Η κλεψύδρα για την υπόθεση της Novartis σχετικά με τη διερεύνηση ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών πολιτικών προσώπων έχει ήδη γυρίσει… Και ο χρόνος μετρά αντίστροφα για την απόφαση της Βουλής, τα μέλη της οποίας, εκ του Συντάγματος, έχουν την αποκλειστική αρμοδιότητα να ανοίξουν τη βεντάλια της έρευνας για όλα τα πρόσωπα που εμπίπτουν στον νόμο περί ευθύνης υπουργών. Δεν είναι λίγοι όμως εκείνοι που υποστηρίζουν την άποψη ότι τελικά η Δικαιοσύνη και όχι η Βουλή θα κληθεί να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά για το σύνολο πολιτικών και μη πολιτικών προσώπων στην υπόθεση της Novartis.

Η επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη, η οποία διενεργεί τη μεγάλη έρευνα για την υπόθεση της Nοvartis, μαζί με τους επίκουρους συναδέλφους της Χρήστο Ντζούρα και Στέλιο Μανώλη διαβίβασαν τον φάκελο αμελλητί στη Βουλή, χωρίς να συμπεριλαμβάνουν καμία αξιολογική κρίση επί των ευρημάτων της Προκαταρκτικής Εξέτασης, ενεργώντας αυστηρά εντός των ορίων του Συντάγματος.

Η ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ. Από κει και πέρα, η σκυτάλη παραδόθηκε στη Βουλή, ωστόσο, όπως εκτιμούν νομικοί κύκλοι, επικαλούμενοι το περιεχόμενο της πρότασης περί της σύστασης Προανακριτικής Επιτροπής, η δικογραφία θεωρείται πολύ πιθανό να επιστρέψει πίσω στην τακτική Δικαιοσύνη, που θα κληθεί για πρώτη φορά να βάλει στον ζυγό της και το αδίκημα της δωροδοκίας για πρώην υπουργούς, που μέχρι τώρα είχε θεωρηθεί ως παραγεγραμμένο. Η νομολογία όμως, όπως εύστοχα παρατηρεί δικαστική πηγή, εξελίσσεται και αλλάζει. Γι’ αυτό και αναμένεται με ενδιαφέρον το αποτέλεσμα της Προανακριτικής Επιτροπής, που θα αποτελέσει και τη νομική βάση για τη δικαστική εξέλιξη αυτής της υπόθεσης, η οποία έχει βάλει φωτιά στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.

Πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι σήμερα σε αντίστοιχες υποθέσεις με δωροδοκία πολιτικών προσώπων η Βουλή και ο Αρειος Πάγος είχαν πει ότι πρόκειται για αδίκημα που η τέλεσή του ταυτίζεται με την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων και ως εκ τούτου έχει παραγραφεί. Ετσι, όταν έφτασαν στο εδώλιο του κατηγορουμένου οι πρώην υπουργοί Ακης Τσοχατζόπουλος (υπόθεση εξοπλιστικών) και Τάσος Μαντέλης (υπόθεση Siemens), δικάστηκαν μόνο για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, που επίσης έχει κριθεί ότι εμπίπτει στην αρμοδιότητα της τακτικής Δικαιοσύνης.

ΤΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ. Οπως είναι γνωστό, η πρόταση για τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής περιλαμβάνει έλεγχο τριών αδικημάτων, που είναι: δωροληψία, παθητική δωροδοκία και νομιμοποίηση από εγκληματική δραστηριότητα. Σε ό,τι αφορά το αδίκημα της απιστίας, που επίσης αποτέλεσε πεδίο εισαγγελικής έρευνας, δεν φαίνεται, με βάση και τη νομολογία, ότι υπάρχουν νομικές διαφωνίες, καθώς συνδέεται ευθέως με την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων, και ως εκ τούτου, με το δεδομένο ότι έχουν μεσολαβήσει δύο εκλογικές αναμετρήσεις, έχει επέλθει παραγραφή.

Το τοπίο όμως φαίνεται ότι δεν είναι το ίδιο ξεκάθαρο σε ό,τι αφορά την αξιόποινη πράξη της δωροδοκίας. Κι αυτό γιατί και στο ίδιο το σκεπτικό της πρότασης για τη σύσταση της Προανακριτικής Επιτροπής αφήνεται ανοιχτό το ενδεχόμενο να εκτιμηθεί από την Επιτροπή της Βουλής αν το επίμαχο αδίκημα τελέστηκε κατά την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων ή όχι. Από την απάντηση αυτή θα εξαρτηθεί η πορεία της δικογραφίας για τα πολιτικά πρόσωπα.

Συγκεκριμένα, η Βουλή έχει δύο δρόμους:

– Αν αναγνωρίσει πως η πράξη της δωροδοκίας έχει τελεστεί κατά την άσκηση των καθηκόντων των προσώπων που αφορά η υπόθεση, η ενδεχόμενη ευθύνη τους έχει παραγραφεί και ως εκ τούτου έχει απολέσει το δικαίωμά της να επιληφθεί ως άλλος «εισαγγελέας» και να κινήσει ποινική δίωξη.

– Αν όμως κρίνει ότι το εν λόγω αδίκημα έχει τελεστεί επ’ αφορμή και όχι κατά την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων, τότε η δωροδοκία παραμένει… ζωντανή, οπότε σε αυτή την περίπτωση, όπως συμβαίνει και με το έγκλημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ο φάκελος θα επιστρέψει στην αφετηρία του, δηλαδή στην Εισαγγελία Διαφθοράς.

Τότε οι εισαγγελείς, με βάση την έρευνά τους, θα αξιολογήσουν αν τα στοιχεία που έχουν ήδη στα χέρια τους είναι ικανά για να προχωρήσουν στο επόμενο βήμα της άσκησης ποινικής δίωξης ή αν πρέπει να αναμένουν να συμπληρώσουν τη δικογραφία και με άλλα αποδεικτικά μέσα.