Προσπαθούσα από καιρό να βρω μια φράση που να αποδίδει με αφοριστική συνοπτικότητα και ένταση την ψυχολογία του Eλληνα της Μεταπολίτευσης. Τη λύση μού την έδωσε η περιπέτεια της κυρίας Αλίκης Παπαχελά με την κατάληψη του ξενοδοχείου City Plaza. Η μεταστροφή της, δηλαδή, από ένθερμης like-ίστριας της κατάληψης σε αγανακτισμένη κατήγορό της μόλις διαπίστωσε ότι το ξενοδοχείο τής ανήκει. Η έκλαμψη μου ήρθε αμέσως. Ο αφορισμός που ήθελα να επινοήσω υπήρχε ήδη, είναι μάλιστα μνημειώδης. Πρόκειται για τη ρήση του Ρεμπό «Je est un autre», ήτοι «Εγώ είναι ένας άλλος».

Ταιριάζει γάντι στην περίπτωσή μας. Εμείς οι Ελληνες της Μεταπολίτευσης είναι πράγματι κάποιοι άλλοι. Οχι τόσο επειδή εμείς έχτιζαν Παρθενώνες όταν οι Ευρωπαίοι ζούσαν στα δέντρα ή επειδή εμείς είμαστε (πρώτο πληθυντικό πρόσωπο τώρα!) ένας λαός ηθικά χαλαρών ή μάλλον ηθικά αδιάφορων παγανιστών που θεωρούν ότι είναι ευσεβείς χριστιανοί. Αυτά είναι γνωστά από παλιά. Το καινούργιο που έφερε η Μεταπολίτευση είναι η ταξική διάσταση του εμείς ως άλλοι. Αν θέλουμε να ακριβολογήσουμε, δεν είναι εντελώς καινούργιο, αλλά οι μεταπολιτευτικές δεκαετίες επέκτειναν την ισχύ του στο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, έτσι ώστε μπορούμε να κάνουμε λόγο για το βασικότερο ίσως γνώρισμα της εθνικής ιδιοπροσωπίας μας. Ενα γνώρισμα για το οποίο δεν υπάρχει καλύτερος όρος από τον μαρξικό «ψευδής συνείδηση».

Είναι μεγάλο πράγμα να έχεις ψευδή συνείδηση. Κάνει τη ζωή σου ωραιότερη, ευκολότερη και σου δίνει τη δυνατότητα να τη χαίρεσαι ακόμη και πιστεύοντας ότι δυστυχείς. Είμαστε λαός ιδιοκτητών, αλλά έχουμε συνείδηση ακτημόνων. Εχουμε όχι μόνο το υψηλότερο ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ευρώπη αλλά επίσης το υψηλότερο ποσοστό νοικοκυριών με περισσότερα από τρία ακίνητα στην ιδιοκτησία τους και –λόγω αυτού κυρίως, αν και όχι αποκλειστικά –το υψηλότερο ποσοστό εισοδηματιών. Παρ’ όλα αυτά νιώθουμε προλετάριοι και, από το 2010, θύματα ανθρωπιστικής κρίσης. Δεν πληρώνουμε τους φόρους μας, αλλά φωνάζουμε ότι μας έχουν γονατίσει οι φόροι. Δηλώνουμε αδυναμία να πληρώσουμε πετρέλαιο θέρμανσης για το διαμέρισμά μας, αλλά στέλνουμε τα παιδιά μας στο τάε κουόν ντο και σε σχολές μπαλέτου. Δεν τα βγάζουμε πέρα με τα οικονομικά μας, αλλά πλημμυρίζουμε τα ολοένα περισσότερα φαγάδικα, καφέ και μπαράκια των πόλεών μας.

Ως προλετάριοι, τώρα μάλιστα τελούντες εν ανθρωπιστική κρίσει, ψηφίζουμε Αριστερά. Κάργα Αριστερά. Πουθενά αλλού στην Ευρώπη η κάργα Αριστερά δεν έχει τόση εκλογική απήχηση. Η αριστερή πολιτική μας συνείδηση είναι λογική προέκταση της ταξικής μας συνείδησης ως ακτημόνων ιδιοκτητών. Ολοι ξέρουμε, αλλά δεν είναι πρέπον να το λέμε δημόσια, ότι αυτό που εκτίναξε τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του πρώτου κόμματος ήταν πάνω από όλα η απειλή του ΕΝΦΙΑ. Το σκέφτεσαι να έχεις να πληρώσεις φόρο για πέντε – έξι διαμερίσματα και άλλα ακίνητα, τώρα μάλιστα που πολλά από αυτά μπορεί να μη βρίσκουν ενοικιαστές;

Oπως είναι φυσικό, ο κάργα αριστερός ΣΥΡΙΖΑ της αριστεροδεξιάς κυβέρνησης (όταν είσαι κάργα αριστερός, δεν νιώθεις ντροπή για έναν τέτοιο γάμο) καθρεφτίζει το είδος αριστεροσύνης των ψηφοφόρων του –όχι μόνο των όψιμων, πασοκογενών αλλά και των πρώιμων, της εποχής του 4%. Δεν θυμάμαι άλλη κυβέρνηση της μεταπολιτευτικής περιόδου με τόσο πολλά μέλη όχι μόνο εύπορα τα ίδια, αλλά και καταγόμενα από εύπορες οικογένειες. Αν εξαιρέσουμε το ΚΚΕ, που έτσι κι αλλιώς είναι το φως ενός μακρινού αστέρα σβησμένου προ πολλού, η αριστερή συνείδηση στην Ελλάδα έχει αποσυνδεθεί πλήρως από την ταξική θέση. Είναι πλέον ζήτημα καλής καρδιάς και ηθικού πλεονεκτήματος, που από πέρσι τα βλέπουμε και τα δύο να θριαμβεύουν.

Oλα αυτά οδηγούν σε ένα πολύ αισιόδοξο συμπέρασμα. Η συμμετοχή μας στο ευρωπαϊκό κλαμπ πολυτελείας ούτε απειλήθηκε ποτέ στ’ αλήθεια ούτε θα απειληθεί. Οσα ακόμη Οχι και αν βροντοφωνάξουμε σε δημοψηφίσματα, θα κάνουμε τα πάντα για να μείνουμε μέλη του. Γιατί ξέρουμε καλά ότι έξω από την πόρτα του είναι ο κόσμος των πραγματικών ακτημόνων.