Είτε τους αρέσει είτε όχι, οι βουλευτές της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ καλούνται αύριο με την ψήφο τους να επισφραγίσουν το καθεστώς της Διεθνούς Οικονομικής Επιτροπείας της χώρας για τα επόμενα (άγνωστο πόσα) χρόνια. Το πρώτο Μνημόνιο της κυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου έβαλε τα θεμέλια, το δεύτερο της συγκυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ έστησε τον σκελετό και το τρίτο – τέταρτο της σημερινής συγκυβέρνησης παραδίδει τα κλειδιά στους δανειστές εκχωρώντας εξουσίες μεγάλου εύρους, αβέβαιου χρονικού διαστήματος, κόστους και αποτελέσματος.

Μια σύγκριση με το καθεστώς του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου που επέβαλαν οι μεγάλες δανείστριες δυνάμεις στην Ελλάδα το 1897, μετά την ήττα της στον πόλεμο με την Τουρκία και τέσσερα χρόνια μετά τη χρεοκοπία του Τρικούπη, αποκαλύπτει ομοιότητες πολλές. Διήρκεσε 81 ολόκληρα χρόνια έως και το 1978, οπότε έληξε και τυπικά η ισχύς του. Επιβλήθηκε δε με την υποθήκευση βασικών κατηγοριών εσόδων του κράτους για την εξόφληση των πιστωτών, όπως τα έσοδα από τα μονοπώλια αλατιού, πετρελαίου και σπίρτων, ο φόρος καπνού, τα τέλη χαρτοσήμου και μεταξύ άλλων και οι δασμοί του Τελωνείου Πειραιά.

Με το νομοσχέδιο που ψηφίζεται αύριο στη Βουλή, ως προαπαιτούμενο για την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του τρίτου Μνημονίου, μεταξύ άλλων:

–Μεταβιβάζεται για 99 χρόνια όλη η περιουσία του Δημοσίου (σε ΔΕΚΟ, τράπεζες, ακίνητα κ.λπ.) στο νέο υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων με σκοπό την αξιοποίησή της και την απόδοση του 50% του εσόδων για την εξόφληση του χρέους προς τους ξένους πιστωτές. Εποπτικό και καθοριστικό ρόλο στη λήψη των αποφάσεων πώλησης ή άλλων μορφών αξιοποίησης θα έχουν οι δανειστές.

–Δημιουργείται Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, με σκοπό να απεγκλωβιστούν οι φορολογικοί έλεγχοι από την πολιτική κηδεμονία του εκάστοτε υπουργού Οικονομικών. Θα λογοδοτεί μόνο στη Διοίκησή τηςστην οποία, ως μέλος, εποπτικό ρόλο θα έχει εκπρόσωπος των δανειστών.

–Θεσπίζεται ο περίφημος κόφτης δαπανών, ο οποίος με συνοπτικές διαδικασίες και ανεξάρτητα από την πολιτική βούληση της εκάστοτε κυβέρνησης θα κόβει μισθούς και συντάξεις σε περίπτωση αποκλίσεων από τον στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα. Θα έχει διάρκεια τουλάχιστον έως το 2019, με δυνατότητα περαιτέρω επέκτασής του τα επόμενα χρόνια.

Τότε και σήμερα: κοινός παρονομαστής οι βαρείς όροι από τους πιστωτές προς μια Ελλάδα περιθωριοποιημένη και απαξιωμένη στον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων. Τότε η Ελλάδα πλήρωσε ακριβά με μια από τις ταπεινοτικότερες στιγμές στην Ιστορία της την ανεπάρκεια του πολιτικού προσωπικού της. Σήμερα έπειτα από δύο «περήφανες» διαπραγματεύσεις που κατέληξαν σε άτακτη συνθηκολόγηση, η χώρα βρίσκεται αρκετά πιο πίσω από το σημείο εκκίνησης της περιπέτειας αυτής. Κάπως έτσι περιγράφουν την κατάσταση σήμερα στη χώρα έγκυροι πολιτικοί κύκλοι και παράγοντες της αγοράς.

Υπάρχει ελπίδα; Απαντούν καταφατικά. Αρκεί αυτή τη φορά να εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις για να είναι εφικτό το συντομότερο δυνατόν να ξηλωθούν όλοι οι υπερβολικοί φόροι και τα άδικα μέτρα που γονατίζουν τους πολίτες και την οικονομία και δημιουργούν την αίσθηση ότι δεν υπάρχει ελπίδα.