«Αν είναι η μουσική τροφή του έρωτα, μη σταματάτε!». Με τούτα τα λόγια αρχίζει ο Oυίλιαμ Σαίξπηρ να ιστορεί μια από τις πιο δημοφιλείς κωμωδίες του: τη «Δωδεκάτη νύχτα».

«Αν είναι οι ξέφρενοι οπαδοί τροφή του ποδοσφαίρου, σταματάτε!» Αυτά πρέπει να είναι τα τελευταία λόγια που θα ακουστούν, κάτι σαν επικήδειος στην πιο πονεμένη «τραγωδία» του ποδοσφαίρου: «Ο Δωδέκατος Παίκτης».

Ο γάλλος κοινωνιολόγος και ψυχολόγος Γκουστάβ Λε Μπον ασχολήθηκε και με την ανθρωπολογία. Στο πιο διάσημο έργο του «Η ψυχολογία των μαζών» καταπιάνεται με τη συμπεριφορά του όχλου. «Το μέλος του πλήθους είναι ένας κόκκος άμμου ανάμεσα σε πολλούς άλλους, που το παρασύρει ο άνεμος. Τα συναισθήματα και τα βαθύτερα ένστικτα βγαίνουν στην επιφάνεια με τη βοήθεια της ανωνυμίας αλλά και της καθοδήγησης των ηγετών της μάζας. Αυτοί είναι άνθρωποι της δράσης και όχι των λόγων».

Αυτοί είναι οι φανατικοί, οι καθοδηγούμενοι, οι ακραίοι που λερώνουν τον χώρο των ομαδικών αθλημάτων και κυρίως του ποδοσφαίρου. Του ποδοσφαίρου που εγείρει μίση και πάθη, που εκλύει υψηλές θερμοκρασίες και ενέργεια ανεξέλεγκτη!

Ο οπαδός, ολόκληρη την υπόλοιπη εβδομάδα σκυφτός, ανώνυμος και συνήθως υποτελής, ντύνεται στα χρώματα του πολέμου την ημέρα της «μάχης» και αντιμάχεται τη δουλοπρεπή ζωή του. Αφήνει τα οικογενειακά νεκρόδειπνα, τα στερημένα από πόθο κρεβάτια, την ανεργία ή την ανούσια δουλειά του· ξεσφίγγει τη θηλιά της καθημερινότητας, αποκτά οντότητα σε ένα ανώνυμο πλήθος και εκδικείται! Εκδικείται την κοινωνία που τον μαστιγώνει, την οικογένεια που τον πνίγει, την αμάθεια που τον χτυπάει δίχως οίκτο.

Ο οπαδός χειραγωγείται. Χειραγωγείται από επαγγελματίες οπαδούς που μισθοδοτούνται από τους συλλόγους για να χειραγωγούν και να κατευθύνουν τα αλαλάζοντα πλήθη. Οι έμμισθοι οπαδοί υπερασπίζονται (κυρίως) του αφέντη το φαΐ. Είναι αυτοί που θα δώσουν εντολή να απειληθεί ο αντιφρονών φίλαθλος, ο ενοχλητικός δημοσιογράφος, ο «δύσκολος» παίκτης· είναι αυτοί που θα γράψουν τα πανό με το σύνθημα που θα καθυβρίζει τον υπουργό που δεν φίλησε το χέρι του Padron· είναι αυτοί που θα δώσουν εντολή στον «λοχαγό» της εξέδρας για επίθεση όταν η μάχη γυρίζει εναντίον της ομάδας τους. Και, τέλος, είναι αυτοί που θα συντάξουν την ανακοίνωση με την οποία θα «καταδικάσουν» το «έγκλημα», του οποίου αυτοί οι ίδιοι ήταν οι ηθικοί αυτουργοί!

Οι αξιωματούχοι θα γυρίσουν στο σπίτι τους κοιλαράδες – χορτάτοι όπως έφυγαν, ενώ οι ανώνυμοι στρατιώτες θα επιστρέψουν στην ασκεπή λιμοκτονούσα ανωνυμία τους. Στους «επαγγελματίες οπαδούς» θα πρέπει να αναζητηθούν οι ευθύνες για τα αίσχη που κατά καιρούς εμφανίζονται στις εξέδρες. Ανθρωποι που δεν γνωρίζουν να γράψουν το όνομά τους στα ελληνικά εμφανίζονται να κραδαίνουν πανό με σερβικά συνθήματα! Ανθρωποι που δεν έχουν το 1,40 ευρώ για το εισιτήριο του μετρό κουβαλούν πάνω τους πυρομαχικά –φωτοβολίδες και βεγγαλικά –σοβαρής χρηματικής αξίας.

Ο Δωδέκατος Παίκτης έχει πάντα πίσω του έναν Δέκατο Τρίτο. Αυτός είναι το κλειδί που οδηγεί στον «Νο 1». Και για να κλείσουμε με Σαίξπηρ όπως ανοίξαμε, η διαπίστωση είναι θλιβερή: η Κόλαση είναι άδεια και όλοι οι διάβολοι είναι εδώ, στην ποδοσφαιρική Ελλάδα του 2016.