Το μεσημέρι της περασμένης Τετάρτης, 17 Νοεμβρίου, γύρω στις 14.30, στη γωνία Ακαδημίας και Ιπποκράτους. Συγκεντρωμένοι καμιά πενηνταριά νεαροί και νεαρές, παρά τον συντονισμό των φωνών τους, δύσκολα θα καταλάβαινε κανείς τις λέξεις των συνθημάτων, τόσο περισσότερο που τα λέγανε τραγουδιστά –πάντως κάτι σχετικό με τη σημασία της μέρας και του Πολυτεχνείου. Ενας περαστικός, παρά το γεγονός ότι τα πρόσωπα όλων των παιδιών απέπνεαν ευγένεια και ηρεμία, από φόβο μην τυχόν και τα προκαλέσει, ρωτάει έναν καταστηματάρχη που έχει βγει στο πεζοδρόμιο, μπροστά στο μαγαζί του, αν γνωρίζει σε ποια οργάνωση ανήκουν οι νεαροί.

Ο καταστηματάρχης σηκώνει με αγανάκτηση τους ώμους, θέλοντας να δηλώσει, περισσότερο και από άγνοια, την αίσθηση μιας ταλαιπωρίας που δεν έχει τέλος –αν και οι νεαροί δεν φαίνεται προσώρας να δημιουργούν κανένα πρόβλημα. Τελικά ο περαστικός επιλέγει το πιο ευγενικό –κατά τη γνώμη του –πρόσωπο ανάμεσά τους και στην ερώτησή του πού ανήκουν, ακούει το όνομα μιας πανεπιστημιακής οργάνωσης που εκπροσωπούσε άλλοτε μια πολύ προοδευτική πολιτική παράταξη –σήμερα έχει αφάνταστα συρρικνωθεί.

Σημασία ωστόσο δεν έχουν όλα αυτά τα διαδικαστικά όσο μια εικόνα που σημειολογικά ισοδυναμεί με αληθινό χρυσάφι. Κάθε φορά που δυο – τρεις νεαροί έρχονται να προστεθούν στην ισχνή αυτή μάζωξη –η κυκλοφορία των αυτοκινήτων ή η διέλευση των πεζών γίνεται χωρίς κανένα πρόβλημα –ένα ακόμη και μη ιδιαίτερα παρατηρητικό μάτι θα πρόσεχε τους καινουργιοφερμένους να αγκαλιάζονται με όσους ήδη είχαν προηγηθεί, χτυπώντας τις πλάτες τους σε ένα είδος αγωνιστικής αλληλογνωριμίας. Δεν αποκλείεται πριν από λίγη ώρα να ήταν επίσης μαζί στους γύρω από το πανεπιστήμιο χώρους ή μέσα στις αίθουσές του, να είχαν ανταλλάξει δυο – τρεις κουβέντες ή και να είχαν συζητήσει εκτενώς. Η συνάντησή τους όμως σε έναν χώρο που είχε επιλεγεί ως σημείο έκφρασής τους για ένα αίτημα υψηλό, που ξεπερνούσε τους καθιερωμένους ρυθμούς της πόλης, αισθάνονταν να τους μεταβάλλει σε έναν στόχο που διέτρεχε κίνδυνο, που απειλούνταν, επομένως έπρεπε να δείχνουν ότι είναι όλοι μαζί ενωμένοι, σαν μια γροθιά.

Ο αγωνιστικός τους χαιρετισμός οριοθετούσε αυτό ακριβώς, ότι Ακαδημίας και Ιπποκράτους γωνία αντιπαρατάσσονταν σε έναν κόσμο που δεν είχαν καμιά σχέση μαζί του, που τους αντιμετώπιζε εχθρικά. «Τα πραγματικά δεν μ’ αρέσουν και τα ιδανικά δεν τα βρίσκω», έχει γράψει ο φιλόσοφος Αμιελ και είναι σαν να το διατράνωναν οι νέοι το μεσημέρι της περασμένης Τετάρτης, 17 Νοεμβρίου.

Τι τα θέλουμε, τι τα γυρεύουμε. Με όλα τα κινητά, τα κομπιούτερ, τα διαδίκτυα, ακόμη και αν υπάρξει μια πλησμονή τους περισσότερο ασφυκτική, με όλη την επιπολαιότητα, τη σάχλα και την ανοησία που μπορεί να προκαλέσει η χρήση τους, οι νέοι θα είναι πάντα αυτή η ευλογία: να αισθάνονται ότι κινδυνεύουν ακόμη και αν δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, προκειμένου να ξοδέψουν το πολύτιμο κεφάλαιο της αγνότητάς τους.