεπάλληλες (μεταμεσονύχτιες αλλά και πρωινές) συναντήσεις στη Σόφια υπό τις ευλογίες όλων των ευρωπαίων ηγετών ζήτησαν –και πάλι –λίγο χρόνο ακόμα μέχρι την τελική λύση που, όπως είπαν, «είναι πολύ κοντά». Ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίστηκε να αισιοδοξεί πως σε θετικό αποτέλεσμα μπορούν να οδηγήσουν και οι παράλληλες συζητήσεις για την αξιολόγηση και το χρέος, που επίσης βρέθηκαν στην ατζέντα των συζητήσεών του, ιδίως με τη γερμανίδα καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ και τον γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν.

Ώς τον Ιούνιο έδωσε χρονικό ορίζοντα για το Σκοπιανό ο έλληνας Πρωθυπουργός σημειώνοντας πως «δεν είμαστε ακόμα σε θέση να μιλήσουμε για συμφωνία. Θα υπάρξουν και επόμενα βήματα, με στόχο, αν καταστεί δυνατόν, να ξαναβρεθούμε στις αρχές του επόμενου μήνα. Με δεδομένο βεβαίως ότι θα ήταν κοινή μας επιδίωξη να μπορέσουμε να έχουμε ένα αποτέλεσμα που θα προλαβαίνει τη Σύνοδο Κορυφής, η οποία είναι προγραμματισμένη, αν δεν κάνω λάθος, για τις 28 και 29 Ιουνίου».

Αν και δεν βγήκε λευκός καπνός, οι δύο πλευρές προϊδεάζουν ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί σύντομα, και μάλιστα πριν από τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ τον Ιούνιο. Αυτή άλλωστε η αναφορά –όχι τυχαία –ήταν ένα από τα κοινά πράγματα που είπαν οι δύο Πρωθυπουργοί. «Ευελπιστούμε για λύση πριν από τη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης τον Ιούνιο» υποστήριξε (στη μόνη απάντηση που έδωσε στα αγγλικά) ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ.

Από τις δημόσιες τοποθετήσεις των δύο ηγετών φάνηκε καθαρά ότι το μοντέλο συμφωνίας που αποτελεί βάση και πάνω στο οποίο έχουν αναζητήσει το κλείδωμα των λεπτομερειών δεν είναι άλλο από το «συμφωνία τώρα, υλοποίηση με οδικό χάρτη». Η ελληνική πλευρά έχει θέσει ως προϋπόθεση η συμφωνία να ρυθμίζει όλα τα θέματα και να μη μείνει τίποτα σε εκκρεμότητα. Ο έλληνας Πρωθυπουργός, αν και σε όλη τη συνέντευξη Τύπου ήταν πολύ προσεκτικός στις διατυπώσεις του, αυτό το σημείο φρόντισε να το καταστήσει σαφές με απόλυτο τρόπο. «Ή συμφωνείς σε όλα ή σε τίποτα» είπε ο Τσίπρας όταν ρωτήθηκε σχετικά, ανοίγοντας όμως με την απάντησή του και πάλι το θέμα του ονόματος.

ΤΟ ΟΝΟΜΑ. Ηταν ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας στην περασμένη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες που όταν απάντησε σε ερώτημα δημοσιογράφου από την ΠΓΔΜ, έκανε αναφορά στο όνομα Gorna Makedonjia. Αυτή τη φορά στη Σόφια όμως με τα όσα είπε περί ονόματος έδειξε μάλλον προς το Νova Makedonjia.

«Ψάχνουμε λύσεις στα κρίσιμα, χωρίς όμως να αλλοιώνουν αυτό που ονομάζουμε κόκκινες γραμμές. Ακόμα και το θέμα της ονομασίας θα πρέπει να δίνει το μήνυμα ότι διαχωρίζει την ελληνική Μακεδονία και την ιστορία της από τη χώρα που δημιουργήθηκε πολύ αργότερα. Είναι κρίσιμο θέμα» ανέφερε χαρακτηριστικά ο Πρωθυπουργός όταν ρωτήθηκε για μια αποκαλυπτική απάντηση που είχε δώσει νωρίτερα ο Ζόραν Ζάεφ. Οτι δηλαδή οι δύο πλευρές έχουν εξετάσει αρκετές εκδοχές, αλλά έχουν καταλήξει σε μία, η έγκριση της οποίας θα συζητηθεί στο εσωτερικό κι αν προχωρήσει, τότε θα έχουμε λύση.

«Δεν άκουσα τι είπε ο Ζόραν, υπάρχουν σκέψεις που κουβεντιάζουμε. Εναλλακτικές. Οφείλω να μη δώσω διευκρινίσεις πριν να έχουμε την τελική στάση της άλλης πλευράς» σχολίασε χαρακτηριστικά ο έλληνας Πρωθυπουργός.

ΣΤΑ ΣΚΟΠΙΑ ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ. Παρακολουθώντας κανείς τις συνεντεύξεις των δύο πρωθυπουργών, ήταν εμφανές ότι σε αυτήν τη διαπραγμάτευση η ελληνική πλευρά έπειτα από πολύ καιρό φαίνεται να έχει τη συγκυρία μαζί της. Αυτό φαινόταν στην αυτοπεποίθηση του Αλέξη Τσίπρα αλλά και στην επισήμανση – προειδοποίηση ότι η Ελλάδα δεν βιάζεται και δεν πιέζεται από τον χρόνο. Το σημείο που θα επιτρέψει την πρόοδο της διαδικασίας είναι καθαρά πλέον στην απέναντι πλευρά, αφού η κυβέρνηση Ζάεφ χρειάζεται χρόνο αλλά και διαβουλεύσεις στο εσωτερικό της χώρας του πριν προχωρήσει επισήμως σε δεσμεύσεις για «συνταγματοποίηση» της erga omnes χρήσης τού νέου ονόματος.

Είναι προφανές ότι η αμερικανική πίεση για ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ προκειμένου να ανακοπεί το ρωσικό comeback στα Βαλκάνια έχει οδηγήσει τους γείτονες σε μετατόπιση σε δύο σημεία που δεν επέτρεπαν στην Αθήνα ούτε καν να συζητήσει. Πρώτα απ’ όλα στο όνομα, καθώς ναι μεν η ελληνική πλευρά αποδέχεται τον όρο Μακεδονία σε σύνθετη ονομασία, ωστόσο οι γείτονες μέχρι πρόσφατα δέχονταν σύνθετη ονομασία μόνο για τις διμερείς μας σχέσεις. Αφού στο μεσοδιάστημα επέμειναν σε διπλή ονομασία αλλά για το εσωτερικό τους, τώρα στο παρασκήνιο φαίνεται να αποδέχονται το erga omnes.

Επικαλούνται όμως αδυναμία πολιτικών συσχετισμών για να προχωρήσουν σε αλλαγές στο Σύνταγμα (και για τη νέα ονομασία). Την πραγματική (ενδεχομένως και προσχηματική) δυσκολία η Αθήνα την ακούει με προσοχή, καθώς βασίζει στο καλό και ειλικρινές κλίμα πολλά. Αυτός είναι και ο λόγος που κυβερνητικός αξιωματούχος και συνομιλητής του Πρωθυπουργού εξηγεί ότι σε αυτήν τη φάση «προσπαθούμε να διευρύνουμε τις επιλογές και να διευκολύνουμε την ηγεσία των γειτόνων να αναζητήσει οδούς απεμπλοκής από τη δυσκολία που παρουσιάζεται κάθε φορά». Εξάλλου, ενδεικτικό του καλού κλίματος που επιδιώκει να δημιουργήσει με τον Ζόραν Ζάεφ ο Αλέξης Τσίπρας είναι όχι μόνο η μεταμεσονύχτια συζήτησή τους το βράδυ της Τετάρτης μετά το δείπνο των ηγετών, αλλά και η αναφορά του στη συνέντευξη Τύπου όταν δήλωσε ότι η ελληνική πλευρά δεν ακολουθεί στη διαπραγμάτευση μια τακτική «επιθετική» απέναντι στην άλλη πλευρά. Ισα ίσα, επιδιώκει κάθε φορά, χωρίς να μετακινείται από τις βασικές της θέσεις, διαισθανόμενη τις δυσκολίες τους, τα προβλήματά τους, να ψάχνει από κοινού λύσεις.

ΑΝΟΙΓΜΑ ΤΣΙΠΡΑ ΣΤΟΝ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ. Η επίσκεψη στη Σόφια πάντως και οι συζητήσεις για τον συμβιβασμό Ελλάδας – ΠΓΔΜ μάλλον έριξαν τους τόνους μεταξύ Τσίπρα – Μητσοτάκη στο συγκεκριμένο ζήτημα, αφού την προσεκτική τοποθέτηση του προέδρου της ΝΔ στη βουλγαρική πρωτεύουσα, κατά τη σύνοδο του ΕΛΚ, υποδέχτηκε θετικά ο Αλέξης Τσίπρας εκφράζοντας ικανοποίηση, επειδή, όπως είπε, ο Μητσοτάκης «υπερασπίστηκε την εθνική θέση». Δήλωσε, μάλιστα, ανοιχτός για ενημέρωση σε όποιον το ζητήσει, συμπλήρωσε όμως ότι δεν θα καλέσει τώρα τους αρχηγούς, καθώς εκτιμά ότι υπάρχει δρόμος ακόμα που πρέπει να διανυθεί.

Μέρκελ – Μακρόν

Με ειδικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις

Και σε αυτή τη Σύνοδο πάντως αναδείχθηκε το ειδικό βάρος του Βερολίνου και ο ρόλος της Ανγκελα Μέρκελ στις ευρωπαϊκές εξελίξεις, αφού παρενέβη σε όλα τα ζητήματα. Από τη διαφορά μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ, με υποδείξεις όμως προς τα Σκόπια, μέχρι και τον χρόνο ένταξης στην ΕΕ των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, με έμμεσες υποδείξεις προς τον Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.

«Θα ήταν ευχής έργον να επιλυθεί το ζήτημα του ονόματος, διότι κυρίως για την ΠΓΔΜ εξαρτώνται από αυτό πάρα πολλά… Για την ΠΓΔΜ παίζει ρόλο η επίλυση του ζητήματος της ονομασίας. Μετά θα το συζητήσουμε στη γερμανική Βουλή, διότι χρειαζόμαστε μια κοινή απόφαση» ανέφερε η γερμανίδα καγκελάριος. Προφανώς για να μην αφήσει τίποτα εκτός σχεδιασμού, η ίδια, που επιδιώκει τη λύση στη διαφορά μεταξύ Αθήνας – Σκοπίων, συνάντησε και τους δύο πρωταγωνιστές (Τσίπρα – Ζάεφ) δίνοντας έμφαση στα οφέλη από τη λύση. Ανάλογο χειρισμό επέλεξε και ο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος συνάντησε επίσης τον Αλέξη Τσίπρα και τον Ζόραν Ζάεφ, καθιστώντας σαφές ότι το Παρίσι θα ασκήσει τη δική του πίεση για να επιτευχθεί το συντομότερο μια συμφωνία.

Αν πάντως στη διαπραγμάτευση για το ονοματολογικό με την ΠΓΔΜ η Αθήνα φάνηκε να έχει το πάνω χέρι, σε μια άλλη διαπραγμάτευση, αυτή για το χρέος, η Ελλάδα μοιάζει περισσότερο να παρακολουθεί μια αντιπαράθεση που όμως την ξεπερνά. Η προς το παρόν αβέβαιης κατάληξης κόντρα μεταξύ ΔΝΤ και Βερολίνου για το ελληνικό χρέος, η οποία δεν ενθουσιάζει τους Ευρωπαίους αλλά αποτελεί «εργαλείο» για το Ταμείο, προκαλεί ανησυχία στην κυβέρνηση που σίγουρα δεν θέλει να δει τις αγορές να ανησυχούν ενόψει εξόδου από το Μνημόνιο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Αλέξης Τσίπρας σε αυτό το θέμα εξέφρασε περισσότερο την ευχή για θετική λύση. «Πιστεύω ότι τούτη τη φορά έχουμε και τους ανέμους ούριους με το μέρος μας, διότι η επιτυχία της Ελλάδας θα είναι επιτυχία της Ευρώπης» είπε ο Πρωθυπουργός, ο οποίος, απαντώντας στα «ΝΕΑ», έριξε και ένα βέλος στο ΔΝΤ για τις λανθασμένες προβλέψεις του. Οπως είπε χαρακτηριστικά, «ακόμα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θέλει να καρπωθεί μέρος αυτής της επιτυχίας, έστω και την τελευταία στιγμή. Ας είναι. Αρκεί να έχουμε μια εξέλιξη, η οποία θα καθιστά την Ελλάδα ικανή να έχει διαρκή και σταθερή πρόσβαση στις αγορές με χαμηλό σχετικά επιτόκιο και θα της δίνει τη δυνατότητα και την προοπτική να έχει βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη».