Σε απόγνωση βρίσκονται τα ελληνικά νοικοκυριά, υπερδανεισμένα και χωρίς δυνατότητα να αποταμιεύουν, έπειτα από επτά χρόνια κρίσης. Την κατάσταση αυτή απεικονίζει η τελευταία έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ανάμεσα στα 19 κράτη – μέλη της ευρωζώνης, η οποία, περιγράφοντας τον βαθμό μιζέριας που βιώνουν οι Ελληνες, τους κατατάσσει στην τελευταία θέση της λίστας σε ό,τι αφορά τη δυνατότητά τους να κάνουν αποταμιεύσεις.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την έρευνα, τα ελληνικά νοικοκυριά χρωστούν κατά μέσον όρο 15.000 ευρώ ώς 44.000 ευρώ, όσα είχαν λάβει στεγαστικό δάνειο. Σε αρκετές περιπτώσεις οι οφειλές αυτές είναι υψηλότερες απ’ όσο αξίζει σήμερα η περιουσία τους. Μπορούν πάντως να ζουν σε δικό τους σπίτι (72% έναντι 61% στην ευρωζώνη), ενώ αρκετά διαθέτουν και εξοχικό. Ωστόσο, μόλις το 13,5% μπορεί και αποταμιεύει σε τακτική βάση έναντι ποσοστού 21,9% το 2009 και 41,5% της ευρωζώνης, επίδοση που μας κατατάσσει ουραγό στην ευρωζώνη.

Την ίδια ανημποριά και φτώχεια δείχνει και το γεγονός ότι ενώ το 2009 το 59,4% των ελληνικών νοικοκυριών μπορούσε να απευθυνθεί για οικονομική ενίσχυση σε φίλους ή συγγενείς, τα πιο πρόσφατα στοιχεία κατεβάζουν το ποσοστό αυτό στο 36,4%, δηλαδή στη 4η χειρότερη επίδοση στην ευρωζώνη.

Τα στοιχεία αυτά που παραθέτει ο ΣΕΒ στο χθεσινό του δελτίο προέρχονται από την πρόσφατη έρευνα χρηματοδότησης και κατανάλωσης νοικοκυριών που διενήργησε τον Δεκέμβριο του 2016 η ΕΚΤ και δίνουν στην Ελλάδα τις χειρότερες σχεδόν θέσεις σε όλες τις κατηγορίες.

Πρωταθλητές στην αποταμίευση είναι οι Ιταλοί με ποσοστό 64,5%. Δεύτερη στην ευρωπαϊκή κατάταξη είναι η Λιθουανία, όπου το ποσοστό των νοικοκυριών που αποταμιεύουν είναι 51%, και ακολουθούν το Βέλγιο με 50,9%, η Γερμανία με 47%, η Γαλλία με 45,6%, η Μάλτα με 36,6% και η Ισπανία με 35,4%. Τελευταία στην ευρωπαϊκή κατάταξη θα βρει κανείς την Ελλάδα, με ποσοστό μόλις 13,5%, πολύ κάτω από Πορτογαλία, Κύπρο και όλες τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες. Το εύρημα έχει αναφορά στο 2014, που σημαίνει ότι η σημερινή εικόνα είναι έτι περαιτέρω χειρότερη. Την απομείωση του βιοτικού επιπέδου δείχνει ακόμη πιο ανάγλυφα η δυνατότητα αποταμίευσης ανά εισοδηματική κατηγορία. Στο 20% των φτωχότερων νοικοκυριών αποταμιεύει μόλις το 7,2% στην Ελλάδα, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην ευρωζώνη είναι 36,5%. Ακόμη και ανάμεσα στα πλουσιότερα νοικοκυριά αποταμιεύει μόλις το 29,3% στην Ελλάδα έναντι 56,1% στην ευρωζώνη.

Ιδια εικόνα και ως προς το ποσοστό νοικοκυριών με δυνατότητα οικονομικής ενίσχυσης από φίλους και συγγενείς, όπου με 36,4% ξεπερνάμε μόνο τις Σλοβακία, Λετονία και Εσθονία, έναντι ποσοστού 52,3% στην ευρωζώνη. Στην επίσης ταλαιπωρημένη από Μνημόνια Πορτογαλία, το ποσοστό όσων μπορούν να ζητήσουν ενίσχυση από το κοντινό τους περιβάλλον φτάνει το 70,4%, δείγμα ότι λειτουργεί ακόμη ένα ισχυρό κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας. Στο Βέλγιο το ποσοστό αυτό φτάνει το 65,5%, στην Ολλανδία το 60%, στη Γερμανία το 58,5% και στη γειτονική μας Κύπρο το 39,3%.

Οι άνεργοι νέοι. Πληθώρα ευρημάτων της έρευνας της ΕΚΤ αποτυπώνουν τη μιζέρια, όπως το γεγονός ότι από το 2009 και μετά έχει αυξηθεί κατακόρυφα η επανένταξη στο νοικοκυριό άνεργων παιδιών που αναγκάζονται να επιστρέψουν στο πατρικό τους για να συντηρηθούν. Εντύπωση επίσης προκαλεί ότι έχει αυξηθεί το ποσοστό των νοικοκυριών όπου η ηλικία του οικογενειάρχη είναι άνω των 65 ετών, ακόμη και άνω των 75 ετών (!). Το εύρημα είναι μάλλον αποτέλεσμα της ομαδικής συμβίωσης μεγαλύτερων σε ηλικία ατόμων ή ακόμη της φροντίδας παιδιών από παππούδες και γιαγιάδες λόγω της οικονομικής δυσπραγίας των γονιών τους. Αντίθετα, έχουν μειωθεί τα ποσοστά των νοικοκυριών με οικογενειάρχες μισθωτούς ή αυτοαπασχολουμένους.

Τα δάνεια. Σε επίπεδο τραπεζικού δανεισμού, παρότι τα ελληνικά νοικοκυριά δεν είναι τόσο χρεωμένα όσο στην ευρωζώνη, ακριβώς λόγω της χαμηλής τους ρευστότητας, συναντούν πολύ μεγαλύτερη δυσκολία στην εξυπηρέτησή του. Ετσι, το τραπεζικό χρέος στην Ελλάδα αντιπροσωπεύει το 17,4% των περιουσιακών στοιχείων των νοικοκυριών έναντι 25,7% στην ευρωζώνη. Ομως ο δείκτης ρευστότητας ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος είναι μόλις 2,8% στην Ελλάδα έναντι 16,7% στην ευρωζώνη. Δείγμα της έντασης της ύφεσης και της συνεπακόλουθης κατάρρευσης της ζήτησης για δάνεια είναι και ότι το ποσοστό των νοικοκυριών που έκανε αίτηση για δάνειο στην Ελλάδα ήταν μόνο 2,5%, έναντι 28,1% στην Ιρλανδία, 18,4% στην Ισπανία, 14,4% στην Πορτογαλία και 17,8% στην Κύπρο.