«Πάμε πλατεία;». Το περασμένο Σάββατο, για πολλούς Αθηναίους μία ήταν η πλατεία. Εκείνη της Νέας Σμύρνης. Και όσοι ξεκινούσαν για τη βραδινή συναυλία του Σάκη Ρουβά ήταν μοιρασμένοι: θα γίνει εδώ το Βατερλώ του ή θα κερδίσει ακόμη και τους πλέον δύσπιστους; Με αυτές τις σκέψεις πλησίασα στον χώρο: ποιος θα είναι εδώ τριήμερο Πρωτομαγιάς με τον υδράργυρο στα ύψη; Κι όμως, οι πρώτοι επισκέπτες είχαν κατακλύσει από την κάτω μεριά καφετέριες, μεταμοντέρνα σουβλατζίδικα και τις πιτσαρίες νέου τύπου. Παιδιά να παίζουν, μεγαλύτερα με κινητά στα χέρια, σκεϊτμπορντάδες. Πού είναι αλήθεια οι ρουβίτσες, οέο;

Η πάνω πλευρά της πλατείας απροσπέλαστη. Χιλιάδες κόσμου. Κάποιοι, μαθαίνω, είναι εδώ από τις τέσσερις το απόγευμα. Κάποιοι έχουν ταξιδέψει από άλλες πόλεις και νησιά. Και θα επιστρέψουν εκεί μετά το τέλος της συναυλίας. Η πλατεία χωράει κάπου 18.000 ανθρώπους. Δεδομένου ότι στις οκτώ το βράδυ, μία ώρα πριν από την έναρξη της συναυλίας, ο κόσμος έφθανε μέχρι την άσφαλτο της Ελευθερίου Βενιζέλου, υπολογιζόταν σε τουλάχιστον 15.000.

Στις 21.00 τα μέλη της χορωδίας της ΔΕΗ-ΔΕΔΔΗΕ και του συνόλου Orchestra Mobile κάνουν την εμφάνισή τους. Μερικές στιγμές αργότερα ο μαέστρος Θεόδωρος Ορφανίδης, ο βαρύτονος Κώστας Ραφαηλίδης, ο ηθοποιός Γιώργος Γιαννόπουλος και –σε καταιγισμό φλας –ο Σάκης Ρουβάς. Το πρώτο χειροκρότημα ξεσπά στο άκουσμα του ονόματος του Μίκη Θεοδωράκη. Και έπεται πανζουρλισμός –«Σάκηηηηηηηηη!» και smartphones –στην προσφώνηση του ποπ σταρ. Οι πρώτες νότες της εισαγωγής επιδρούν κατευναστικά. Ολοι περιμένουν τον Ρουβά, που τελικά σηκώνεται και πλησιάζει το μικρόφωνο. Το «Ενα το χελιδόνι» από τα χείλη του μεγαλύτερου pop icon των τελευταίων είκοσι χρόνων είναι γεγονός. Το άκουσμα μόνο υποκειμενικό μπορεί να είναι. Εντάξει, λοιπόν, ο Ρουβάς δεν είναι Μπιθικώτσης, αλλά δεν θέλησε ποτέ να γίνει. Δεν προσπαθεί καν να τον μιμηθεί. Γνωρίζει ότι του λείπει το μέταλλο. Οπως του λείπουν και οι κώδικες των μεταγενέστερων ερμηνευτών. Αλλά στα αφτιά ενός ανοιχτού ακροατηρίου «πατάει» στις νότες σαν στρατιώτης σε μια βραδινή γιορτή μεταξύ φίλων (δεν είναι και καλεσμένος στο Oλιμπιά του Παρισιού, εδώ που τα λέμε).

Ο «ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΡΟΥΒΑΣ». Τα δύσκολα ακολουθούν. Η εκκίνηση στο «Με το λύχνο του άστρου» γίνεται μέσα σε απόλυτη ησυχία. Η ενορχήστρωση βοηθά τον Σάκη Ρουβά με χαμηλωμένες οκτάβες και δείχνει να ρίχνει στη μάχη ό,τι έχει και δεν έχει. Ερχεται η στιγμή για το επόμενο κομμάτι, έναν ύμνο της σύγχρονης λόγιας μουσικής. «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ και μυρσίνη συ δοξαστική». Ο Σάκης προσπαθεί να κρατά τον ρυθμό με «μετρημένη» κίνηση του δεξιού χεριού του. Και μετά, «Της αγάπης αίματα». Διερωτώμαι αν η προσωπική αίσθηση ότι τα καταφέρνει ισχύει για το μέγα πλήθος, που δεν έχει σταματήσει ούτε στιγμή να τον σιγοντάρει. Μένει ακόμη ένα τραγούδι: «Ανοίγω το στόμα μου». Ο Ρουβάς τραβάει την ανηφόρα. Το παλεύει. Με τον τρόπο του, με τις –όποιες –δυνάμεις του. Δεν το απογειώνει, αλλά δεν το βεβηλώνει. Η αίσθηση είναι γενική: ούτε η ποπ μπορεί να απειλήσει τελικά το «Αξιον εστί», τουλάχιστον όχι όσο η σοβαροφάνεια. Ακριβώς ενενήντα λεπτά αργότερα η συναυλία ολοκληρώνεται με ανκόρ τα «Ενα το χελιδόνι» και «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ», όπου ο Ρουβάς μοιράζεται το μικρόφωνο με την υψίφωνο Σόνια Θεοδωρίδου. Μια παρέα από πιτσιρίκια αποχωρεί από την πλατεία τραγουδώντας «Ενα το χελιδόνι και η άνοιξη ακριβή για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή».

Στο μεταξύ, μια άλλη πλατεία είχε στηθεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Ασ’ τα, φαγητό χωρίς αλάτι, μάλλον μακαρόνια με ληγμένο κιμά». «Το χειρότερο είναι η απουσία κάθε μέθεξης στον ίδιο και στο κοινό». «Δεν είναι όλοι για όλα, τι να κάνουμε;» λέει η μία κερκίδα. Αλλα τόσα σχόλια, πάντως, υποστηρίζουν το δικαίωμά του να δοκιμαστεί και να αξιολογηθεί.

Εντύπωση προκαλεί μία από τις τελευταίες αναρτήσεις στο facebook, από τον γιο του Γρηγόρη Μπιθικώτση, που μεταξύ των άλλων σημειώνει: «Θα μπορούσε να το είχε αποφύγει ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης, ο οποίος είναι πολύ ταλαντούχος κατά τα άλλα, όχι όμως για να ερμηνεύσει το «Αξιον εστί» σε ρόλο λαϊκού τραγουδιστή. Το ερμηνευτικό αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά τον δικαιώνει. Μπράβο ωστόσο για την προσπάθεια».