Κάθε υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ που μιλά για το μέλλον των εργαζομένων στα κανάλια που κλείνουν, παρουσιάζει και μια διαφορετική εκδοχή. Αυτό δεν είναι απαραίτητα ενορχηστρωμένο. Ουδείς, ούτε η κυβέρνηση ούτε τα επιχειρηματικά σχήματα που πλειοδότησαν στη διαδικασία, γνωρίζει το πώς θα διαμορφωθεί το τηλεοπτικό τοπίο, στο οποίο θα κληθούν να λειτουργήσουν τους επόμενους μήνες. Ο ίδιος ο υπουργός Επικρατείας που πριν από λίγες ημέρες επέμενε ότι η κυβέρνηση θα ανοίξει τη διαδικασία αδειοδότησης θεματικών και περιφερειακών σταθμών μόλις ολοκληρωθεί η δημοπράτηση των τεσσάρων αδειών γενικού περιεχομένου, τώρα σιωπά. Από τη στιγμή που το ποντάρισμα για τις πρώτες έφτασε σε δυσθεώρητα ύψη, οι νέοι καναλάρχες διαμήνυσαν στον υπουργό Επικρατείας ότι ενδεχόμενη δημοπράτηση θεματικών αδειών –προφανώς με χαμηλότερο τίμημα –θα δημιουργήσει συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού στην τηλεοπτική αγορά. Με το ενδεχόμενο να βρεθεί μπροστά σε νέα μπλεξίματα, η κυβέρνηση το ξανασκέπτεται. Το μέλλον χιλιάδων εργαζομένων είναι, βέβαια, ευαίσθητο πολιτικά θέμα για μια αριστερή κυβέρνηση, χρεώνεται πάντως ως παράπλευρη απώλεια στον πολεμικό ισολογισμό των κυβερνητικών. Απώλεια που αμβλύνεται από τις ιαχές των διαφόρων μουτζαχεντίν του Διαδικτύου, που συντηρούν πρόθυμα τη ρητορική του μίσους και των συμψηφισμών.

Η κυβέρνηση όμως θα συνεχίσει να κρατά ψηλά στην ατζέντα το θέμα των καναλιών ως αντιστάθμισμα στην υπερφορολόγηση, την ανοιχτή δεύτερη αξιολόγηση και τα μαύρα μαντάτα που καταφθάνουν από την Εσπερία για την υποδόση που ήταν να εκταμιευθεί τον Σεπτέμβριο. Η μέθοδος των κυβερνητικών είναι πια δοκιμασμένη –ρίχνουν την μπάλα σε άλλο τερέν (εκλογικός νόμος, συνταγματική αναθεώρηση, αλλαγές στην Παιδεία, αδειοδότηση και διαπλοκή) για να εγγράψουν πολιτικά κέρδη μακριά από το πεδίο της οικονομίας. Το πεδίο των τηλεοπτικών αδειών, άλλωστε, ήταν εδώ και καιρό προνομιακός χώρος για τον ΣΥΡΙΖΑ: τα κανάλια ήταν ο βολικός εχθρός, απαξιωμένος στη συνείδηση της κοινωνίας. Και το σκηνικό που έστησε εξυπηρετούσε το κυβερνητικό αφήγημα: βάζουμε τάξη στο τηλεοπτικό τοπίο, υποχρεώνουμε τους καναλάρχες να πληρώσουν, στριμώχνουμε και την αντιπολίτευση που κοιτάζει αμήχανη τα αποτελέσματα της διαδικασίας.

Πώς θα εξελιχθεί βέβαια η διαδικασία των αδειοδοτήσεων, τι νομικά προβλήματα μπορεί να προκύψουν από το Συμβούλιο της Επικρατείας, τα ευρωπαϊκά όργανα ή τους ίδιους τους επιχειρηματίες στην πορεία εφαρμογής του νέου τοπίου, δεν επηρεάζουν τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Ο στόχος επετεύχθη: ο Αλέξης Τσίπρας θα ανέβει στη Θεσσαλονίκη για τα εγκαίνια της ΔΕΘ κρατώντας στο χέρι την επιταγή των 246 εκατ. ευρώ, αφού δεν υπάρχει πια πρόγραμμα Θεσσαλονίκης ούτε παράλληλο πρόγραμμα για να πουλήσει στους υποστηρικτές του. Αρτος και θέαμα, δηλαδή, και κυβερνητικά πανηγύρια. Η κοινωνία, βέβαια, είναι πια μαθημένη.