«Τζίμης ο τίγρης» (1966): Προσπαθώντας να επιβιώσει επιδεικνύοντας τη δύναμή του σε αυτοσχέδιες παραστάσεις στον δρόμο, ένας περιοδεύων παλαιστής, γνωστός ως Τζίμης ο Τίγρης, βρίσκεται διπλά απολογούμενος σε οικογένεια και Αστυνομία ύστερα από μια μοιραία συνάντηση με μια γερμανίδα τουρίστρια. Η δεύτερη μικρού μήκους ταινία του Βούλγαρη είναι «η πρώτη επιτυχημένη προσπάθεια δημιουργίας ενός ελληνικού νεορεαλισμού», κατά τον Βασίλη Ραφαηλίδη. Εδώ και η καλύτερη εμφάνιση του Σπύρου Καλογήρου.
«Το προξενιό της Αννας» (1972): Η Αννα (Βαγενά), ψυχοκόρη μιας αθηναϊκής οικογένειας μικροαστών, προορίζεται για νύφη του συντοπίτη της Κοσμά (Σταύρος Καλάρογλου). Συναντιούνται και περνούν μαζί την Κυριακή τους. Τα αφεντικά τής Αννας προκειμένου να μη χάσουν τις υπηρεσίες της αλλάζουν γνώμη, ασκώντας της ψυχολογική πίεση. Η Αννα ξαναγυρίζει στη μίζερη ζωή της. Και ο Βούλγαρης σχολιάζει με οξύτητα τις σχέσεις υποταγής και εξουσίας, αναλύοντας τον μικροαστικό περίγυρο των αρχών της δεκαετίας του «70.
«Ησυχες μέρες του Αυγούστου» (1991): Τρεις ιστορίες που διαδραματίζονται κατά τον μήνα Αύγουστο, όταν η Αθήνα είναι μια άδεια και πυρωμένη πόλη. Στην πρώτη, συνταξιούχος ναυτικός περιθάλπει με τις ευλογίες της συζύγου του μια δυστυχισμένη μεσήλικη γυναίκα, στη δεύτερη, δύο άγνωστες μεταξύ τους φωνές ερωτοτροπούν κάθε απόγευμα τηλεφωνικά. Και στην τρίτη, μια γηραιά κυρία συνδέεται φιλικά με μια νεότερή της γειτόνισσα και όταν διαπιστώνει πως την έχει εξαπατήσει αρνείται να την καταγγείλει.

«Ολα είναι δρόμος» (1998): Και πάλι ένα σπονδυλωτό φιλμ. Τρεις ιστορίες με κοινό παρονομαστή. Ενας αρχαιολόγος αναζητά τους φίλους και συναδέλφους του γιου του που αυτοκτόνησε στον στρατό πριν από έναν χρόνο. Μια ομάδα ορνιθολόγων πηγαίνει στο Δέλτα του Εβρου με τη βοήθεια ενός ηλικιωμένου θηροφύλακα. Και ένας μεσήλικος κατεδαφίζει πάνω στο μαράζι του το επαρχιακό σκυλάδικο «Βιετνάμ»: Και αυτή την ιστορία μόνο να είχε φιλμάρει, ο Βούλγαρης θα είχε περάσει στο πάνθεον του Ελληνικού Σινεμά.