Λίγο μετά την έκδοση του βιβλίου του «Γόμορρα», ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Ρομπέρτο Σαβιάνο δέχθηκε ένα τηλεφώνημα. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο τότε αρχηγός της αστυνομίας. Αν και προσπαθούσε να φανεί καθησυχαστικός, τον ενημέρωσε με μια φωνή που μαρτυρούσε ανησυχία ότι θα έπρεπε να τεθεί υπό αστυνομική προστασία εξαιτίας των απειλών της Μαφίας. «Για πόσο καιρό;» ρώτησε ο συγγραφέας. «Για μερικές ημέρες» του απάντησε ο αστυνομικός. Πέρασαν δέκα χρόνια.

Είναι ο ίδιος διάλογος που θα έπρεπε να είχε γίνει ανάμεσα στην αστυνομία και στην εισαγγελέα Τσατάνη η οποία έγινε την περασμένη εβδομάδα στόχος επίθεσης. Ή την αστυνομία και την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, τα γραφεία του οποίου έχουν γίνει στόχος δεκάδες φορές. Με την ίδια ανησυχία από την πλευρά των Αρχών για τις ζωές που απειλούνται, με την ίδια ενόχληση εκείνων που κινδυνεύουν για την εισβολή της φρουράς στην καθημερινότητά τους –ο Σαβιάνο το είπε, είναι αδύνατον να συνηθίσεις τους σωματοφύλακες.

Ο διάλογος αυτός όμως δεν έγινε ποτέ. Αντίθετα. Ενώ ένας συγγραφέας εκεί φωνάζει με όλη του τη δύναμη στους διώκτες του «καταραμένοι μπάσταρδοι, δεν με νικήσατε, είμαι ακόμη ζωντανός», ένα κόμμα και μια εισαγγελέας εδώ φωνάζουν μάταια για την ηχηρή απουσία της κρατικής προστασίας. Η διαφορά είναι τεράστια: αν ο Σαβιάνο εκεί είναι θύμα ενός κράτους που αδυνατεί να νικήσει το οργανωμένο έγκλημα, η Τσατάνη και το ΠΑΣΟΚ εδώ είναι θύματα ενός κράτους που μοιάζει να αδιαφορεί για τους λειτουργούς του και τους θεσμούς της δημοκρατίας. Μπορεί να φανταστεί κανείς ποιο είναι χειρότερο. Και φυσικά πιο επικίνδυνο.