Αθήνα, 1978. Πέντε φίλοι, σαραντάρηδες πια, ξανασυναντιούνται ύστερα από χρόνια, θυμούνται τα κατορθώματά τους κατά τη δεκαετία του ’50, αραδιάζουν τα όνειρα που δεν έγιναν ποτέ πραγματικότητα, ξύνουν τις πληγές τους, αναρωτιούνται τι ακριβώς δεν πήγε καλά. Και περιμένουν μάταια την έκτη της παρέας, τη Βέρα. Τη γυναίκα που για τον Νίκο Νικολαΐδη, τον σκηνοθέτη της θρυλικής ταινίας «Τα κουρέλια τραγουδάνε ακόμα», συμβολίζει την αθωότητα που χάθηκε για πάντα.

Μόντρεαλ, 2002. Ο Ρεμί, ένας πρώην μαοϊκός καθηγητής Φιλοσοφίας που έχει περάσει προ πολλού τα πενήντα, πάσχει από καρκίνο στο τελικό στάδιο. Και η πρώην γυναίκα του καλεί επειγόντως τον γιο τους, ένα γκόλντεν μπόι που έχει χαθεί εδώ και χρόνια με τον πατέρα του, αλλά θα κάνει τα πάντα για να απαλύνει τον πόνο των τελευταίων του ημερών. Και κυρίως θα μαζέψει όλους τους φίλους, τις φίλες και τις πρώην ερωμένες του Ρεμί για να τον αποχαιρετήσουν. Ολοι μαζί θα αναπολήσουν το παρελθόν, θα παραδεχθούν τα λάθη τους, θα γελάσουν, θα θυμώσουν. Και θα τραγουδήσουν, φυσικά, όλα τα κουρέλια μαζί, για τη χαμένη τους νιότη και την «Επέλαση των βαρβάρων» –όπως λέγεται η σπαρακτική ταινία του Καναδού Ντενίς Αρκάν.

Είχα δει πριν από αρκετά χρόνια τον Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ και τον Γιόσκα Φίσερ σε μια εκδήλωση στο Παρίσι. Θαυμαστής και των δύο, παρακολουθούσα κάθε τους κίνηση, κάθε τους χειρονομία, κάθε τους γκριμάτσα. Ο πρώτος ήταν όπως πάντα παθιασμένος, ο δεύτερος ήταν όπως πάντα μεθοδικός, και οι δύο ήταν όπως πάντα ενδιαφέροντες. Ενθερμοι φιλοευρωπαίοι, βαθιά ρομαντικοί και ουσιαστικά Κεντροαριστεροί (παρότι ο ένας υπήρξε ηγέτης του Μάη του ’68 και ο άλλος ηγέτης των Πρασίνων), δεν σταμάτησαν ποτέ να συμμετέχουν στα κοινά. Αλλά δεν εξαργύρωσαν αυτή τη συμμετοχή, όπως κάποιος Μπλερ ή κάποιος Σρέντερ. Ετσι είναι τα κουρέλια, δεν τραγουδάνε ποτέ για λεφτά. Ή, εν πάση περιπτώσει, για πολλά λεφτά.

Τον καρκίνο, ο Ντάνι δεν τον γλίτωσε. Ευτυχώς ήταν στον θυρεοειδή και τη σκαπουλάρισε, δεν χρειάστηκε να οργανωθεί reunion αποχαιρετισμού, όπως για τον Ρεμί. Του έδειξε όμως ότι ακόμη κι εκείνος είναι τρωτός και τον έκανε να επισπεύσει την αποχώρησή του από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Εξήντα εννέα ετών σήμερα, κάνει καθημερινά ένα σχόλιο για την επικαιρότητα στον ραδιοφωνικό σταθμό Europe-1 και, φυσικά, δεν χαρίζεται σε κανέναν. Τα καρφιά του Χέλμουτ Κολ για τη Μέρκελ που τόσο άρεσαν στη χώρα μας (ότι την έμαθε εκείνος να τρώει με μαχαίρι και πιρούνι κ.λπ.), τα απέδωσε στον εξευτελισμό που επιφυλάσσει συχνά το γήρας. Εναν εξευτελισμό που εκείνος ελπίζει να γλιτώσει, κάνοντας πράγματα που τον γεμίζουν όπως να οργώσει το περασμένο καλοκαίρι τη Βραζιλία του Μουντιάλ με ένα βανάκι για τους σκοπούς ενός ντοκιμαντέρ.

Ο Γιόσκα, πάλι, δεν γλίτωσε την ασθένεια των ανδρών πάνω από μια ηλικία να παντρεύονται πολύ μικρότερές τους. Για την ακρίβεια, το παράκανε: το 2005, όταν ήταν 57 ετών, παντρεύτηκε για πέμπτη φορά μια Ιρανή είκοσι οκτώ χρόνια μικρότερή του. Τουλάχιστον δεν έχει χωρίσει ακόμη. Στο μεταξύ, γράφει βιβλία. Το τελευταίο έχει τον τίτλο «Αποτυγχάνει η Ευρώπη;» και το παρουσίασε αυτή την εβδομάδα. Δεν είπε κάτι τρομερά πρωτότυπο. Εβγαλε όμως μια απαισιοδοξία. Το 2008, θεωρούσε το ενδεχόμενο αποτυχίας της Ευρώπης παράλογο. Σήμερα, βλέπει την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη να διαβρώνεται ταχύτατα από την κρίση.

Και τα υπόλοιπα κουρέλια της ευρωπαϊκής Κεντροαριστεράς; Δεν ξέρω, δεν βλέπω κανέναν, ή έχουν πεθάνει ή έχουν αποσυρθεί. Πετυχαίνω μόνο τύπους που κυβέρνησαν, η εξουσία είναι σωτήριο πράγμα τελικά. Από αυτούς, άλλοι νοσταλγούν περασμένα μεγαλεία, όπως ο 72χρονος Φελίπε Γκονθάλεθ που γιορτάζει αυτές τις ημέρες τα σαράντα χρόνια από τότε που εξελέγη γενικός γραμματέας του Ισπανικού Σοσιαλιστικού Κόμματος με το αγωνιστικό ψευδώνυμο «Ισίδορο». Αλλοι δεν μπορούν να κρύψουν τη ζήλεια τους για τους νέους, όπως ο 65χρονος Μάσιμο ντ’ Αλέμα, του οποίου η πρόσφατη επίθεση κατά του Ματέο Ρέντσι για το άρθρο 18 περί των απολύσεων χαρακτηρίστηκε η χειρότερη στιγμή της καριέρας του. Και άλλοι βρίσκουν τη ριζοσπαστικότητα που τους έλειπε στα νιάτα τους, όπως ο 90χρονος Μάριο Σοάρες, που είπε τον περασμένο Απρίλιο στον Τσίπρα ότι μπορεί να βασίζεται πάνω του για τον αγώνα κατά της λιτότητας…

Ρώμη, 2020. Στην πρώτη προβολή του σίκουελ της ταινίας «Απρίλης», όπου ο Νάνι Μορέτι έχει μαζέψει όλους εκείνους που πίστεψαν κάποτε σε μια μορφή σοσιαλισμού, οι ήρωες διηγούνται κυρίως ανέκδοτα. Ο 75χρονος Ντάνι είναι εκεί, φυσικά, και επαναλαμβάνει μια ατάκα που είπε παλαιότερα στο «Βήμα»: «Αλλάξαμε εν μέρει τον κόσμο, αλλά είπαμε και πολλές ανοησίες». Κάθε τόσο, τους πλησιάζει αθόρυβα από πίσω ο τρελός του χωριού και τους ξαφνιάζει: «Είπες ποτέ κάτι αριστερό, είπες ποτέ κάτι αριστερό;».