Επιτέλους, η Εθνική Βιβλιοθήκη απέκτησε ένα καινούργιο κτίριο για να αναπτυχθεί –και η πόλη ένα καινούργιο πάρκο γύρω της. Ιδρύθηκε ως θεματοφύλακας της γραπτής εθνικής παρακαταθήκης το 1832 και υπήρξε για δεκαετίες το κέντρο της ελληνικής πνευματικής ζωής, πριν και μετά τη στέγασή της, το 1903 (έξι χρόνια μετά τον ατιμωτικό πόλεμο του 1897), στο κτίριο όπου βρίσκεται σήμερα, το σχεδιασμένο από τον αρχιτέκτονα της περίφημης Τριλογίας του αθηναϊκού κέντρου, τον Θεόφιλο Χάνσεν, αλλά τις τελευταίες δεκαετίες δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει τις εξελίξεις. Τα τελευταία χρόνια ήταν απλώς ένας χώρος μόνο για ερευνητές και βιβλιόφιλους. Ολα συνηγορούσαν υπέρ του ότι η Εθνική Βιβλιοθήκη χρειαζόταν περισσότερη άπλα και μια νέα σχέση με το ευρύ κοινό, από το οποίο ήταν αποξενωμένη.

Ο ρόλος μιας Εθνικής Βιβλιοθήκης είναι πάντοτε στρατηγικής σημασίας. Το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, προφανώς έχοντας διαγνώσει την απόσταση από την κιβωτό της γραπτής μνήμης των Ελλήνων, επέλεξε να συμβάλει στην αλλαγή αυτής της σχέσης. Η επιλογή του Ιδρύματος, σε συνεννόηση με το κράτος, να αναλάβει τη δημιουργία ενός σύγχρονου κτιριακού συγκροτήματος για να στεγάσει την Εθνική Βιβλιοθήκη (στην πορεία προστέθηκε και η Εθνική Λυρική Σκηνή) ήταν προφανώς στρατηγική. Η προσέγγιση του Ιδρύματος και του κράτους έγινε το 2006 (το κράτος προσέφερε το οικόπεδο), την επόμενη χρονιά υπεγράφη μνημόνιο συνεργασίας, τον Φεβρουάριο του 2008 το έργο, με διεθνή διαγωνισμό, ανατέθηκε στον σπουδαίο αρχιτέκτονα Ρέντσο Πιάνο, το 2009 ψηφίστηκαν οι νόμοι, τα έργα άρχισαν το 2011 και θα παραδοθούν φέτος –ήδη ο χώρος έχει αποκτήσει λειτουργικότητα. Στη χώρα του Γεφυριού της Αρτας, ένα έργο που παραδίδεται στην ώρα του είναι ρεκόρ.

Την περασμένη εβδομάδα, η Βιβλιοθήκη και το Πάρκο δέχθηκαν τους πολίτες με πλήθος καλλιτεχνικών εκδηλώσεων. Ως συνήθως, όμως, όταν έχουμε ένα θετικό νέο, μετά αρχίζει η γκρίνια. Τι του λείπει του ψωριάρη, δεν έχουμε άλλες προτεραιότητες, γιατί να μην κατεβεί στην Παραλιακή το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (αυτό κι αν είναι Γεφύρι της Αρτας), πώς θα συντηρηθεί το Πάρκο… Πόση κακομοιριά.

Η ενδημική γκρίνια των νοσταλγών ενός ιδεατού βουκολικού επαρχιωτισμού (ενδυναμωμένου στα νάματα του επαναστατικού λυρισμού) είναι μια ασήμαντη λεπτομέρεια. Αφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι… Πέρα από την κακομοιριά, η ουσία είναι ότι χωρίς τέτοιες πρωτοβουλίες η χώρα θα ήταν μια έρημος. Κι ότι αν η πρωτεύουσα οφείλει κάτι στους κατοίκους της, αυτό είναι περισσότερες ανάσες ελεύθερου χρόνου, κιβωτοί φύλαξης και ανάδειξης της μνήμης, χώροι που θα αναδεικνύουν το μοντέρνο, χώροι προσέλκυσης κοινού (όσο περισσότερα μαζί τόσο καλύτερα). Η Αθήνα είναι μια παγκόσμια δυτική μητρόπολη, μέτρο σύγκρισής της είναι το Παρίσι, η Ρώμη, το Βερολίνο, η Νέα Υόρκη. Θέλουμε να ζούμε στο μέλλον –η ιστορία της πόλης και της χώρας εκεί οδηγούν, όχι σε ένα σκοτεινό, λασπωμένο, θλιβερό ανατολίτικο παρελθόν.