Δύο ψυχολόγοι οι οποίοι συνέβαλαν να διαμορφωθεί το πρόγραμμα ανακρίσεων με «προχωρημένες τεχνικές» της CIA μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 θα προσαχθούν σε δίκη τον Σεπτέμβριο διότι ενεθάρρυναν τη χρήση μεθόδων βασανισμού, όπως ο εικονικός πνιγμός, η στέρηση τροφής ή ο εξαναγκασμός των φυλακισμένων σε ακινησία με οδυνηρές σωματικές στάσεις.

Ομοσπονδιακό δικαστήριο της Πολιτείας της Ουάσιγκτον ενέκρινε την Τρίτη την έναρξη ακροαματικής διαδικασίας εξ ονόματος τριών πρώην φυλακισμένων, ένας εκ των οποίων πέθανε σε φυλακή της CIA έπειτα από τις εξαιρετικά σκληρές ανακρίσεις.

Το δικαστήριο απέρριψε τις προσπάθειες της αμερικανικής κυβέρνησης να εξασφαλιστεί εξωδικαστικός συμβιβασμός ώστε να αποτραπεί η δημόσια δίκη, με το επιχείρημα ότι είναι ανάγκη να προστατευθούν απόρρητες πληροφορίες.

Η δίκη, για την έναρξη της οποίας πρωτοστάτησε η ACLU, αμερικανική οργάνωση υπεράσπισης των πολιτικών δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών, θα είναι η πρώτη για τις μεθόδους βασανισμού που χρησιμοποίησαν οι αμερικανικές αρχές στον «πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας».

Εισέπραξαν 80 εκατομμύρια δολάρια

Κατηγορούμενοι είναι δύο ψυχολόγοι, ο Τζέιμς Μίτσελ και ο Μπρους Τζέσεν, οι οποίοι στρατολογήθηκαν από τη CIA το 2002 για να σχεδιάσουν αλλά και να διεξάγουν ανακρίσεις υπόπτων που αιχμαλωτίζονταν στο Αφγανιστάν και αλλού.

Οι δύο άνδρες εισέπραξαν 80 εκατομμύρια δολάρια για τις υπηρεσίες τους, και ειδικότερα για τη συμβολή τους στις ανακρίσεις του Χάλιντ Σέιχ Μοχάμεντ – του φερόμενου ως εγκεφάλου των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου – και του Αμπού Ζουμπέιντα, άλλου ανώτερου στελέχους της αλ Κάιντα.

Η ACLU τονίζει ότι οι Τζέσεν και Μίτσελ έχουν ποινικές ευθύνες, και προσπορίστηκαν οικονομικό όφελος, για τους παράνομους βασανισμούς των τριών προσφευγόντων: του Τανζανού Σουανιμάν Αμπντάλα Σαλίμ, του Λίβυου Μοχάμεντ Αχμεντ Μπεν Σουντ και του Αφγανού Γκιουλ Ραχμάν.

Οι δύο πρώτοι αφέθηκαν ελεύθεροι έπειτα από πολυετείς κρατήσεις, ενώ ο Γκιουλ Ραχμάν απεβίωσε εξαιτίας της υποθερμίας που υπέστη σε κελί της CIA τον Νοέμβριο του 2002, έπειτα από δύο εβδομάδες «βάρβαρων βασανιστηρίων», σύμφωνα με την ACLU.

«Η απόφαση του δικαστηρίου σηματοδοτεί ότι για πρώτη φορά, οι άνθρωποι που φέρουν την ευθύνη για το βάρβαρο και παράνομο πρόγραμμα βασανιστηρίων της CIA θα έλθουν αντιμέτωποι με νομικές συνέπειες για τις πράξεις τους. Οι πελάτες μας περιμένουν (σ.σ. να αποδοθεί) δικαιοσύνη εδώ και πάρα πολύ καιρό», ανακοίνωσε ο Ντρορ Λάντιν, ένας δικηγόρος της ACLU.

«Αποφάσισαν η CIA και το υπουργείο Δικαιοσύνης»

Το δικαστήριο απέρριψε τα επιχειρήματα των ψυχολόγων, κατά τα οποία δεν είναι υπεύθυνοι για όλες τις ανακρίσεις της αμερικανικής υπηρεσίας κατασκοπείας και δεν είχαν καμιά σχέση με τις ανακρίσεις των δύο προσφευγόντων στη δικαιοσύνη.

Οι ψυχολόγοι ισχυρίστηκαν εξάλλου ότι δεν είχαν ευθύνη για τις συγκεκριμένες αποφάσεις να εφαρμοστούν οι «προχωρημένες τεχνικές ανάκρισης» σε βάρος των προσφευγόντων, και ότι περιορίστηκαν στο να παρουσιάσουν στην ιεραρχία της CIA κατάλογο μεθόδων από τις οποίες η υπηρεσία μπορούσε να επιλέξει.

Υποστήριξαν την επιχειρηματολογία τους, επικαλούμενοι τη δίκη ειδικού μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ο οποίος είχε προμηθεύσει με το αέριο Zyklon B τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και εξόντωσης. Ο κατηγορούμενος απαλλάχθηκε από κάθε ευθύνη για τα εγκλήματα πολέμου που διέπραξαν οι ναζιστές.

Επίσης υπογράμμισαν ότι η απόφαση να χρησιμοποιηθούν μέθοδοι βασανισμού ελήφθη από τη CIA και εγκρίθηκε από το υπουργείο Δικαιοσύνης, άρα δεν μπορούν να θεωρηθούν εκείνοι υπεύθυνοι.