Κατά 62% μειώθηκαν τα ποσοστά παιδικής θνησιμότητας στην Ελλάδα από το 1990 μέχρι το 2012, σύμφωνα με την έκθεση της UNICEF για την «κατάσταση των παιδιών στον κόσμο το 2014» που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα. Το 1990 καταγράφονταν στη χώρα μας 13 θάνατοι ανά 1.000 νεογνά, ενώ το 2012 ο αριθμός των θανάτων μειώθηκε στους 5.

Αντίστοιχη πρόοδος παρατηρείται και σε άλλες χώρες και αυτό οφείλεται, σύμφωνα με την έκθεση, στη διάδοση των εμβολιασμών. Παρά τις βελτιώσεις το 2012 πέθαναν 6,6 εκατομμύρια παιδιά κάτω των πέντε ετών και πολλά άλλα βρίσκονται σε μειονεκτική θέση στις χώρες τους.

Σε παλαιότερη έκθεσή της ειδικά για την Ελλάδα η UNICEF ανέφερε το 2011 ότι 465.000 παιδιά στη χώρα μας ζουν σε συνθήκες φτώχειας. Σε αρκετά από αυτά τα νοικοκυριά οι γονείς δήλωναν αδυναμία να παρέχουν στο παιδί τους διατροφή που να περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κρέας, ψάρι, κοτόπουλο ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας. Μάλιστα σε 9,2% έφτανε το ποσοστό των παιδιών που ζούσαν σε νοικοκυριά στα οποία δεν εργαζόταν κανένας. Μεταξύ των ετών 2010 και 2011 οι ερευνητές διαπίστωναν αύξηση κατά 58% στην παραβατικότητα των ανηλίκων.

Στην τελευταία έκθεσή της για την κατάσταση των παιδιών παγκοσμίως η UNICEF διαπιστώνει παραβιάσεις των δικαιωμάτων των παιδιών σε αρκετές χώρες. Υπολογίζεται ότι 15% των παιδιών του κόσμου απασχολείται σε εργασίες και πέφτει θύμα οικονομικής εκμετάλλευσης. Το 11% των κοριτσιών παντρεύονται πριν από τα 15 τους έτη και η γέννηση των πιο φτωχών παιδιών είναι πιθανό να γίνεται υπό αντίξοες συνθήκες, χωρίς την παρουσία ειδικευμένου προσωπικού. Εντονες είναι και οι ανισότητες μεταξύ των δύο φύλων. Συγκεκριμένα στο Τσαντ για κάθε 100 αγόρια που εισέρχονται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση αντιστοιχούν 44 κορίτσια.

«Η καταγραφή καθιστά τα παιδιά ορατά. Τα στοιχεία από μόνα τους δεν αλλάζουν τον κόσμο. Επιτρέπουν όμως την αλλαγή μέσα από τον προσδιορισμό των αναγκών και της μέτρησης της προόδου», αναφέρουν οι συντάκτες της έκθεσης.