Από τους στυλοβάτες του αμερικανικού θεάτρου, ο Αρθουρ Μίλερ (Arthur Miller, 1915-2005), άσκησε έντονη κριτική με τα έργα του και στηλίτευσε το «αμερικανικό όνειρο». Σκύβοντας, ωστόσο, με κατανόηση πάνω στους πάσχοντες (αντι)ήρωές του.

Γεννημένος στη Νέα Υόρκη, από οικογένεια με εβραϊκές ρίζες, μεγάλωσε με θρησκευτική ανατροφή. Ο πατέρας του, μετανάστης από την Πολωνία, έχασε τη δουλειά και την περιουσία του στο οικονομικό Κραχ του ’29. Ο αμερικανός συγγραφέας προφανώς και επηρεάστηκε από το γεγονός, κι αυτό φάνηκε και στα έργα του, με πρώτο τον «Θάνατο του Εμποράκου», που του χάρισε τρία βραβεία μέσα στην ίδια χρονιά και μαζί την παγκόσμια αναγνώριση. Με πλούσιο συγγραφικό έργο («Ηταν όλοι τους παιδιά μου», «Το τίμημα», «Η δοκιμασία», «Οι μάγισσες του Σάλεμ») και επιτυχίες στη μεγάλη οθόνη, ο Αρθουρ Μίλερ παραμένει μια ισχυρή πένα και –πάντα –ο άσχημος αλλά διανοούμενος σύζυγος της Μέριλιν Μονρόε.

Το, αρχικά μονόπρακτο, «Ψηλά από τη γέφυρα» («A view from the bridge», 1955) φέρνει στη σκηνή μια οικογένεια ιταλών μεταναστών στο Μπρούκλιν των ΗΠΑ. Μέσα από τον αγώνα για την επιβίωση, ο κεντρικός ήρωας Εντι Καρμπόνε βρίσκεται αντιμέτωπος με δύσκολες καταστάσεις και δυνατά συναισθήματα. Οταν η νεαρή ανιψιά της γυναίκας του, την οποία μεγαλώνουν σαν κόρη τους, ερωτευτεί έναν νεαρό ιταλό μετανάστη που φιλοξενούν στο σπίτι τους, ο Καρμπόνε θα αγγίξει ακραίες συμπεριφορές. Θα χάσει τον έλεγχο, θα αποκαλυφθεί.

Το έργο έκανε πρεμιέρα στο θέατρο Coronet του Μπρόντγουεϊ τον Σεπτέμβριο του ’55. Την επόμενη χρονιά (1956) ανέβηκε από τον Πίτερ Μπρουκ στο Γουεστ Εντ του Λονδίνου, στη νέα, δίπρακτη εκδοχή που του παρέδωσε ο Μίλερ.

Στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου η Νικαίτη Κοντούρη έστησε τη γειτονιά του Μπρούκλιν με σημειολογικές νύξεις για το λιμάνι, τη γέφυρα, τον κόσμο που ζει και δουλεύει εκεί. Βαριές και μακριές αλυσίδες, κρεμασμένες από ψηλά, καταλήγουν σε μεγάλα άγκιστρα. Περιμετρικά οι σιδερένιες σκαλωσιές του σκηνικού από τον έμπειρο Γιώργο Πάτσα. Στη μέση το σπίτι του Εντι Καρμπόνε, ένα ανασηκωμένο πατάρι επί σκηνής, χωρίς τοίχους, ένα τραπέζι, δύο καρέκλες, μια πολυθρόνα. Τριγύρω οι γείτονες, οι εργάτες. Ο χώρος του δικηγόρου Αλφιέρι, άδειος.

Η σκηνοθέτρια, με κάποιους ελάχιστους, ίσως άκαιρους νεωτερισμούς στη διασκευή, ακολούθησε το θεατρικό με τρόπο οριζόντιο. Επιχείρησε να αποτυπώσει τις σχέσεις ανάμεσα στους ήρωες και μαζί την εσωτερική διαδρομή των συναισθημάτων τους, την πορεία προς το τέλος, με περισσότερο ή λιγότερο βάθος. Μια πορεία δραματική, μια πορεία καταστροφικής κορύφωσης. Χρήσιμος αρωγός οι ήχοι –δηλωτικοί μιας απειλής, μιας επικίνδυνης αναμονής. Γιατί αυτή η απειλή, ο φόβος, η αγωνία, λείπουν από τη συνολική οπτική της παράστασης και εμφανίζονται δειλά μέσα από κάποιες ερμηνείες.

Ο Γιώργος Κιμούλης στον ρόλο του Eντι Καρμπόνε κυριαρχεί στη σκηνή. Με μια ερμηνεία που ενίοτε παγιδεύεται σε γνώριμες δικές του φόρμες, οδηγεί, βήμα βήμα τον ήρωά του στη συντριβή. Πρώτα εσωτερικά, για να καταλήξει στην τελική του εξόντωση, προδομένος από τον ίδιο του τον εαυτό. Εξαιρετικός στην σκηνή του τέλους, νικημένος από τις επιλογές του, κερδίζει χάνοντας.

Η Ηλιάνα Μαυρομάτη εγκλωβίστηκε σε μια εκφραστικότητα με έντονες κινήσεις. Μετρημένη η Μαρία Κεχαγιόγλου. Πειστικός Ιταλός ο Αλέξανδρος Μαυρόπουλος. Καθοριστικός ο Νίκος Χατζόπουλος ως δικηγόρος Αλφιέρι, μεταφέρει στη σκηνή το βάθος του προβλήματος. Η τελική αναμέτρηση με τον Καρμπόνε – Κιμούλη, αποτελεί ιδιαίτερη σκηνική στιγμή.

Μετάφραση:

Γιώργος Κιμούλης – ΝικαίτηΚοντούρη

Διασκευή – σκηνοθεσία:

Νικαίτη Κοντούρη

Σκηνικά – κοστούμια:

Γιώργος Πάτσας

Φωτισμοί:

ΛευτέρηςΠαυλόπουλος

Μουσική:

ΣοφίαΚαμαγιάννη

Ερμηνείες:

Γιώργος Κιμούλης, ΜαρίαΚεχαγιόγλου, Νίκος Χατζόπουλος, Ηλιάνα Μαυρομάτη, Κώστας Φαλελάκης, Αλέξανδρος Μαυρόπουλος, Στάθης Παναγιωτίδης κ.ά.

Πού:

Εθνικό Θέατρο – Κεντρική Σκηνή (Αγίου Κωνσταντίνου 22, τηλ. 210-5288.100), Τετάρτη – Κυριακή στις 20.00