Εκείνο το απόγευμα του Ιουνίου δεν είχε τίποτα το ξεχωριστό. Η ζέστη άνοιγε την πόρτα του καλοκαιριού και η Εθνική το παράθυρο του Euro. Ο Κώστας ήθελε πάντα να ξεχωρίζει: θα νικήσουμε, υποστήριζε. Ο Σωτήρης μιλούσε πάντα στο τέλος: θα δούμε, έλεγε. Κι εγώ; Κατέθετα το αυτονόητο: με τρία γκολ να είμαστε και ευχαριστημένοι.

Η Ελλάδα νίκησε την Πορτογαλία και ο ήλιος ανέτειλε από τη Δύση και μάλιστα σε ώρα δειλινού!

Από εκείνο το βράδυ τίποτα δεν θα ήταν σαν και πριν. Από εκείνο το βράδυ μας χωρίζουν 12 χρόνια και μια άλλη Ελλάδα.

Τελικά ήμασταν η τυχερή γενιά του αιώνα ή η αδικημένη;

Τελικά τα όνειρα αξίζει να πεθαίνουν με την εκπλήρωσή τους ή καλό είναι να μένουν όνειρα στο συρτάρι των άχρηστων ανικανοποίητων;

Μια γενιά πριν, στους δρόμους. Η γενιά του 114. Χρόνια μετά πάλι στους δρόμους. Η γενιά του 004.

Ποιοι νίκησαν, ποιοι έχασαν; Οι άσοι ή τα μηδενικά;

Στο δωμάτιο του πατέρα μου, στα απόκρημνα της ζωής του, υπήρχαν τέσσερα ρολόγια. Το καθένα έδειχνε διαφορετική ώρα.

«Ετσι ξεγελάω τον χρόνο» μου έλεγε.

Ξεγελιέται ο χρόνος; Σαν ήρθε «η ώρα του», ο πατέρας μου ταξίδεψε, με τα ρολόγια του να δείχνουν όλα σταματημένα στην ίδια ώρα: στο τέλος.

Η Εθνική του 2004 χάλασε το ρολόι της και οι λεπτοδείκτες 12 χρόνια τώρα δείχνουν την ώρα που ο Ζαγοράκης ύψωσε το τρόπαιο. Οσο κι αν το πάλεψε, ο χρόνος νίκησε.

Είμαστε τελικά η γενιά η αδικημένη! Πατήσαμε το Εβερεστ και τώρα βουλιάζουμε στην Τάφρο των Μαριανών. Παιδιά, με τον Δομάζο αρχηγό και τον Παπαϊωάννου κυνηγό, μας πήρε από το χέρι η μετριότητα και μας οδήγησε στην ενηλικίωση. Κι εκεί, κάπου στα 40, κολυμπώντας από Ψαρού, Κούλουρη και ξενυχτώντας από τον «Διογένη» στο «9ο» ήρθε το 2004 να μας αλλάξει ρότα. Πιστέψαμε ότι αφού μπόρεσαν αυτοί, κι εμείς μπορούμε. Τα πάντα!

Με τι καρδιά, πήραμε τη ζωή μας· λάθος!

Δυστυχώς δεν προλάβαμε ν’ αλλάξουμε ζωή. Μας την άλλαξαν!

Αρχισε χθες το Euro.

Μεθαύριο, η μεσήλικη Εθνική του 2004 αγωνίζεται με τους παλαίμαχους των ποδοσφαιρικών ομάδων της Λευκάδας για φιλανθρωπικούς σκοπούς…

Το λευκό σάβανο της λήθης και το σκούρο σύννεφο της κρίσης μάς τυλίγουν.

Εκείνη η ομάδα γέρασε αναπόδραστα, ο Σωτήρης έχει πια ποδοπατήσει τα 40, ο Κώστας απέχει μια ανάσα από τα 50 κι εγώ, 55άρης κι ετοιμόρροπος τώρα, δεν «θαλασσοδερνόμαστε» παρά μόνο για το «καρβέλι».

Τελικά δεν είναι που γερνάμε, είναι η Ελλάδα που μας γερνάει!