Ο Ρουμελιώτης; Πάλι ο Ρουμελιώτης; Είναι μια ερώτηση που αδικεί το αντικείμενό της. Μια ερώτηση που την υπονομεύουν τα ιστορικά δεδομένα. Γιατί σταδιοδρομώντας τα τελευταία τριάντα-και-βάλε χρόνια από δημοσίου αξιώματος σε δημόσιο αξίωμα ο Ρουμελιώτης δεν είναι ποτέ «πάλι». Το μόνο που επαναλαμβάνεται αναλλοίωτο είναι το ταλέντο του στην επιβίωση.

Η αλήθεια είναι ότι δεν χρειάστηκε να εξαντλήσει αυτό το ταλέντο για να βρεθεί ξανά στα πράγματα με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η νέα εξουσία είχε αναπτύξει καλό σκάουτινγκ στα έγκατα της πασοκικής επετηρίδας. Ο Ρουμελιώτης ξεχώριζε ως πρώην εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ. Η θητεία του διασταυρωνόταν με την επίμαχη περίοδο του πρώτου Μνημονίου, γεγονός που ο ίδιος διαχειρίστηκε πολύ επιδέξια ως κεφάλαιο. Πρώτα τροφοδότησε την αντιμνημονιακή καχυποψία με δηλώσεις και πονήματα. Και, σε δεύτερο χρόνο, εξαργύρωσε πολιτικά αυτή τη δραστηριότητα με τον διορισμό του από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στο αεροδρόμιο.

Ο άνθρωπος που ένα βράδυ πήρε από την Ουάσιγκτον το αεροπλάνο πιστεύοντας ότι θα προσγειωνόταν στην Αθήνα για να ορκιστεί Πρωθυπουργός –τον Νοέμβριο του 2011, ως παπανδρεϊκή ρεζέρβα του Πετσάλνικου –έχει τη μαγική ιδιότητα να ξεφυτρώνει στο σανίδι της Ιστορίας. Ποτέ σε πρώτο ρόλο, αλλά πάντα στο βάθος της σκηνής.

Τώρα τον βρίσκει κανείς στο φόντο της κρίσης στις σχέσεις του Μαξίμου με την Τράπεζα της Ελλάδος. Η κυβέρνηση –ή, τέλος πάντων, ο στενός πυρήνας της που αποφασίζει γι’ αυτά που δεν λέγονται –προσπαθεί από καιρό να εγκαταστήσει στην Τράπεζα Αττικής μια διοίκηση της εμπιστοσύνης της. Ο έλεγχος της μη συστημικής Αττικής μόνο ασύνδετος δεν είναι με τα υπόλοιπα σχέδια της κυβέρνησης. Στο τρίγωνο των εμμονών της ομάδας του Μαξίμου οι δύο πλευρές είναι οι τράπεζες και τα ΜΜΕ.

Με τον διαφαινόμενο περιορισμό του Ρουμελιώτη σε μη εκτελεστικό ρόλο η κυβέρνηση χάνει άλλη μια φορά σε αυτό που η ίδια αντιλαμβάνεται ως εσωτερικό power game –ως ανταγωνισμό ισχύος για να κουμπώσει το τρίγωνο.

Είναι βεβαίως εύκολο να χρεώσει αυτή την αποτυχία της στον διοικητή της ΤτΕ. Αλλά αν ήταν άλλος ο διοικητής, θα μπορούσε η κυβέρνηση να προωθήσει τάχα ανενόχλητη τα σχέδια της; Θα μπορούσε να περάσει κάτω από το ραντάρ της ΕΚΤ;

Θα μπορούσε, αν ζούσαμε στην εποχή που ο Ρουμελιώτης ήταν υπουργός Οικονομίας –και ο Ντέταρι έβαζε 15 γκολ τη σεζόν. Αν αντί για την Τράπεζα Αττικής συζητούσαμε για την Τράπεζα Κρήτης. Αν σε αυτή την τράπεζα είχαν ακουμπήσει τα αποθεματικά τους δημόσιοι φορείς. Αν από αυτή την τράπεζα ποτίζονταν, όπως τότε, νέοι πυλώνες μιντιακής ισχύος.

Ο Ρουμελιώτης θα ήταν «πάλι ο Ρουμελιώτης», αν γυρνούσαμε στην περήφανη και κυρίαρχη Ελλάδα του ’89. Σε μια Ελλάδα δραχμικά κυρίαρχη. Περήφανα περίκλειστη. Θεσμικά ατροφική. Αλλά δεν γίνεται τέτοια οπισθόδρομηση. Γίνεται;