Πέθανε σε ηλικία 71 χρόνων, από καρκίνο, ο γελοιογράφος και αφηγητής κόμικ ιστοριών Γιάννης Καλαϊτζής. Ηταν ο γηραιότερος της νέας σχολής, οι εκπρόσωποι της οποίας ανανέωσαν τη γελοιογραφία –και ο μόνος αυτής της σχολής που είχε αρχίσει να δημοσιεύει πριν από τη δικτατορία, σκίτσα στην «Αυγή», στην «Πανσπουδαστική» και στους «Δρόμους της Ειρήνης». Γνωστός όμως έγινε μετά το 1974, όταν άρχισε να δημοσιεύει στα έντυπα του ΚΚΕ εσωτερικού –στον «Θούριο», στην «Αυγή», αλλά και στις μπροσούρες των φοιτητικών παρατάξεων. Στη συνέχεια, άρχισε να δημοσιεύει πολιτικό κόμικ στο «Αντί» και γρήγορα έγινε εκ των βασικών γελοιογράφων της «Ελευθεροτυπίας». Δημοσίευε παράλληλα περιπετειώδη κόμικς στη «Βαβέλ» και στη συνέχεια στον «Σχολιαστή», γελοιογραφικό κόμικ στο «Ντέφι» αλλά και στο «Τέταρτο», ενώ αργότερα συνεργάστηκε και με το περιοδικό για τα κόμικς «9». Το 2005 ίδρυσε το αριστερό χιουμοριστικό περιοδικό «Γαλέρα», στο οποίο συνέχισε να δημοσιεύει σκίτσα και κείμενα. Το τελευταίο διάστημα, ήταν ο βασικός γελοιογράφος της «Εφημερίδας των Συντακτών».

Ο Καλαϊτζής επίσης έκανε αφίσες, εξώφυλλα βιβλίων, κινούμενα σχέδια, σκηνικά και κοστούμια για το σινεμά (ήταν σκηνογράφος στο «Ηappy day» του Παντελή Βούλγαρη), ενώ υπήρξε πάντα δραστήριος και παρεμβατικός πολίτης, με προβληματισμούς που ξεκινούσαν από την παράδοση της ανανεωτικής Αριστεράς και τα τελευταία χρόνια ακουμπούσαν τα ριζοσπαστικά κινήματα κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ.

«ΤΣΙΓΓΑΝΙΚΗ ΟΡΧΗΣΤΡΑ». Στη γελοιογραφία του ήταν επηρεασμένος από έλληνες και ξένους ομοτέχνους του. Μπορεί κανείς να διακρίνει τη σχεδιαστική δεξιοτεχνία του Βύρωνα Απτόσογλου, τη χιουμοριστική παραμόρφωση του Μποστ, το μη πολιτικά ορθό χιούμορ της γαλλικής σχολής του «Hara-kiri», την κομψότητα και την αφαίρεση ορισμένων καλλιτεχνών της βελγικής σχολής, μεταξύ των οποίων ο Φρανκέν και ο Γκρεγκ. Αλλά η κορυφαία εισφορά του ήταν τα κόμικς του, και ιδίως τα τρία graphic novels που εξέδωσε τη δεκαετία του 1980. Η αθηναιοκεντρική και αποσπασματική, κορυφαία «Τσιγγάνικη ορχήστρα» και οι ιστορικές περιπέτειες «Μαύρο είδωλο της Αφροδίτης» και «Τυφών».

Σπουδαίος αφηγητής, με άψογη γνώση της κινηματογραφικής γλώσσας («δεν γίνεται να κάνεις κόμικς χωρίς σκληρό ντεκουπάζ» του άρεσε να λέει), χρησιμοποιούσε υποδειγματικά το ασπρόμαυρο, χωρίς φωτοσκιάσεις, ενώ τα μοντέλα του ήταν κυρίως πρόσωπα της δημόσιας ζωής –μεταξύ των οποίων ο ποδοσφαιριστής Τάσος Μητρόπουλος. Είδωλο μιας ολόκληρης γενιάς, ο Μητρόπουλος «παίζει» άλλωστε και στο σουξέ του Σαββόπουλου «Ας κρατήσουν οι χοροί».

Αλλά τι δουλειά έχει ο Σαββόπουλος σε ένα κείμενο για έναν σχεδιαστή και καλλιτέχνη των κόμικς που πέθανε; Μεγάλη. Κάθε επεισόδιο της «Τσιγγάνικης ορχήστρας» αρχίζει με καρέ στα οποία δεσπόζουν δρόμοι και πλατείες της Αθήνας –και στο βάθος του πλάνου ο Καλαϊτζής σχεδίαζε πάντα τον Σαββόπουλο να λέει στιχάκια από κάποιο τραγούδι του. Αυτός ήταν ο Καλαϊτζής: ένας σύνθετος, συναισθηματικά φορτισμένος και κοινωνικά ευαίσθητος αφηγητής της ζωής μας –με αλληγορίες ή με χιούμορ. Αξέχαστος. Εστω κι αν τα τελευταία χρόνια δεν συμφωνούσα καθόλου με τη θέση τού χιούμορ του.