Μία από τις πιο σημαντικές αλλαγές στον Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών (ΚΦΔ) έγινε πρόσφατα με τον Ν. 4509/2017. Ειδικότερα τροποποιήθηκαν δύο βασικές μεταβατικές διατάξεις έτσι ώστε σε περίπτωση παραβάσεων όπως η μη υποβολή δηλώσεων, η υποβολή ανακριβών δηλώσεων και η εκπρόθεσμη υποβολή χρεωστικών δηλώσεων που αφορούν εν γένει φορολογικές υποχρεώσεις, χρήσεις, περιόδους ή υποθέσεις έως και τις 31 Δεκεμβρίου 2013 θα εφαρμόζονται πλέον, κατά περίπτωση, οι προβλεπόμενες στον ΚΦΔ κυρώσεις, εφόσον αυτές έχουν ως αποτέλεσμα την επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου φυσικού ή νομικού προσώπου σε σχέση με τις κυρώσεις (πρόσθετους φόρους) που προέβλεπαν οι διατάξεις του Ν. 2523/1997.

Θα πρέπει να επισημάνουμε τα εξής:

–Οι τροποποιήσεις αυτές εντάσσονται στην ευρύτερη μεταρρύθμιση που επιχειρείται στον τομέα των διοικητικών κυρώσεων για παραλείψεις – παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας και έχουν στόχο την επιβολή κυρώσεων σύμφωνα με τις αρχές της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης και φυσικά στη βελτίωση της εισπραξιμότητας αυτών.

–Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών και το αρμόδιο δικαστήριο κατά περίπτωση και επί εκκρεμών υποθέσεων κατά την έναρξη ισχύος αυτών (1 Ιανουαρίου 2018) αλλά και στην περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν επιθυμεί τη συνέχιση της δίκης ή την εξέταση της ενδικοφανούς προσφυγής του.

–Οι τροποποιήσεις αφορούν μόνο τους πρόσθετους φόρους, συνεπώς δεν αφορούν την επιβολή προστίμων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών.

–Τα ποσά που καταβλήθηκαν με οποιοδήποτε τρόπο για πράξεις προσδιορισμού φόρου (φύλλα ελέγχου) και δηλώσεις που υποβλήθηκαν εκπρόθεσμα και εκδόθηκαν ή υποβλήθηκαν μέχρι την 31.12.2017 που αφορούν σε φορολογικές εν γένει υποχρεώσεις πριν την έναρξη ισχύος του ΚΦΔ (δηλαδή την 31.12.2013), δεν επιστρέφονται, δεν συμψηφίζονται και δεν αναζητούνται.

Συνεπώς από την 1η Ιανουαρίου του 2018 που ισχύουν οι ανωτέρω τροποποιήσεις για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου (φύλλα ελέγχου) που εκδίδονται και αφορούν σε υποχρεώσεις χρήσεις, περιόδους ή υποθέσεις πριν την έναρξη ισχύος του ΚΦΔ (μέχρι 31.12.2013), αντί του πρόσθετου φόρου (2% το μήνα για φόρο εισοδήματος και 3% το μήνα για ΦΠΑ και παρακρατούμενους φόρους στην ανακριβή δήλωση, 2,5% τον μήνα για φόρο εισοδήματος και 3,5% τον μήνα για ΦΠΑ και παρακρατούμενους φόρους όταν δεν έχει υποβληθεί η σχετική δήλωση, με ανώτατο όριο το 120%), επιβάλλεται πρόστιμο που ισούται με το άθροισμα του προστίμου των άρθρων 58 (για τη φορολογία εισοδήματος), 58Α (για ΦΠΑ) ή 59 (για τους παρακρατούμενους φόρους) του ΚΦΔ, κατά περίπτωση, πλέον του τόκου του άρθρου 53 (ποσοστό 0,73% το μήνα) του Κ.Φ.Δ., ο οποίος υπολογίζεται από την 1.1.2014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστού τίτλου, εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου σε σχέση με τους πρόσθετους φόρους του Ν. 2523/1997. Επίσης για εκπρόθεσμες χρεωστικές δηλώσεις που υποβάλλονται μετά την 1.1.2018 και οι οποίες αφορούν σε χρήσεις περιόδους, υποθέσεις ή εν γένει φορολογικές υποχρεώσεις προ της έναρξης ισχύος του ΚΦΔ (δηλαδή μέχρι 31.12.2013), αντί του πρόσθετου φόρου (1% το μήνα για φόρο εισοδήματος και 1,5% τον μήνα για ΦΠΑ και παρακρατούμενους φόρους, με ανώτατο όριο το 60%) επιβάλλεται πρόστιμο που ισούται με το άθροισμα του προστίμου του άρθρου 54 του ΚΦΔ (100 ευρώ για μη υπόχρεους τήρησης βιβλίων, 250 ευρώ για τηρούντες απλογραφικά βιβλία και 500 ευρώ για τηρούντες διπλογραφικά βιβλία), πλέον του τόκου του άρθρου 53 του ΚΦΔ (ποσοστό 0,73% τον μήνα), ο οποίος υπολογίζεται από την 1.1.2014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστού τίτλου, εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου σε σχέση με τους πρόσθετους φόρους του Ν. 2523/1997.

Ο Γιώργος Α. Κορομηλάς είναι πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών