Οι νεκροί έχουν φτάσει πλέον τους 250, οι τραυματίες τους 365, ενώ η γη συνεχίζει να τρέμει στην Ιταλία: οι σεισμικές δονήσεις έχουν ξεπεράσει τις 640 μετά τον σεισμό των έξι βαθμών που συγκλόνισε προχθές τη νύχτα τις κεντρικές περιοχές της χώρας ισοπεδώνοντας τρία ολόκληρα χωριά. Η επιχείρηση ανεύρεσης επιζώντων ανάμεσα στα ερείπια δεν έχει σταματήσει ούτε λεπτό. Είναι ένας αγώνας κόντρα στον χρόνο και τις σεισμικές δονήσεις: κάποιες από αυτές ήταν τόσο ισχυρές ώστε προκάλεσαν την πλήρη κατάρρευση κτιρίων που είχαν μισογκρεμιστεί. Την ίδια ώρα άγνωστος παραμένει ο αριθμός των αγνοουμένων. Ο λόγος είναι ότι στα τρία κατεστραμμένα χωριά υπήρχαν πολλοί τουρίστες και περαστικοί, όπως δήλωσε ο επικεφαλής της υπηρεσίας πολιτικής προστασίας Φαμπρίτσιο Κούρτσο. Η πιο ισχυρή από τις μετασεισμικές δονήσεις μετρήθηκε στους 4,3 βαθμούς. Από αυτή τη δόνηση προκλήθηκαν ζημιές στο δημοτικό γυμναστήριο, με αποτέλεσμα να εκκενωθεί για λόγους ασφαλείας. Ανάμεσα στα κτίρια που καταστράφηκαν εντελώς είναι και το ιστορικό ξενοδοχείο Roma. Τα συνεργεία διάσωσης συνέχιζαν το έργο τους στα ερείπια του ξενοδοχείου, καθώς αρχικά υπήρχαν φόβοι ότι σε αυτό διέμεναν 80 άτομα. Οπως διαπιστώθηκε στη συνέχεια, οι πελάτες ήταν 32. Από αυτούς οι μισοί κατάφεραν να σωθούν. Στην αναζήτηση τυχόν επιζώντων στα ερείπια των τριών χωριών συμμετέχουν 880 πυροσβέστες, με τη βοήθεια 43 σκύλων. Εχουν ανασυρθεί ζωντανά 215 άτομα, ενώ στην ευρύτερη περιοχή επιχειρούν 2.027 πυροσβέστες και περισσότεροι από 5.000 υπάλληλοι της υπηρεσίας πολιτικής προστασίας.

Καθώς πάντως αναδεικνύεται το μέγεθος της τραγωδίας, αναδύονται και τα πρώτα ερωτηματικά. Η Εισαγγελία του Ριέτι διέταξε έρευνα σχετικά με τους λόγους για τους οποίους κατέρρευσαν κτίρια που είχαν αναστηλωθεί πρόσφατα –ανάμεσα σε αυτά και το σχολείο του Αματρίτσε. Μαζί με τα ερωτηματικά, κι ενώ ο μεγάλος πανικός αρχίζει να υποχωρεί, κάνουν την εμφάνισή τους και οι πρώτες εκδηλώσεις οργής. Οι ανέστιοι φτάνουν τους 2.500, πολλές οικογένειες φιλοξενούνται πλέον σε σκηνές, αλλά ακόμη περισσότεροι άστεγοι προτιμούν κοιμηθούν στα αυτοκίνητά τους κοντά στα σπίτια τους –κι ένας λόγος είναι ο φόβος των κλοπών στα απροστάτευτα σπίτια.

Η βασική αγωνία πάντως είναι μία: γιατί καταρρέουν τόσο πολλά σπίτια. Η εξήγηση που έδωσε ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι ότι τα κτίρια είναι παλιά, δεν πείθει. Κι αυτό γιατί ανάμεσα στα κατεστραμμένα κτίρια υπάρχουν και κάποια καινούργια –το φαινόμενο είχε παρατηρηθεί και στον σεισμό που ισοπέδωσε πριν από επτά χρόνια τη Λ’ Ακουιλα. Παρατηρείται επίσης ότι πολύ σοβαρές ζημιές υπέστησαν και κτίρια για τα οποία είχαν διατεθεί κονδύλια για την αντισεισμική τους προστασία –το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το νοσοκομείο του Αματρίτσε, τμήμα του οποίου κατέρρευσε. Τα ίδια ερωτήματα είχαν τεθεί και μετά τον σεισμό της Λ’ Ακουιλα. Και τότε είχαν δοθεί οι ίδιες υποσχέσεις. Που όπως φαίνεται δεν τηρήθηκαν ή βούλιαξαν στη μαύρη τρύπα της διαφθοράς που ταλανίζει σε όλα τα επίπεδα το ιταλικό κράτος.

Η μητέρα

Ενα από τα νεότερα σε ηλικία θύματα ήταν 18 μηνών. Η μητέρα του νεκρού βρέφους είχε βγει ζωντανή από τον σεισμό που πριν από επτά χρόνια είχε ισοπεδώσει τη Λ’ Ακουίλα, ιστορική πόλη της Κεντρικής Ιταλίας.

Πριν από το 1981 το 80% των ιταλικών σπιτιών

Στην Ιταλία το 80% των κτιρίων έχει κατασκευαστεί προ του 1981, χρονιά που θεωρείται ορόσημο καθώς τον Νοέμβριο του 1980 μια ισχυρότατη σεισμική δόνηση στην Ιρπίνια της Καμπανίας είχε κοστίσει τη ζωή σε 2.914 ανθρώπους. Η τραγωδία εκείνη είχε επιφέρει την υποχρεωτική κατασκευή των νέων κτιρίων με αντισεισμικές προδιαγραφές. Οπως αποδεικνύεται όμως, έγιναν ελάχιστα στο θέμα της αντισεισμικής θωράκισης των παλαιότερων κτιρίων, πολλά από τα οποία μετρούν ολόκληρους αιώνες ζωής. Φωτεινή εξαίρεση αποτελεί το Νόρτσα, ένα χωριό που απέχει λίγα χιλιόμετρα από το επίκεντρο και το οποίο υπέστη ελάχιστες ζημιές χάρις στο πρόγραμμα αντισεισμικής προστασίας που υιοθέτησαν οι τοπικές Αρχές μετά τον σεισμό του 1979.