Υπάρχουν λιγότερα παιδιά προς υιοθεσία και περισσότεροι γονείς που ενδιαφέρονται να υιοθετήσουν. Γι’ αυτό και όταν μια υιοθεσία τηρεί τις βασικές προϋποθέσεις που θέτει η Πολιτεία, καλό είναι να ξεπερνιούνται τα τυπικά ζητήματα αλλά και τα γραφειοκρατικά, για το καλό του παιδιού και μόνο.

Γι’ αυτό και πρέπει να σταθούμε στην πρόσφατη «πρωτοποριακή», όπως χαρακτηρίστηκε, απόφαση ενός περιφερειακού πρωτοδικείου, να ξεπεράσει το όριο της ηλικιακής διαφοράς ανάμεσα σε γονέα και θετό παιδί. Ο νόμος δεν επιτρέπει η διαφορά αυτή να ξεπερνάει τα πενήντα χρόνια. Να όμως που στη συγκεκριμένη περίπτωση τα χρόνια ήταν πενήντα τέσσερα.

Ωστόσο, κι αυτό είναι το αισιόδοξο, η Δικαιοσύνη ακολούθησε ένα υγιές σκεπτικό, προσαρμόζοντας τον νόμο στη ζωή, στην πραγματικότητα, στα δεδομένα: η ηλικιακή διαφορά μπορεί να επιμηκυνθεί γιατί έχει σχετική και επιβοηθητική σημασία, ενώ δεν πρέπει να ερμηνευτεί ως αυστηρή προϋπόθεση της υιοθεσίας ούτε να θεωρηθεί ότι καθιερώνει απαράβατο τυπικό κώλυμα υιοθεσίας, όταν εξυπηρετείται το συμφέρον του παιδιού.

Αυτή είναι η μαγική φράση: το συμφέρον του παιδιού. Καλοί και άγιοι οι ενδελεχείς έλεγχοι, οι λεπτομερείς οικογενειακές έρευνες, τα πολλαπλά ερωτηματολόγια και όλα τα συναφή. Σωστά, πολύ σωστά ψάχνουν το παρόν και το παρελθόν των υποψήφιων θετών γονιών. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι στην άλλη μεριά της ζυγαριάς είναι ένα παιδί εγκαταλελειμμένο και μόνο, ένα παιδί που αναζητά στοργή, αγάπη και μια οικογένεια.

Τα παιδιά είναι παιδιά, όπως έλεγε και ο Εντουάρντο ντε Φιλίπο στη θρυλική «Φιλουμένα Μαρτουράνο», και πάνω απ’ όλα χρειάζονται κάποιον να τα νοιαστεί. Η αγάπη δεν έχει ηλικία. Με την ευελιξία του νομοθέτη, η Δικαιοσύνη μπορεί να κάνει μικρά θετικά βήματα, να ανοίξει τα μάτια της και να δει τι συμβαίνει γύρω μας στο θέμα της υιοθεσίας. Γιατί μόνο αν θελήσει να δει την πραγματικότητα, θα μπορέσει να χρησιμοποιήσει την αυστηρότητα και την ακρίβειά της εκεί όπου υπάρχουν τα περιθώρια. Και να την αντιμετωπίσει.