Είκοσι οκτώ χρόνια μετά το πυρηνικό δυστύχημα στο Τσερνόμπιλ, η Ουκρανία αντιμετωπίζει έναν πυρηνικό κίνδυνο διαφορετικού είδους: την πιθανότητα οι πυρηνικοί αντιδραστήρες της χώρας να γίνουν στρατιωτικοί στόχοι σε περίπτωση ρωσικής εισβολής. Μιλώντας στη σύνοδο για την Πυρηνική Ασφάλεια στη Χάγη τον Μάρτιο, ο μεταβατικός υπουργός Εξωτερικών Αντρί Ντεσίτσια αναφέρθηκε στην πιθανή απειλή για πολλές πυρηνικές εγκαταστάσεις εάν η αντιπαράθεση εξελιχθεί σε ανοιχτό πόλεμο.

Στις αρχές του μήνα ο Ιχόρ Προκόπτσουκ, πρεσβευτής της Ουκρανίας στη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας, κυκλοφόρησε μια επιστολή προς το διοικητικό συμβούλιο της υπηρεσίας όπου προειδοποιούσε ότι μια εισβολή μπορεί να απειλήσει με μόλυνση από ραδιενέργεια την Ουκρανία αλλά και τα γειτονικά κράτη. Στο Κίεβο, το Κοινοβούλιο της Ουκρανίας ανταποκρίθηκε ζητώντας από διεθνείς επιθεωρητές να βοηθήσουν στην προστασία των πυρηνικών εργοστασίων.

Είναι οι ανησυχίες της Ουκρανίας απλή υπερβολή και «κακόβουλες συκοφαντίες», όπως ισχυρίζεται το Κρεμλίνο, ή θα πρέπει να τις λάβουμε σοβαρά υπόψη; Για την κυβέρνηση της Ουκρανίας η αγωνία είναι πραγματική. Ακόμα και οι Ουκρανοί που γεννήθηκαν μετά το 1986 κατανοούν τι θα σήμαινε μια καταστροφή ανάλογη με εκείνη του Τσερνόμπιλ.

Η Ιστορία δεν μας βοηθά ιδιαίτερα για το εάν χώρες που βρίσκονται σε σύγκρουση προσπαθούν να αποφύγουν να προκαλέσουν καταστροφές σε πυρηνικές εγκαταστάσεις. Με την εξαίρεση των συγκρούσεων στα Βαλκάνια τη δεκαετία του ’90, πόλεμος δεν έχει ξεσπάσει σε χώρες με πυρηνικούς αντιδραστήρες. Στην περίπτωση των Βαλκανίων, σερβικά μαχητικά αεροσκάφη πέταξαν πάνω από το πυρηνικό εργοστάσιο Κρέσκο της Σλοβενίας σε μια απειλητική κίνηση στις αρχές της αντιπαράθεσης, ενώ ακραίοι σέρβοι εθνικιστές ζήτησαν να πραγματοποιηθούν εκεί επιθέσεις. Η κυβέρνηση της Σερβίας αργότερα έκανε έκκληση στο ΝΑΤΟ να μη βομβαρδίσει τον μεγάλο αντιδραστήρα της στο Βελιγράδι –κάτι που τελικώς απεφεύχθη. Παρότι οι στρατιωτικοί και πολιτικοί ηγέτες είναι σίγουρο ότι θα το σκεφτούν πολύ καλά πριν επιτεθούν σε πυρηνικούς αντιδραστήρες, ο αριθμός των πυρηνικών εγκαταστάσεων στην Ουκρανία πρέπει να προκαλέσει διεθνή ανησυχία. Σήμερα, 15 γερασμένα πυρηνικά εργοστάσια παράγουν το 40% του ηλεκτρικού ρεύματος που χρειάζεται η Ουκρανία. Συγκεντρωμένα σε τέσσερις περιοχές, οι ουκρανικοί αντιδραστήρες που λειτουργούν με πεπιεσμένο ύδωρ διαφέρουν από το λιγότερο σταθερό μοντέλο RBMK του Τσερνόμπιλ, αλλά εάν δεν τηρηθούν οι κανόνες ασφαλείας μπορεί να προκληθεί από αυτούς η έκλυση ραδιενεργών στοιχείων.

Δεδομένου ότι και η Ρωσία είχε σοβαρές επιπτώσεις από το δυστύχημα του Τσερνόμπιλ, κανείς δεν πιστεύει ότι το Κρεμλίνο θα βομβαρδίσει τις εγκαταστάσεις αυτές. Ομως στις ένοπλες συγκρούσεις τα ατυχήματα και τα ανθρώπινα λάθη είναι πολλά. Για παράδειγμα, πρόβλημα θα προκληθεί από τη διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος καθώς έτσι οι αντλίες που ψύχουν τους αντιδραστήρες θα σταματήσουν να λειτουργούν. Το πυρηνικό δυστύχημα στη Φουκουσίμα της Ιαπωνίας το 2011 δείχνει τι συμβαίνει όταν διακοπεί η πρωταρχική και δευτερεύουσα παροχή ενέργειας.

Αυτές οι πιθανότητες δημιουργούν ανησυχίες για το ξέσπασμα ενός πολέμου. Πολλά προβλήματα μπορούν να προκληθούν στη λειτουργία πυρηνικών εγκαταστάσεων και οι υπεύθυνοι για την ασφάλεια μπορεί να απομακρυνθούν εάν τους αγγίξει η βία. Ενοπλοι μπορούν να εισβάλουν σε κάποιο εργοστάσιο και να απειλήσουν με σαμποτάζ. Κάποιοι μπορεί να αναζητήσουν εκεί καταφύγιο, δημιουργώντας ακόμα μεγαλύτερους κινδύνους. Ολα αυτά τα σενάρια μπορεί να οδηγήσουν σε μόλυνση από ραδιενέργεια. Κανείς δεν πρόκειται να κερδίσει από αυτό, αλλά πρέπει να περιμένουμε το αναπάντεχο. Με δεδομένες τις συνθήκες και την πιθανότητα ενός πολέμου, καλό θα είναι να προετοιμαστούμε για το χειρότερο.

Ο Μπένετ Ράμπεργκ ήταν πολιτικός αναλυτής στο γραφείο πολιτικοστρατιωτικών υποθέσεων του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών επί προεδρίας Τζορτζ Μπους (πατέρα)