Ο σκοπός ήταν να έχει λίγο απ’ όλα. Ολίγη από αυτοδιοίκηση. Ολίγη από αγορά. Λίγο ακαδημαϊκό λούστρο. Απ’ όλα όμως τα πρόσωπα που στρατολογήθηκαν για την Επιτροπή Διαλόγου για τη Συνταγματική Αναθεώρηση αυτό που ταιριάζει καλύτερα στους σκοπούς της είναι ο Γιώργος Κιμούλης.

Λένε ότι κακώς η Επιτροπή δεν έχει συνταγματολόγους. Δεν έχει μηχανικούς των θεσμών. Ομως, σκοπός της δεν είναι στ’ αλήθεια να καταστρώσει μια αναθεωρητική πρόταση. Αποστολή της είναι να οργανώσει μια καμπάνια λαϊκής συνταγματολογίας σε «όλους της δήμους της χώρας». Πρόκειται μ’ άλλα λόγια για πολιτικό φεστιβάλ. Οχι για αναθεωρητική διαδικασία, αλλά για παράσταση αναθεώρησης. Για έργο πολιτικού θεάτρου.

Θεατράνθρωπος με εκπεφρασμένη την αξίωση να λογίζεται και ως άνθρωπος της διανόησης, ο Κιμούλης έχει πείρα στα πολιτικά θεάματα. Ο ρόλος του εμψυχωτή του Οχι –με σπηλαιώδες το «Οοοοο» –στη λαοσύναξη του δημοψηφίσματος ήταν από τις πιο ένδοξες στιγμές του στη σκηνή. Τόσο ένδοξη, ώστε ο ίδιος ακόμη και σήμερα να μην πτοείται από αυτό που βίωσε ως «ήττα». Τόσο, ώστε να δηλώνει ακόμη «πιστός της ουτοπίας».

Δεν ήταν, όμως, κορυφαία στιγμή μόνο για τον περφόρμερ. Ηταν κυρίως η στιγμή παρόξυνσης μιας πολιτικής κουλτούρας που είχε μεν καλλιεργηθεί στη Μεταπολίτευση, αλλά έφτασε να γίνει καθεστώς με τον ΣΥΡΙΖΑ. Της κουλτούρας που δεν αναγνωρίζει στη δημοκρατία άλλο συστατικό από τον δήμο.

Ολα είναι λαός. Τα υπόλοιπα θεσμικά συστατικά της δυτικής δημοκρατίας –Βουλή, δικαστήρια, Τύπος, ανεξάρτητες Αρχές –είναι, στην καλύτερη περίπτωση, σκέτα εργαλεία.

Ετσι και τώρα, για την κυβέρνηση η αναθεώρηση είναι υπόθεση πολύ λαϊκή για να αφεθεί, όπως προβλέπει το Σύνταγμα, στο Κοινοβούλιο. Γι’ αυτό και την οργανώνει σαν συνδικαλιστικό ακτιβισμό. Γι’ αυτό και δεν έχει διστάσει ήδη να τη συνδέσει με ένα νέο –«συμβουλευτικό» –δημοψήφισμα.

Σε αντίθεση με τους μεταχειρισμένους εκσυγχρονιστές και τους λησμονημένους δεξιούς, που μετέχουν στην Επιτροπή, ο Κιμούλης ήταν ΣΥΡΙΖΑ ίσως και πριν από τον ΣΥΡΙΖΑ. Βετεράνος στα καμαρίνια της Αριστεράς, ήταν ένας από τους λίγους ενσωματωμένους στον ΣΥΡΙΖΑ καλλιτέχνες που είχαν τα ρητορικά (βλέπε και θεατρικά) μέσα για να δίνουν στη λαϊκίστικη κοινοτοπία ψευδαίσθηση βάθους.

Αυτό το ταλέντο τον κάνει περιζήτητο για τη νέα εξουσία: Μπορεί να μιλάει «αριστερά», όπως, ας πούμε, δεν θα μπορούσε ποτέ ο Λαζόπουλος. Οπως το θέατρό του διαφέρει από το ακομπλεξάριστα λαϊκό θέατρο λόγω κυρίως της εκζήτησης, έτσι και ο πολιτικός του λόγος διαφέρει από την κοινή τηλεπροπαγάνδα χάρη στην εξασκημένη σπουδαιολογία.

Σε μια εποχή που μέχρι και ο Λάκης έχει πάψει να «πιστεύει στην ουτοπία», ο Κιμούλης είναι χρήσιμος στην κυβέρνηση ως Λάκης πολυτελείας.