Ένα νέο τεστ που αναζητά μη φυσιολογικό DNA στα έμβρυα της εξωσωματικής, αύξησε τα ποσοστά επιτυχίας της μεθόδου στις αμερικανικές κλινικές γονιμότητας όπου δοκιμάστηκε.

Όπως ανακοινώθηκε στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Αναπαραγωγικής Ιατρικής (ASRM2015), η αύξηση ήταν της τάξεως του 10% και έτσι τα ποσοστά επιτυχίας της εξωσωματικής έφτασαν το 75% για μία γυναίκα ηλικίας 35 ετών.

Το τεστ, που επινοήθηκε από επιστήμονες στη Βρετανία με επικεφαλής την ελληνίδα δρα Ελπίδα Φραγκούλη,δεν βελτιώνει την ποιότητα των εμβρύων που δημιουργούνται κατά την εξωσωματική γονιμοποίηση, αλλά παρέχει στους γιατρούς ένα νέο τρόπο για να επιλέγουν τα πιο υγιή, τα οποία είναι πιθανότερο να οδηγήσουν σε επιτυχή εγκυμοσύνη.

Οι περισσότερες κλινικές εξωσωματικής προσφέρουν ήδη τον προεμφυτευτικό γενετικό έλεγχο (PGS) των εμβρύων, ο οποίος χρησιμοποιείται για να βεβαιωθεί ότι τα έμβρυα φέρουν τον σωστό αριθμό των χρωμοσωμάτων (είναι οι δομές που φέρουν το DNA), δεδομένου ότι οι χρωμοσωμιακές ανωμαλίες είναι η κυριότερη αιτία για την οποία αποτυγχάνει η εμφύτευση των εμβρύων ή προκαλείται αποβολή.

Ακόμα και με τον έλεγχο αυτό, όμως, αποτυγχάνει το περίπου ένα τρίτο των εξωσωματικών.

Οι ερευνητές από το εργαστήριο προεμφυτευτικής γενετικής διάγνωσης Repogenetics UK και το Κέντρο Βιοϊατρικής Έρευνας της Οξφόρδης, είχαν παρατηρήσει ότι πολλά από τα έμβρυα που δεν εμφυτεύονταν παρά τον επιτυχή κλασικό προεμφυτευτικό έλεγχο, έφεραν αφύσικα υψηλά επίπεδα μιτοχονδριακού DNA.

Τα μιτοχόνδρια είναι μικροσκοπικές δομές στο εσωτερικό των κυττάρων οι οποίες παράγουν ενέργεια. Διαθέτουν δικό τουςDNA, το οποίο είναι διαφορετικό από αυτό που όλοι γνωρίζουμε και υπάρχει στον πυρήνα των κυττάρων (αυτό επιστημονικά αποκαλείται πυρηνικό DNA).

Το μιτοχονδριακό DNA (mDNA) αποτελεί το 0,1% του συνολικού γενετικού υλικού των κυττάρων και δενεπηρεάζει χαρακτηριστικά όπως η εμφάνιση και η προσωπικότητα, αλλά όταν είναι μεταλλαγμένο προκαλεί σε μερικούς ανθρώπους σοβαρά νοσήματα, όπως εγκεφαλικές βλάβες και καρδιακή ανεπάρκεια.

Όταν, εξάλλου, υπάρχει σε παθολογικά επίπεδα σε ένα έμβρυο, φαίνεται ότι εμποδίζει την εμφύτευσή του.

«Με βάση τα ευρήματά μας επινοήσαμε μία εξέταση στην οποία μικρός αριθμός κυττάρων που λαμβάνονται προσεκτικά από ένα έμβρυο, ελέγχονται για την ποσότητα του μιτοχονδριακού DNA που περιέχουν», εξήγησε η δρ Φραγκούλη.

«Με αυτό τον τρόπο οι γιατροί μπορούν να επιλέγουν τα έμβρυα της εξωσωματικής με τις περισσότερες πιθανότητες να οδηγήσουν σε μία επιτυχή εγκυμοσύνη».

Το τεστ, που ονομάζεται MitoGrade, έχει ήδη αρχίσει να εφαρμόζεται σε αρκετές κλινικές των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του Κέντρου Γονιμότητας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.

Τα αποτελέσματα από την εφαρμογή του στα 100 πρώτα ζευγάρια είναι αυτά που ανακοινώθηκαν στο ASRM2015, και έδειξαν ότι αυξάνει τα ποσοστά επιτυχίας από το 65% στο 75% στις γυναίκες ηλικίας 35 ετών.

Οι επιστήμονες δεν είναι σίγουροι γιατί μερικά έμβρυα παρουσιάζουν αιφνίδια αύξηση του μιτοχονδριακού DNA ούτε πως αυτή επηρεάζει την ικανότητά τους να εμφυτεύονται στη μήτρα.

Μία πιθανή εξήγηση είναι ότι τα ελαττωματικά έμβρυα παράγουν περισσότερα μιτοχόνδρια, για να τροφοδοτούνται με άφθονη ενέργεια ώστε να επιβιώσουν, αλλά τελικά αποτυγχάνει η προσπάθεια και παύουν να αναπτύσσονται.

Η ερευνητική ομάδα που επινόησε την εξέταση βρίσκεται στην διαδικασία εγκρίσεως της μεθόδου στη Βρετανία. Αν η αρμόδια Υπηρεσία Ανθρώπινης Γονιμοποίησης & Εμβρυολογίας (HFEA) δεχθεί την μέθοδο, το τεστ θα είναι διαθέσιμο για το κοινό εντός έξι μηνών.