Ανανεωμένες εντάσεις έφεραν στον κυβερνητικό συνασπισμό της Ανγκελα Μέρκελ οι εκλογές στη Βαυαρία, το καμπανάκι στα τελευταία μέτρα του προεκλογικού αγώνα. Ο θρίαμβος του χριστιανοκοινωνιστή Χορστ Ζεεχόφερ που ανέκτησε την απόλυτη πλειοψηφία στο Μόναχο, σκιάστηκε από την κατάρρευση των Φιλελευθέρων που έμειναν εκτός της τοπικής Βουλής. Οι Φιλελεύθεροι προσπαθούν να κρατηθούν στην επιφάνεια με το σύνθημα: «Οποιος θέλει καγκελάριο τη Μέρκελ ψηφίζει FDP». Αλλά οι Χριστιανοδημοκράτες, παρά τον κίνδυνο που αντιμετωπίζουν εφόσον μείνουν εκτός Μπούντεσταγκ την ερχόμενη Κυριακή οι κυβερνητικοί εταίροι τους, δεν δείχνουν διατεθειμένοι να τους βοηθήσουν.

«Δεν υπάρχει προεκλογική εκστρατεία της Μέρκελ. Ο καθένας αγωνίζεται για τις δικές του ψήφους», δήλωσε ο αρχηγός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του CDU Φόλκερ Κάουντερ, σχολιάζοντας την επισήμανση του ΓΓ των Φιλελευθέρων, Πάτρικ Ντέρινγκ, ότι «ο μαυροκίτρινος συνασπισμός μπορεί και πάλι να εκλεγεί με μια επιδέξια κατανομή της ψήφου». Ο επικεφαλής των Φιλελευθέρων Φίλιπ Ρέσλερ περιέγραψε τα αποτελέσματα στη Βαυαρία ως «κλήση αφύπνισης» για το κόμμα του και κάλεσε τους ψηφοφόρους να το υποστηρίξουν μέσω της αποκαλούμενης «δεύτερης ψήφου» –βάσει του γερμανικού εκλογικού συστήματος, η πρώτη ψήφος του ψηφοφόρου είναι υπέρ ενός υποψηφίου και η δεύτερη υπέρ ενός κόμματος. «Η δεύτερη ψήφος είναι η ψήφος της Μέρκελ», απάντησε ξερά ο ΓΓ του CDU Χέρμαν Γκρέχε.

ΟΙ ΕΚΠΛΗΞΕΙΣ. Οι εκλογές πάντα μπορεί να κρύβουν εκπλήξεις. H ήττα των Φιλελευθέρων στη Βαυαρία αναπτέρωσε τις ελπίδες του SPD, αλλά για τους Πράσινους τα αποτελέσματα πιστοποίησαν την πτωτική εικόνα των δημοσκοπήσεων. Το μόνο αδιαμφισβήτητο όσον αφορά την ερχόμενη Κυριακή, είναι η πρωτιά της Μέρκελ. «Είναι ένα είδος προεδρικής υποψηφιότητας», είπε ο Μάνφρεντ Γκίλνερ, διευθυντής του ινστιτούτου δημοσκοπήσεων Forsa αναλύοντας στους ξένους ανταποκριτές τις βασικές τάσεις του εκλογικού σώματος. Η εξήγηση είναι πως «η Μέρκελ παρέχει στους πολίτες την ασφάλεια ότι φροντίζει για τα προβλήματά τους και με αυτήν καγκελάριο προστατεύονται στην κρίση, γιατί εγγυάται και τη σταθερότητα του νομίσματος». Οι ψηφοφόροι της Μέρκελ και του CDU έχουν αποφασίσει προ πολλού τι θα ψηφίσουν, αυτό σημαίνει ότι το CDU δεν μπορεί να υπολογίζει στους αναποφάσιστους.

Στη δεξαμενή των αναποφάσιστων ελπίζουν, αντίθετα, οι Σοσιαλδημοκράτες: πάντοτε στις εκλογές επαναπατρίζεται ένα μέρος των ψηφοφόρων του SPD, σημείωσε ο Γκίλνερ. Από τις εκλογές του 1998 όταν το SPD είχε 20 εκατ. ψηφοφόρους έπεσε στις εκλογές του 2009 στα 10 εκατ. ψηφοφόρους. Αν καταφέρει να επαναπατρίσει 5 εκατ. ψηφοφόρους, τα ποσοστά θα είναι σαφώς καλύτερα την Κυριακή από την εικόνα που έδιναν μέχρι τώρα οι δημοσκοπήσεις. «Το μεγαλύτερο πρόβλημα για το SPD είναι ότι δεν υπάρχει στη Γερμανία κλίμα αλλαγής, όπως υπήρχε στις εκλογές του 1998 με τη νίκη του Σρέντερ», διαπίστωσε ο Γκίλνερ. Σε κανέναν τομέα ο κόσμος δεν πιστεύει ότι μια κεντροαριστερή κυβέρνηση θα είχε καλύτερα αποτελέσματα από την κεντροδεξιά. Η δεύτερη αδυναμία του SPD είναι ο υποψήφιός του Πέερ Στάινμπρουκ, για τον οποίο «έχει εδραιωθεί αρνητικό προφίλ».

ΤΟ ΝΕΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ. Ενώ η «Αριστερά», με καθαρό κοινωνικό προφίλ παραμένει σταθερή, σε αδύναμο κρίκο της Κεντροαριστεράς εξελίσσονται οι Πράσινοι. Το μονοψήφιο ποσοστό στη Βαυαρία αποτυπώνει την καθοδική πορεία του κόμματος που είχε ξεπεράσει την άνοιξη του 2011, έπειτα από το πυρηνικό δυστύχημα στη Φουκουσίμα, το 20%. Το πραγματικά νέο στοιχείο των εκλογών είναι η Εναλλακτική για τη Γερμανία. Το αντιευρώ κόμμα ιδρύθηκε τον Φεβρουάριο, σε μια περίοδο που οι Γερμανοί έχουν συμφιλιωθεί με το ευρώ. Οταν οι Γερμανοί δεν ήθελαν το ευρώ, το Κόμμα του Μάρκου είχε πάρει στις εκλογές του 1998 μόλις 0,9%. Ως εκ τούτου, ένα καθαρό αντιευρώ κόμμα δεν έχει καμία προοπτική. Εχει όμως μια δυναμική να καλύψει «το λανθάνοντα ακροδεξιό λαϊκιστικό, έως εξτρεμιστικό φάσμα», επισήμανε ο Γκίλνερ. Οι υποστηρικτές του είναι κατά κανόνα ευκατάστατοι αλλά με μεγάλες υπαρξιακές αγωνίες και ευάλωτοι σε θεωρίες συνωμοσίας.