Ας μη γελιόμαστε, η Ελλάδα μπαίνει από σήμερα σε μια νέα περίοδο λιτότητας με τετραετή –τουλάχιστον –ορίζοντα, ώς και το 2021. Τα βαριά μέτρα ύψους 4,9 δισ. ευρώ που ψηφίστηκαν στη Βουλή θα εφαρμοστούν βρέξει – χιονίσει. Συνταξιούχοι, φορολογούμενοι, επαγγελματίες, ό,τι και να γίνει, θα περάσουν από το ταμείο κατά σειρά το 2018, το 2019, το 2020 και το 2021 για να πληρώσουν τον λογαριασμό. Μέχρι και το τελευταίο ευρώ, σε αντίθεση με τα υποτιθέμενα αντίμετρα τα οποία στηρίζονται σε σενάρια επί χάρτου. Διότι θα δοθούν μόνο εάν –και όσο –υπάρξει υπέρβαση του πρωτογενούς πλεονάσματος πάνω από τον υψηλό στόχο 3,5% του ΑΕΠ κατ’ έτος τα επόμενα χρόνια έως και το 2021. Και όπως έχει αποδειχθεί στο παρελθόν από όλα τα Μνημόνια που έχουν περάσει από τη Βουλή, οι στόχοι αυτοί καταλήγουν να είναι ευχολόγια τα οποία καταρρίπτονται σε χρόνο – ρεκόρ για να τα διαδεχθούν συνήθως νέα μέτρα λιτότητας.

Αυτή είναι η ωμή πραγματικότητα την οποία με ξεκάθαρο τρόπο αποτυπώνει το νέο 4ετές Μνημόνιο που ψηφίστηκε στη Βουλή από την κυβερνητική πλειοψηφία. Στο άρθρο 15 ο νέος νόμος υπογραμμίζει ότι τα άρθρα που αφορούν τα αντίμετρα «τίθενται σε εφαρμογή υπό την προϋπόθεση και στον βαθμό που, σύμφωνα με την εκτίμηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και τις ελληνικές Αρχές, στο πλαίσιο της τελικής αξιολόγησης του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής, δεν προκαλείται απόκλιση από τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους, όπως αυτοί καθορίζονται στο ως άνω πρόγραμμα». Η αναφορά κατά προτεραιότητα στο ΔΝΤ μόνο συμπτωματική δεν είναι. Αφορά τις μεγάλες αντιρρήσεις που εκφράζει το Ταμείο ότι η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει σταθερά τα επόμενα χρόνια ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ. Ισχυρές επιφυλάξεις που, αν επιβεβαιωθούν στην πράξη, θα ανοίξουν την πόρτα όχι για τα αντίμετρα αλλά και για νέα μέτρα.

Μια ακόμη σκληρή πλευρά των όσων προδιαγράφονται για τη χώρα αποκαλύπτεται, επίσης, στο νέο Μνημόνιο. Είναι η μεγάλη προσγείωση των προβλέψεων για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια εξαιτίας των απωλειών που θα υπάρξουν στα εισοδήματα, στην κατανάλωση και στην παραγωγή από τη νέα λιτότητα. Τη μηδενική ανάπτυξη του 2016 ακολουθούν οι εκτιμήσεις για θετικό ρυθμό 1,8% το 2017, 2,4% το 2018, 2,6% το 2019, 2,3% το 2020 και 2,2% το 2021. Ομως, με τέτοιους ρυθμούς ανάπτυξης, όπως συμφωνούν όλοι οι διεθνείς οργανισμοί, η ελληνική οικονομία δεν πρόκειται να ξεκολλήσει από τον βάλτο των προβλημάτων της. Στο καλύτερο σενάριο που επιβεβαιωθούν οι στόχοι αυτοί, απλά η χώρα θα έχει χάσει το μομέντουμ της ανάπτυξης. Αν, βεβαίως, αποδειχθούν φιλόδοξοι και οι στόχοι αυτοί, τότε ακόμη χειρότερα για όλους.