Αν είναι έγκλημα να ζω

Ε, τότε, ναι, ομολογώ

Αλεξ. Πανούσης, «Προσφυγιά»

Αναρωτιέμαι πώς υπηρετείται το αξιακό δικαιικό σύστημα όταν η Δικαιοσύνη είναι απρόσιτη, αναποτελεσματική, «συναλλασσόμενη». Οταν ο χρόνος ακυρώνει τη δίκαιη δίκη και την έννομη προστασία [προσδιορισμοί υποθέσεων το 2030]. Οταν ο κόσμος βιώνει την αδικία, αλλά ο δικαστής εξακολουθεί να μην του εξηγεί πού και γιατί ατύχησε, αρκούμενος στα ακατάληπτα για τους περισσότερους δικονομικοτυπικά.

Η μοίρα δεν [κατα]δικάζεται γιατί συχνά είναι πιο σκληρή από τους ανθρώπινους νόμους, γι’ αυτό υποχρεούται η Δικαιοσύνη να μη δίνει νεκρές απαντήσεις σε ζωντανά αγωνιώδη ερωτήματα.

Οσο η αδικία διαβρώνει τη Δημοκρατία άλλο τόσο η κρίση εμπιστοσύνης στη Δικαιοσύνη εμπεδώνει στους πολίτες την αίσθηση ότι υπάρχουν «ανισότιμα δικαιώματα» ή κι ότι η αυθαιρεσία, ως προνόμιο των ισχυρών και των θεσμών, παραμένει στο απυρόβλητο.

Η απονομή του δικαίου είναι τέχνη, επιστήμη και ήθος κι όχι ένδειξη πολιτικότητας ή αυταρχικότητας.

Ούτε το L’état c’est moi ούτε η λενινιστική άποψη «δημοκρατία για τους μεν/δικτατορία για τους δε» υπηρετούν ένα σύγχρονο Κράτος Δικαίου.

Το αυταρχικό Κράτος με το φιλολαϊκό προσωπείο εύκολα μπορεί ν’ αντικαταστήσει τον ένα «εχθρό» [π.χ. τον κομμουνισμό] μ’ έναν άλλο [π.χ. τον φιλελευθερισμό]χρησιμοποιώντας τα ίδια επιχειρήματα αντεστραμμένα.

Σφηνωμένος ανάμεσα στην πολιτική της δύναμης [και τον εξαναγκασμό μόνον «των άλλων»] και το χρέος διαφύλαξης αξιών και προστασίας όλων των πολιτών από το Κράτος – Αφέντη, ο δικαστής, απελευθερωμένος ακόμα κι από τις προσωπικές του πεποιθήσεις, οφείλει να εγγυηθεί την ισονομία και τη μη μετατροπή του σ’ εργαλείο οποιασδήποτε εξουσίας.

Μολονότι η κάθε Κυβέρνηση θέλει να ποδηγετεί τους δικαστές [κυρίως μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης και της ελεγχόμενης Ιεραρχίας] η ζωντανή φωνή του νόμου και του λαού γνωρίζει καλά ότι «ο βασιλιάς πεθαίνει, η δικαιοσύνη όχι».

Ζούμε σ’ εποχές όπου όλα τα δικαιώματα έχουν μπει σε αναδιαπραγμάτευση, όπου η κοινωνία μεταβάλλεται με βίαιο τρόπο [μέσω της αλλοπρόσαλλης διαχείρισης της κρίσης], όπου το δίκαιο της πλουραλιστικής πληροφόρησης και το δίκαιο της απάντησης «οριοθετούνται» [ίσως για να γίνουν πιο αντικειμενικά!] κι όπου όλα δείχνουν ότι πορευόμαστε σε πολιτικό dirigisme [ένα από τα χαρακτηριστικά του οποίου θα είναι ότι θα νομοθετεί με «εξαιρέσεις» κι όχι με κανόνες].

Δεν ξέρω αν η Δικαιοσύνη, κι ο κάθε δικαστής ξεχωριστά, μπορούν να παρέμβουν, με βάση το Σύνταγμα και τους ισχύοντες νόμους, και να νουθετήσουν όσους έχουν στο μυαλό τους να χρησιμοποιήσουν τις δίκες ως εκκαθάριση λογαριασμών ή ως εξαρτήματα μίας «μηχανής κατάληψης». Θέλω όμως να πιστεύω ότι ο μύθος πως ο Δίας για να σώσει τους ανθρώπους έστειλε την Ντροπή και το Δίκαιο εξακολουθεί να συγ-κινεί κάποιους.

ΥΓ. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης πρέπει να ενωθεί με το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη σε Υπουργείο Ελευθεριών.