Η ερώτηση των 38 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ για τη νομιμοποίηση του ελεύθερου κάμπινγκ διατυπώνεται με μια τεχνική γλώσσα που κατά κάποιον τρόπο συγκρούεται με το ίδιο το περιεχόμενο της ερώτησης. Πίσω από τις γραμμές, όμως, μπορεί να διακρίνει κανείς τη νοσταλγία. Να δει το μυαλό των 38 να πετάει σε εκείνη την αγνή εποχή όπου, γεμάτοι σφρίγος και όνειρα, ασκούσαν σε κάποια παραλία τα δικαιώματά τους «στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου, την ισότητα και την απόλαυση του φυσικού περιβάλλοντος».

Σε αυτό το περιβάλλον, όπου πια δεν ήταν υποχρεωμένοι να «αντιλαμβάνονται την κατασκήνωση ως καταναλωτικό προϊόν» και «την ανάγκη για διακοπές ως εμπόρευμα», διδάχτηκαν μάλλον τις αρχές της «αυτοοργάνωσης» και της «συμβίωσης». Και τώρα που τα καλύτερά τους χρόνια έχουν περάσει, ζητούν να ζήσουν οι νεότερες γενιές τα δικά τους χρόνια χωρίς να «ποινικοποιείται το φρόνημά τους» και να «καταστέλλεται μια φυσιολογική συμπεριφορά». Να ζήσουν νόμιμα, κάτι που εκείνοι είχαν ζήσει στην παρανομία.

Με τι αποτελέσματα; Μάλλον πενιχρά. Η κυβέρνηση και η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ θυμίζουν περισσότερο σύνολα από υπερτροφικά Εγώ παρά ομάδες που έχουν μάθει να αυτοοργανώνονται. Δείχνουν να έχουν εντρυφήσει περισσότερο στον ατομικό δικαιωματισμό, δηλαδή στην ικανοποίηση μιας προσωπικής επιθυμίας ακόμη και εις βάρος του κοινού συμφέροντος, παρά στην κοινωνική συμβίωση. Και οι χιλιάδες ιδεολογικές τους αγκυλώσεις μαρτυρούν ότι η προσωπικότητά τους δεν αναπτύχθηκε και τόσο ελεύθερα στη φύση. Αυτό δεν σημαίνει, πάντως, ότι το κάμπινγκ δεν πρέπει να απελευθερωθεί. Γιατί μια μέρα, απόμαχοι της ζωής και της πολιτικής πια, θα απολαμβάνουν τις διακοπές τους σε κάποιο καλό ξενοδοχείο. Κι εκεί θα μπορούν να θυμούνται ότι τα χρόνια που κυβερνούσαν έκαναν και κάτι αριστερό.