Δεν πρόλαβε να διατυπώσει την προτροπή της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προχθές, υπέρ μιας πιο χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής στην Ευρώπη, με στόχο την τόνωση της ανάπτυξης, και ήρθε η απάντηση από τον κατεξοχήν ενδιαφερόμενο, τη Γερμανία: ένα κατηγορηματικό «όχι».

Η γερμανική κυβέρνηση, που βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο και αντιμετωπίζει την άνοδο του λαϊκιστικού ακροδεξιού αλλά και υπέρ της λιτότητας κόμματος AfD, φαίνεται πως είναι αποφασισμένη να επιμείνει σθεναρά στη συνταγή της, κλείνοντας τα αφτιά σε όσους υποστηρίζουν ότι ήρθε η ώρα να αλλάξει γραμμή η Ευρώπη.

Στο πλαίσιο αυτό, ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έδωσε χθες μια έμμεση πλην σαφή απάντηση στις εκκλήσεις του αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα υπέρ της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, λέγοντας από τη Βιέννη όπου βρισκόταν: «Οποιος μιλάει για ελάφρυνση του χρέους στην Ελλάδα δεν ενισχύει αυτούς που θέλουν μεταρρυθμίσεις».

Η αντίδραση του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών χθες στην πρόταση της Κομισιόν για δημοσιονομική χαλάρωση ήταν στο ίδιο πνεύμα.

«Η στάση μας είναι επικριτική αναφορικά με την ανάλυση της Κομισιόν για τη συνολικά αποκαλούμενη «δημοσιονομική θέση» της ευρωζώνης» είπε ο εκπρόσωπος Τύπου του υπουργείου. «Δεδομένων των ακόμη υψηλών επιπέδων χρέους στην ευρωζώνη, δεν βλέπουμε καμία δυνατότητα επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής» πρόσθεσε. Αλλωστε, ο ίδιος υποστήριξε πως δεν υπάρχει και ανάγκη για ένα τέτοιο βήμα, καθώς η ανάκαμψη στην ευρωζώνη συνεχίζεται.

«Δεν υπάρχει δημοσιονομικό περιθώριο ελιγμών στη Γερμανία, δεδομένων των μεσοπρόθεσμων προκλήσεων» κατέληξε.

Η ΑΛΛΗ ΑΠΟΨΗ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε αντίθετη άποψη. Σε μια ανακοίνωσή της, που εξυπηρετούσε προφανώς πολιτικές σκοπιμότητες ενόψει της ανόδου των λαϊκιστικών και αντιευρωπαϊκών δυνάμεων στις χώρες της Ευρώπης, η Κομισιόν στόχευσε ευθέως τη Γερμανία, ζητώντας της ουσιαστικά να αυξήσει τις δαπάνες του προϋπολογισμού της για να υποστηρίξει την ανάπτυξη, συμπαρασύροντας και τις χώρες του Νότου. Είναι ένα αίτημα που εκκρεμεί από την αρχή της κρίσης, διατυπωμένο μάλιστα από την τότε υπουργό Οικονομικών της Γαλλίας Κριστίν Λαγκάρντ. Το αίτημα δεν εισακούσθηκε.

Η ανακοίνωση της Κομισιόν δεν κατονόμαζε τη Γερμανία, αλλά μιλούσε γενικώς για την ανάγκη δημοσιονομικής χαλάρωσης, προσδιορίζοντας και το ύψος της στο 0,5% του ΑΕΠ. Ωστόσο, με την Ισπανία και την Πορτογαλία να έχουν υπερβεί και πάλι τα επιτρεπτά όρια ελλείμματος στους προϋπολογισμούς τους τον περασμένο χρόνο και τη Γαλλία να βρίσκεται στα όρια, ο στόχος ήταν προφανώς, κατά κύριο λόγο, η ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας, η Γερμανία. Ο αρμόδιος επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί κατέστησε σαφές ότι η έκκληση απευθύνεται μόνο σε εκείνες τις οικονομίες που μπορούν να αντεπεξέλθουν και η Γερμανία είναι σίγουρα ανάμεσα σε αυτές, καθώς ο προϋπολογισμός της έχει πλεόνασμα (0,7% του ΑΕΠ πέρυσι και αναμένεται 0,6% φέτος).

Η Κομισιόν επικαλείται το γεγονός ότι τα δημοσιονομικά ελλείμματα της ευρωζώνης κατά μέσο όρο υποχώρησαν στη διάρκεια της κρίσης από 6,3% του ΑΕΠ το 2009 σε 2,1% του ΑΕΠ το 2015. Επίσης σημειώνει ότι «η ανάκαμψη εξακολουθεί να μην επιταχύνεται, υπάρχει ακόμη σημαντικό ανεκμετάλλευτο δυναμικό στην εργασία και στο κεφάλαιο και η αβεβαιότητα είναι υψηλή».

Επισημαίνεται ότι ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι έχει πει πως η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να κάνει όλη τη δουλειά της τόνωσης της ανάπτυξης και πρέπει να συμβάλει και η δημοσιονομική πολιτική. Ο Σόιμπλε, ωστόσο, είναι αντίθετος ακόμη και με την πολιτική της ΕΚΤ που οδηγεί σε μηδενικά επιτόκια και ανταγωνίζεται έτσι την αποταμίευση των Γερμανών. Πόσω μάλλον να συναινέσει σε μια χαλαρή δημοσιονομική πολιτική.