Η προγραμματισμένη εμφάνισή της στις 12 Μαΐου του 2018 στο Κάρνεγκι Χολ της Νέας Υόρκης με τίτλο «Αφιέρωμα στον Μίκη Θεοδωράκη» και πολυεθνική ορχήστρα δωματίου φιγουράρει ήδη στην ιστοσελίδα της ξακουστής μουσικής σκηνής. Στις αρχές καλοκαιριού θα επιχειρήσει ένα ακόμη σπουδαίο εγχείρημα: παρουσίαση ενός έργου σε παγκόσμια πρώτη, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, με εξίσου μεγάλα ονόματα από τη διεθνή μουσική σκηνή, ενώ στις 2 Απριλίου θα εμφανιστεί στη νεοσύστατη εναλλακτική σκηνή της Λυρικής Σκηνής, στο Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, με τον πιανίστα Γιώργο Λαζαρίδη.

Η Μαρία Φαραντούρη όμως τώρα έχει στραμμένο το βλέμμα της στις παραστάσεις που ξεκινούν απόψε στον Παρνασσό και έχουν στο επίκεντρό τους τη συμμετοχή της στον δίσκο «Προσωπικόν» των νέων δημιουργών Μιχάλη και Παντελή Καλογεράκη. Δεν είναι η πρώτη φορά που η ερμηνεύτρια, η φωνή της οποίας έχει συνδεθεί με το έργο του Μίκη Θεοδωράκη και τους στίχους των πιο σπουδαίων ποιητών, δείχνει τη γενναιοδωρία της στους νέους δημιουργούς.

Η κάθε εποχή φτιάχνει τα τραγούδια της και τους ανθρώπους της, επιμένει τονίζοντας ότι εμείς πρέπει να ψάχνουμε να τους βρούμε. «Η δημιουργική ροή δεν σταματάει ποτέ. Ο ψεύτικος πολιτισμός του σταρ σίστεμ λάμπει, αλλά δεν είναι τελικά αυτό που θα μείνει. Καμία εποχή δεν είναι έρημη από ανθρώπους και δημιουργούς. Οι παλαιότεροι οφείλουμε να ενδιαφερθούμε και να τους βρούμε. Πριν από έναν χρόνο, μου έφερε ο Παρασκευάς Καρασούλος τη δουλειά των παιδιών, το «Προσωπικόν», για να τραγουδήσω μερικά τραγούδια. Και με τσίγκλησαν η άλλη τους ματιά και η σχέση τους με τα ποιήματα τα οποία επέλεξαν να μελοποιήσουν και να συμπεριλάβουν στη δουλειά τους. Μου κέντρισαν το ενδιαφέρον ο ήχος τους, ο τρόπος που εξέφρασαν την ποίηση, όπως τη «διάβασαν» δηλαδή.

Η προσέγγισή τους δίνει μια άλλη γραφή, που δεν τη βρίσκεις εύκολα. Συνάντησαν την ουσία του τραγουδιού με μια αφοπλιστική αθωότητα». Τα αδέλφια Καλογεράκη δεν πήγαν στη Μαρία Φαραντούρη διατυμπανίζοντας την ενασχόλησή τους με την ποίηση –πολλοί τη χρησιμοποιούν ως άλλοθι για να καλύψουν βαθιές αδυναμίες τους. Πόνταραν ή ποντάρουν στον εναγκαλισμό της ερμηνείας της με τον ποιητικό λόγο. «Τα παιδιά αυτά ήρθαν με μια απλότητα και σεμνότητα.

Και φαίνεται μέσα από τον τρόπο που εργάστηκαν πάνω στους στίχους των Γκρέγκορι Κόρσο, Μπέρτολτ Μπρεχτ, Πάμπλο Νερούδα, Φερνάντο Πεσόα, Τζελαλαντίν Ρουμί,Πάουλ Τσέλαν, αλλά και Μιχάλη Γκανά, Μηνά Δημάκη, Γιάννη Ευθυμιάδη, Ντίνου Σιώτη. Εχουν μια δική τους ταυτότητα. Είπα αμέσως «ναι» όταν μου πρότειναν να πω τρία τραγούδια: του Μπρεχτ, του Τσέλαν και του Ευθυμιάδη. Ο κόσμος φυσικά έχει τον τελικό λόγο για το αποτέλεσμα».

Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ. Φαντάστηκε ποτέ αυτήν τη λαμπρή πορεία όταν ήταν στην πρώτη της νιότη και τραγουδούσε το 1963 μαζί με τον Διονύση Σαββόπουλο και τον Μάνο Λοΐζο στο μπαράκι του Γιώργου Κούνδουρου (αδελφός του Νίκου) στην Ξάνθου; «Ημασταν μια παρέα. Μόλις είχε κατέβει ο Διονύσης από τη Θεσσαλονίκη και ο Μάνος είχε γράψει τον «Δρόμο» που τον τραγουδούσα. Ηταν μια εποχή που εγκυμονούσε ένα αύριο καλύτερο. Αγωνιζόμασταν για έναν καλύτερο κόσμο, για ειρήνη, για δημοκρατία, για ισότητα». Αισθάνθηκε δίκαιο ή μάταιο εκείνον τον αγώνα;

Μένει μερικά δευτερόλεπτα σιωπηλή. «Αυτές οι πολιτικές που εφαρμόζονται σίγουρα δεν έχουν να κάνουν με την Αριστερά. Καταστράφηκαν από τις συμπληγάδες της κρίσης. «Το τραγούδι για να σε συγκινήσει βαθιά θέλει να το προσέξεις» έλεγε ο Μάνος Χατζιδάκις. Δεν μπορώ να περάσω μέσα σε ένα περιβάλλον ψυχαγωγίας τη μουσική που επιλέγω με τους στίχους των ποιητών. Πήγαινα μόνο σε αίθουσες μουσικής. Χάρηκα που φέτος ο Παρνασσός διεύρυνε το πρόγραμμά του φιλοξενώντας το «Φορτηγό» του Διονύση Σαββόπουλου και την παράσταση «Ο Γκάτσος που αγάπησα» με τον Μανώλη Μητσιά και την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στην αφήγηση. Αυτός είναι ο λόγος που αποφασίσαμε να κάνουμε την παράσταση «Ολα αρχίζουν ξανά». Μπορεί κάποιος να θεωρεί –συνδέοντας την ποίηση και τον Παρνασσό –ότι πρόκειται για μια παράσταση βαριά και καταθλιπτική. Ομως τα παιδιά με πυροδότησαν για να βρω μια γέφυρα ώστε να επικοινωνήσουμε και δημιουργήσαμε κάτι που είναι ανάλαφρο, χωρίς να στερείται τη μαγεία της ποίησης».

Αυτή η συνάντηση όμως περιλαμβάνει και «ανταλλαγή» τρυφερών δώρων. «Τα παιδιά εκτός από τους στίχους των ποιητών μου έγραψαν μουσική σε στίχους Ρεμπό. Εγώ τους έδωσα να τραγουδήσουν Καρυωτάκη, σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη, την «Εσπέρα» και το «Ταξίδι» του Μάνου Χατζιδάκι». Αυτά τα τραγούδια την ξεκούνησαν, όπως λέει, για να μπει ξανά στο στούντιο και να συνομιλήσει για μία ακόμη φορά με τη νέα γενιά. «Ολο το καλοκαίρι θα είμαι στην Κεντρική Ευρώπη και γενικά το πρόγραμμά μου είναι γεμάτο. Αν δεν είχα βρει κάτι από την ουτοπία που υπήρχε στην Αριστερά, αυτήν που έχω μέσα μου και τραγουδώ, δεν θα μπορούσα να το κάνω».