Με την ανακοίνωση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ότι οι ΗΠΑ θα επαναφέρουν τις κυρώσεις εναντίον του Ιράν, η σύντομη, παράξενη συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν εισήλθε σε ένα νέο και επικίνδυνο στάδιο. Ο Τραμπ πιστεύει ότι, αποχωρώντας από τη συμφωνία, μπορεί να πιέσει το Ιράν να συμφωνήσει σε μια νέα, πιο περιεκτική συμφωνία που θα καλύπτει όχι απλώς το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας αλλά και τις βαλλιστικές πυραυλικές δοκιμές του, την προκλητική περιφερειακή συμπεριφορά του και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οπως όμως έχουν σημειώσει οι εταίροι και σύμμαχοι της Αμερικής, είναι μια ιδιαίτερα επικίνδυνη κίνηση –η οποία έρχεται σε αντίθεση με την υποκείμενη λογική της συμφωνίας.

Ο Τραμπ υποστηρίζει πως η συμφωνία αυτή ήταν αποτυχημένη εξαρχής λόγω των πολλών μη πυρηνικών θεμάτων που παρέβλεπε. Την αποκάλεσε μάλιστα «μία από τις χειρότερες και πιο μονόπλευρες συναλλαγές» που έχουν κάνει ποτέ οι ΗΠΑ. Οι υποστηρικτές της συμφωνίας ενίσχυσαν άθελά τους αυτή την ανάγνωση. Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, για παράδειγμα, τάχθηκε πρόσφατα υπέρ της ενίσχυσης της συμφωνίας με συμπληρωματικές συμφωνίες που θα καλύπτουν άλλους τομείς. Αποδεχόμενοι την ιδέα πως η συμφωνία ήταν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ελλιπής, υποστηρικτές και πολέμιοι την καταδίκασαν σε αποτυχία.

Η αλήθεια είναι πως η συμφωνία δεν προοριζόταν ποτέ να είναι μια «συναλλαγή» που γίνεται μια κι έξω. Αντ’ αυτού, συνελήφθη ως το πρώτο βήμα σε μια μακρά διαπραγματευτική διαδικασία. Σκοπός ήταν να βγει από το τραπέζι για κάποιο διάστημα ένα ιδιαίτερα περίπλοκο και κατεπείγον ζήτημα –η αυξανόμενη δυνατότητα πυρηνικού εμπλουτισμού του Ιράν –ώστε να δημιουργηθεί χώρος για πρόοδο σε άλλους τομείς. Αν είχαν τεθεί σε διαπραγμάτευση όλα τα ζητήματα ταυτόχρονα, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα είχε επιτευχθεί η οποιαδήποτε συμφωνία, πόσω μάλλον εγκαίρως.

Και η συμφωνία του 2015 δεν ήταν απλώς ένα προηγούμενο για περαιτέρω συμφωνίες· στην πραγματικότητα, τις απαιτούσε. Οι επονομαζόμενες ρήτρες προθεσμίας οι οποίες ορίζουν ημερομηνίες λήξης για διάφορους περιορισμούς που επιβλήθηκαν στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν –ρήτρες που χλευάστηκαν τόσο από τον Τραμπ όσο και από άλλους πολέμιους της συμφωνίας –ήταν ζωτικής σημασίας, διότι επέβαλαν περαιτέρω διαπραγμάτευση.

Χάρη στην άρση των κυρώσεων που προέβλεπε η συμφωνία, η διαπραγμάτευση αυτή θα λάμβανε χώρα σε ένα φόντο σταθερά βελτιούμενων οικονομικών συνθηκών, που θα έπειθαν τον ιρανικό λαό για τα απτά οφέλη μιας μετριοπαθούς προσέγγισης συνεργασίας. Αυτό θα ενίσχυε την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να συνάψει συμφωνίες σε άλλα αμφιλεγόμενα ζητήματα –ακριβώς το αντίθετο από το αποτέλεσμα που αναμένεται να έχει η μονομερής απόσυρση του Τραμπ από τη συμφωνία. Η απόλυτη αποτυχία του αμερικανού προέδρου να κατανοήσει αυτή την καινοτόμο προσέγγιση είναι άσχημα νέα για το Ιράν, για τον κόσμο και για το μέλλον της παγκόσμιας διακυβέρνησης.

Η Αννα Παλάθιο, πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ισπανίας και πρώην αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, είναι μέλος του ισπανικού Συμβουλίου της Επικρατείας, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Τζόρτζταουν και μέλος του Συµβουλίουγια τοΠαγκόσµιοΘεµατολόγιοτου ΠαγκόσµιουΟικονοµικούΦόρουµ