Ως ύστατο μέσο περιέγραψε ο Πρωθυπουργός την επιλογή του δημοψηφίσματος στα στελέχη του κόμματός του παρουσιάζοντάς τους την κατάσταση περί την οικονομία και την πορεία της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές.

Λίγο προτού αναχωρήσει για την Κύπρο, ο Αλέξης Τσίπρας επεδίωξε να προετοιμάσει το έδαφος σε κόμμα και Κοινοβουλευτική Ομάδα για ό,τι επέρχεται τις επόμενες ημέρες –όπως ακριβώς έπραξε και με τη συνέντευξή του στο Star.

Στόχος του ήταν να εξοικειώσει τα στελέχη του στην ιδέα πως λόγω έκτακτων οικονομικών συνθηκών οι υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ θα καθυστερήσουν και ενδεχομένως να υλοποιηθούν σε βάθος χρόνου. Και αυτό ως ένα στοιχείο πολιτικού ελιγμού για την επίτευξη της συμφωνίας. Ο Τσίπρας πήγε στην Κουμουνδούρου για να ενημερώσει την Πολιτική Γραμματεία και το προεδρείο της ΚΟ για την πρόθεσή του να υπάρξει «ο έντιμος συμβιβασμός στο πλαίσιο της εντολής που έχουμε λάβει». Υπονόησε ότι η εντολή δεν είναι η ρήξη με τους Ευρωπαίους και εξέφρασε την πεποίθηση ότι «τις επόμενες ημέρες θα έχουμε συμφωνία».

Η παρουσίαση που έκανε ο Πρωθυπουργός δεν ενθουσίασε το σύνολο των μελών της Πολιτικής Γραμματείας και πρωτίστως τα στελέχη της Αριστερής Πλατφόρμας. Οι επιμέρους πλευρές της μειοψηφίας γενικώς κατέθεσαν ενστάσεις και προβληματισμούς τόσο για τις υποχωρήσεις που προτίθεται να κάνει η ελληνική πλευρά όσο και για την πιθανότητα δημοψηφίσματος. Για παράδειγμα, κάποια στελέχη έκριναν ότι η πιο ενδεδειγμένη λύση σε περίπτωση αδιεξόδου είναι οι εκλογές.

ΥΠΟΧΩΡΗΣΕΙΣ. Βεβαίως στην ενημέρωση που έκανε επανέφερε τις γνωστές κόκκινες γραμμές που έχει τραβήξει η κυβέρνησή του στη διαπραγμάτευση. Αφησε όμως να εννοηθεί ότι στο πλαίσιο της επιδίωξης μιας συμφωνίας ενδεχομένως να γίνουν και εκπτώσεις –υποχωρήσεις οι οποίες όμως δεν θα αποκλίνουν ιδιαίτερα από τα κουτάκια της προεκλογικής ρητορικής του ΣΥΡΙΖΑ.

Ως εκ τούτου, ο Πρωθυπουργός επανέλαβε ότι εφόσον δεν υπάρξει λύση «εντός πλαισίου» τότε θα αποφανθεί ο ελληνικός λαός, εκφράζοντας ωστόσο την εκτίμηση ότι «δεν θα χρειαστεί να πάμε σε δημοψήφισμα».

Το δημοψήφισμα χρησιμοποιείται από τον Αλέξη Τσίπρα περισσότερο ως ένα μέσο για να ικανοποιήσει το κομματικό δυναμικό που επιμένει ακόμη και δημοσίως (Χρυσόγονος, Μητρόπουλος, Λαπαβίτσας) στη διενέργεια δημοψηφίσματος και συγχρόνως όλους όσοι διατηρούν επιφυλάξεις για τον βαθμό της ευελιξίας που πρέπει να δείξει η κυβέρνηση προκειμένου να εξασφαλίσει τη συμφωνία.

Γενικώς ο Πρωθυπουργός μέσα από την αποκαλυπτική του συνέντευξη στον «Ενικό» έκανε σαφές ότι στον δρόμο προς τον έντιμο συμβιβασμό έχει αποφασίσει να κάνει –προσώρας τουλάχιστον –αρκετές υποχωρήσεις. Κάτι που επιβεβαίωσε χθες στη Βουλή και ο υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης Νίκος Βούτσης.

Το μήνυμα περί συμβιβασμού εστάλη με τον πιο ευκρινή τρόπο όταν ο Αλέξης Τσίπρας είπε ότι εφόσον το 2015 η κυβέρνηση δεν πιάσει τους στόχους του 1,2% για το πρωτογενές πλεόνασμα και του 1,4% για τον ρυθμό ανάπτυξης τότε δεν θα καταργηθεί ο ΕΝΦΙΑ και η ακύρωσή του θα δρομολογηθεί για το 2016. Σημειώνεται ότι η κατάργηση του ΕΝΦΙΑ αποτέλεσε μία από τις κεντρικές προεκλογικές σημαίες της Κουμουνδούρου. Ομοίως ο Πρωθυπουργός άφησε να εννοηθεί ότι και η επαναφορά του αφορολογήτου που επίσης αποτελούσε δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ θα μετατεθεί για την επόμενη χρονιά.

Οι συγκεκριμένες αποφάσεις δεν συνδέονται άμεσα με τις απαιτήσεις των δανειστών καθώς, όπως σχολίασε και ο ίδιος, τα δύο καυτά θέματα του ΕΝΦΙΑ και του αφορολογήτου σχετίζονται με τις οικονομικές προτεραιότητες που βάζει η κυβέρνησή του.

ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΙΣ. Παράλληλα, ο Αλέξης Τσίπρας δεν έκρυψε ότι θα υπάρξουν «καθυστερήσεις και αυξομειώσεις των προσδοκιών μας» εννοώντας ότι το προεκλογικό πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης δεν θα εφαρμοστεί άμεσα αλλά σε βάθος τετραετίας.

Συγχρόνως όμως ανέφερε ότι υποχωρήσεις θα υπάρξουν και στη διαπραγμάτευση και μία από αυτές αφορά το θέμα των ιδιωτικοποιήσεων για το οποίο το Μαξίμου εμφανίζεται να έχει αποφασίσει να τις προχωρήσει και να τις ενσωματώσει στην πρώτη, μερική συμφωνία υπό την προϋπόθεση ότι θα εξασφαλίσει τη συμμετοχή του δημόσιου τομέα σε ευρύτερες κοινοπραξίες που θα σχηματισθούν. Σημείωσε πάντως ότι οι περιπτώσεις των αεροδρομίων για τα οποία υπάρχει γερμανικό ενδιαφέρον και του ΟΛΠ για το οποίο ενδιαφέρονται οι Κινέζοι «χρήζουν επαναδιαπραγμάτευσης».

ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΡΚΕΛ. Στους τακτικούς ελιγμούς της κυβέρνησης διαπιστώνεται και η πολύ προσεκτική φρασεολογία που χρησιμοποίησε ο Πρωθυπουργός όταν αναφέρθηκε στην καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ, σχολιάζοντας ότι τώρα που την έχει γνωρίσει από κοντά κατάλαβε ότι δεν είναι τυχαίο για ποιον λόγο ηγείται τόσο πολλά χρόνια της γερμανικής κυβέρνησης.