Ας επινοήσουμε έναν νεολογισμό για να συνεννοηθούμε καλύτερα: θηλυκή ορθότητα. Οπως, δηλαδή, λέμε πολιτική ορθότητα αλλά με αποκλειστική αναφορά σε αρχές και αξίες μεταξύ γυναικών. Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν, μια γυναίκα στην Ελλάδα σήμερα, για να επιδείξει και να αποδείξει ανωτερότητα και αυτοπεποίθηση, οφείλει να δηλώνει ότι βρίσκει εξαιρετικά συμπαθή, ταλαντούχα και όμορφη τη Δήμητρα Ματσούκα. Στην πραγματικότητα, ελάχιστες από αυτές που το λένε, το εννοούν. Εν μέρει δικαιολογημένο. Ανθρώπινο συναίσθημα η ζήλεια, ακόμη και ο φθόνος. Και αν είναι αλήθεια αυτό που λένε ότι ακόμη, δηλαδή, και η σκέψη αποτελεί τεκμήριο απιστίας, στη συντριπτική τους πλειονότητα οι άνδρες, όλων των ηλικιών, έχουν απατήσει τη σύντροφό τους με τη 42χρονη ηθοποιό. Επίσης και όλων των ερωτικών επιλογών. Διότι ξέρω αρκετούς γκέι που, αν πήγαιναν με μια γυναίκα, θα ήταν αυτή.

Τέλος πάντων, αυτά είναι γνωστά και επαναλαμβανόμενα. Ο λόγος που τον τελευταίο καιρό η Ματσούκα «έπαιξε» πρώτο θέμα στη διαδικτυακή επικαιρότητα δεν είναι μόνο η περιοδεία της ανά την Ελλάδα ως Ρωξάνη στον «Σιρανό ντε Μπερζεράκ» με τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο. Ούτε οι 100.000 που της χρωστά τηλεοπτικός παραγωγός, αλλά κυρίως το ότι πύκνωσε τις τάξεις αυτής της ιδιότυπης ελαφράς ταξιαρχίας γυναικών καλλιτεχνών που –αυθόρμητα ή επί τούτου –τον τελευταίο καιρό συνιστούν την εμπροσθοφυλακή της συριζαϊκής ή τσιπρικής σόουμπιζ, η οποία έχει πολλές εκφάνσεις. Από την μπουζουκογενή γραφικότητα της Αντζυς Σαμίου στην πολιτική ανωριμότητα της Ελεωνόρας Ζουγανέλη, τον λαϊκίστικο θυμό της Ραλλίας Χρηστίδου, τον ιδεοληπτικό διδακτισμό της Μαριάννας Τουμασάτου. Μαζί τους τώρα και η Δήμητρα Ματσούκα, η οποία σε πρόσφατη συνέντευξή της είπε: «Ο Αλέξης Τσίπρας ήταν ο μοναδικός που με ενέπνευσε έπειτα από πολλά χρόνια να κινητοποιηθώ και να πιστέψω. Δεν είναι ότι απογοητεύτηκα και βρήκα κάτι άλλο. Δεν έχω βρει τίποτα προς το παρόν στο οποίο να θέλω να επενδύσω με την πίστη μου. Δεν ξέρω τι έφταιξε, πάντως παρατηρώ πως ακόμη και στον δικό μου χώρο, του πολιτισμού, συμβαίνουν μικροπολιτικές. Ο Αλέξης Τσίπραςσυνεχίζει να μου είναι συμπαθής για κάποιο λόγο. Ισως γιατί έχω ανάγκη να πιστέψω πως ένας άνθρωπος σε αυτή την ηλικία είναι μια καινούργια φωνή, είναι το νέο, το φρέσκο. Καταλαβαίνω ότι βρέθηκε στην πιο δύσκολη στιγμή να κυβερνήσει, αλλά το ήξερε». Η πολιτική τεκμηρίωση με επιχειρήματα Βουλής των Εφήβων είναι κοινή στις απόψεις όλων των κυριών. Ενώ όμως για τις υπόλοιπες μπορεί και να αιωρείται μια υποψία ότι οι δηλώσεις έγιναν για να υποστηρίξουν ένα προφίλ που χτίζουν (ή προσπαθούν να υπενθυμίσουν) μετ’ επιτάσεως, η Ματσούκα όχι μόνο δεν νοιάστηκε ποτέ στην εικοσάχρονη καριέρα της για τη δημόσια εικόνα της αλλά, τουναντίον, μοιάζει σαν να προσπαθεί συστηματικά να την αποδομήσει. Οταν πέρυσι την άκουσα, ως Εντα Γκάμπλερ, να λέει σε κάποιο σημείο του ιψενικού δράματος «η γελοιότητα και η μικροπρέπεια πέφτουν σαν κατάρα πάνω σε ό,τι αγγίζω», μου φάνηκε, εκτός ρόλου, σαν αυτοσαρκασμός. Ή σαν αυτομαστίγωμα.

Στην τηλεοπτική μας πραγματικότητα μπήκε το 1993 όταν, παράλληλα με τις σπουδές της στη Δραματική Σχολή του Γιώργου Θεοδοσιάδη, άρχισε να εμφανίζεται σε διάφορες σειρές. Κατέκτησε μια σχετική αναγνωρισιμότητα, αλλά η επιτυχία ήρθε το 2000 με το σίριαλ του Βασίλη Νεμέα «Κάτι τρέχει με τους δίπλα». Ηταν εκεί που το αισθησιακό νιαούρισμά της «κύριε Μάνο» έγινε, για την εγχώρια ερωτική μυθολογία, κάτι σαν το «Happy birthday Mr President» της Μέριλιν για τους Αμερικανούς. Από τότε υπηρετεί τον τίτλο του απόλυτου sex symbol με συστηματική και απολύτως συνειδητή… ασυνέπεια. Αλλοτε τον αποθεώνει και άλλοτε τον καταβαραθρώνει. Και στις δύο περιπτώσεις όμως δεν καταφέρνει να ξεφύγει ούτε από αυτόν ούτε από τη σκανδαλολογία που την ακολουθεί. Το θέμα είναι αν αυτό το εκρηκτικό μείγμα «έρωτα και αναρχίας» που χαρακτηρίζει την εικόνα της εμποδίζει τη θέα στο σημαντικό, ολίγον ερεβώδες και, κατά πολλούς, ανεκμετάλλευτο ταλέντο της. Γιατί οι ειδικοί του θεάτρου λένε ότι η Ματσούκα δεν είναι just another pretty face. To έχει αποδείξει στην Επίδαυρο όταν εμφανίστηκε στους «Βατράχους» του Αριστοφάνη, στο «Ημέρωμα της στρίγκλας», στο «Ο Περλιμπλίν και η Μπελίσα», στην «Πορνογραφική σχέση» με τον Στέλιο Μάινα ή όταν κέρδισε το στοίχημα της επί σκηνής αναμέτρησης με την υποκριτική ιδιοφυΐα του Γιώργου Κιμούλη στη «Συνέντευξη». Αλλά οι καταναλωτές της εικόνας θυμούνται από τη συμμετοχή της στην «Κόρη του Ρέμπραντ» του Παναγιωτόπουλου το αποκαλυπτικό φόρεμά της, από τον ρόλο της στα «Ματωμένα χώματα» τη σκηνή του μπάνιου στο ποτάμι με τα βρεγμένα ρούχα να κολλούν στο σώμα της και από την επίσκεψή της τον περασμένο Νοέμβριο στο Προεδρικό Μέγαρο (ως μέλος της αντιπροσωπείας των ελλήνων σκηνοθετών με αφορμή την επαναφορά φόρου στα κινηματογραφικά εισιτήρια) το βαθύ ντεκολτέ της. Ή τον σάλο που προκάλεσε πριν από λίγους μήνες στο Διαδίκτυο όταν δημοσίευσε τη φωτογραφία ενός εικαστικού έργου, όπου η καθολική φιγούρα της Παναγίας προσομοίαζε σε αιδοίο.

Ποια είναι τελικά η Δήμητρα Ματσούκα; Οσο μπορεί να κρίνει κανείς από τη δημόσια εικόνα της, μια καλή ηθοποιός που δεν περιέβαλε ποτέ τη σεξουαλικότητά της με καθωσπρεπισμό ώστε να την κάνει πιο εύπεπτη. Αλλά και μια γυναίκα με ιδιάζον χιούμορ που όσο και αν αυτοί που το γνωρίζουν και το εκτιμούν της αποδίδουν μια κορυφαία ατάκα –«Υστερα από αυτό το ένατο χελιδόνι που λέει το τραγούδι, υπάρχει και δέκατο και ενδέκατο;» -, την ίδια μάλλον δεν τη νοιάζει, όσοι από την άλλη δεν το ξέρουν, να νομίζουν ότι είναι η απορία μιας μελαχρινής «χαζής ξανθιάς». Αυτή ακριβώς η αντίφαση προσδίδει στην ελαφράδα της ομορφιάς μια δραματικότητα που την κάνει πιο ενδιαφέρουσα. Και διαχρονική.