Κομμουνιστής είναι αυτός που έχει διαβάσει Μαρξ. Αντικομμουνιστής είναι αυτός που έχει διαβάσει Μαρξ και τον έχει καταλάβει. Θα μπορούσε να ισχύει και για τη μακροοικονομική παιδεία της κυβέρνησης. Το να ξέρεις –και να μπορείς επιτέλους να προφέρεις –τη φράση «debt sustainability analysis» δεν σημαίνει ότι έχεις όντως κάτι καταλάβει για το χρέος.

Παλαιός κομμουνιστής –παλαιότερος του ανεκδότου για τον Μαρξ -, ο Γιάννης Δραγασάκης προβαλλόταν ως κεφάλαιο για τον ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο επειδή δεν είχε τον παρορμητισμό της νεανικής ομάδας του Μαξίμου, αλλά κυρίως επειδή δεν είχε τον οικονομικό αναλφαβητισμό της. Η αντίληψή του δεν εξαντλούνταν στις μπροσούρες της αντιπαγκοσμιοποίησης της δεκαετίας του ’90.

Αντανάκλαση της διαφοράς γενεών και αντίληψης ήταν η πρόσφατη καμπάνα του αντιπροέδρου για τις προοπτικές διευθέτησης του χρέους. Μπορεί σε δεύτερο χρόνο η κομμουνιστική νομιμοφροσύνη του Δραγασάκη να καταπλάκωσε τις επιφυλάξεις του. Ωστόσο η προειδοποίησή του ότι δεν πρέπει να καλλιεργούνται υπερβολικές προσδοκίες για το χρέος συνιστούσε κατηγορηματικό κούρεμα της γραμμής του Μαξίμου –που εξακολουθεί να δίνει στο χρέος περιωπή ιερού δισκοπότηρου.

Μπορεί αυτή να ήταν η μόνη δημόσια αλλά δεν ήταν η πιο σοβαρή από τις εντάσεις μεταξύ της αντιπροεδρίας και του Μαξίμου. Ο Δραγασάκης λέγεται ότι είχε δείξει το προηγούμενο διάστημα πολύ μεγαλύτερη κατανόηση στις ενστάσεις της Τραπέζης της Ελλάδος για την Αττικής. Κατανόηση που δεν αποδίδεται τόσο στην προσωπική χημεία μεταξύ διοικητή της ΤτΕ και αντιπροέδρου όσο στην επίγνωση του τελευταίου για την τροπή που απειλούσε να πάρει η υπόθεση της τράπεζας. Μιας τράπεζας με την οποία ο Δραγασάκης έχει παλαιά συνάφεια, ως πρώην σύμβουλος διοικήσεως μέχρι το 2012.

Κι όμως, ήταν ο αντιπρόεδρος που λανσάρισε πρώτος τη θεωρία ότι όχι μόνο θα μπορούσε, αλλά και θα έπρεπε να αναπτυχθεί ένα παράλληλο τραπεζικό σύστημα. Ενα δίκτυο ημιδημόσιων, τάχα κοινωφελών, «κόκκινων» Landesbanken –όπως είναι, ή μάλλον όπως ήταν, στη Γερμανία οι περιφερειακές τράπεζες –που δεν θα λογοδοτούν στην Φρανκφούρτη, ούτε στον εγχώριο «τοποτηρητή» της. Ενα δίκτυο από συνεταιριστικά μαγαζάκια που θα αιμοδοτούσαν τη μικρή επιχειρηματικότητα.

Η Αττικής μπορεί εκ των υστέρων να ιδωθεί ως πείραμα τέτοιου αγαθού κρατισμού. Κρατισμού που είναι αγαθός όσο δεν είναι υπαρκτός. Που όταν γίνεται υπαρκτός διαμεσολαβείται πάντα από πολιτικές, παραπολιτικές και κουμπαρικές σκοπιμότητες.

Η αντιπροεδρία δοκίμασε χθες να εξωραΐσει την αντιπαράθεση της κυβέρνησης με την ΤτΕ, με μια απολογητική διαρροή που ταυτόχρονα ξόρκιζε τη «γενικευμένη ποινικοποίηση του τραπεζικού συστήματος». Ο λυκειάρχης της κυβέρνησης εμφανιζόταν έτσι πάλι να δικαιολογεί τις ορμές των εφήβων. Ομως, το να καταγγέλλει αυτή η κυβέρνηση τη «γενικευμένη ποινικοποίηση» είναι σαν να καταγγέλλουν οι παπατζήδες τις ψυχοφθόρες συνέπειες του τζόγου.