Μια σκληρή παρτίδα στη διπλωματική σκακιέρα ανάμεσα στη Δύση και στη Ρωσία και οι έντονες στρατιωτικές διεργασίες στο παρασκήνιο δίνουν το στίγμα της νέας φάσης στην οποία εισήλθε η συριακή κρίση μετά την επίθεση με χημικά όπλα σε προάστιο της Δαμασκού. Οι επιθεωρητές του ΟΗΕ κατόρθωσαν χθες να επισκεφθούν για πρώτη φορά νοσοκομεία στη συνοικία Μουανταμίγια της συριακής πρωτεύουσας όπου σημειώθηκε την περασμένη Τετάρτη η επίθεση, να μιλήσουν με θύματα και να συγκεντρώσουν δείγματα από το αίμα τους. Στο διπλωματικό πεδίο, η χθεσινή ημέρα είχε μια 30λεπτη συνομιλία ανάμεσα στον Βλαντίμιρ Πούτιν και στον Ντέιβιντ Κάμερον, με τον ρώσο Πρόεδρο να καλεί τις δυτικές δυνάμεις να μην αναλάβουν στρατιωτική δράση κατά της Δαμασκού καθώς δεν υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι το καθεστώς εξαπέλυσε επίθεση με χημικά όπλα. Ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ ξεκαθάρισε πάντως ότι αν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους επιτεθούν στη Συρία, η χώρα του δεν θα εμπλακεί σε πόλεμο με κανέναν. Ο ίδιος ο πρόεδρος Ασαντ, σε συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε χθες στην εφημερίδα «Ισβέστια», χαρακτήρισε παράλογες τις κατηγορίες της αντιπολίτευσης ότι βομβάρδισε με χημικά όπλα συνοικίες της Δαμασκού με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 1.300 άνθρωποι.

Ο βρετανός Πρωθυπουργός θα αποφασίσει σήμερα αν θα ανακαλέσει το Κοινοβούλιο από τις διακοπές του προκειμένου να εξετάσει την ανάγκη στρατιωτικής δράσης. Ο γάλλος υπουργός Εξωτερικών Λοράν Φαμπιούς, από την πλευρά του, δήλωσε στο γαλλικό ραδιόφωνο ότι όλες οι επιλογές είναι ανοιχτές, με εξαίρεση μία: «Να μη γίνει απολύτως τίποτα».

Τα διλήμματα του Ομπάμα

Ο Μπαράκ Ομπάμα δεν μπορεί να κλείνει πλέον τα μάτια στη συριακή κρίση: κατά μία έννοια, η χημική επίθεση στη Δαμασκό έδεσε τα χέρια του αμερικανού Προέδρου. Αν και οι αναλυτές διχάζονται ως προς τα περιθώρια, τον τρόπο και την αποτελεσματικότητα μιας επέμβασης, είναι σαφές ότι για την Ουάσιγκτον δεν αρκεί πια μια φραστική καταδίκη του γεγονότος ότι ο Μπασάρ αλ Ασαντ πέρασε την «κόκκινη γραμμή» που είχε χαράξει ο Λευκός Οίκος.

Αν η επέμβαση πραγματοποιηθεί τελικά, όπως όλα δείχνουν έως σήμερα, η άτυπη κωδική ονομασία της θα μπορούσε να είναι «Τόμαχοκ»: το Πεντάγωνο προσανατολίζεται σε μια επίθεση με πυραύλους από θαλάσσης, καθώς αυτή τη στιγμή φαίνεται να είναι η λύση που δεν θα εμπλέξει τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μια μακροχρόνια σύγκρουση με υψηλό κόστος και ανυπολόγιστες συνέπειες. Φαίνεται, επίσης, ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να περιοριστούν στον επικουρικό ρόλο που είχαν αναλάβει στην περίπτωση της Λιβύης, όταν τα ηνία της επίθεσης κρατούσαν οι Γάλλοι και οι Βρετανοί. Ο Μπαράκ Ομπάμα εξακολουθεί να δείχνει, πάντως, ότι θα αναλάμβανε με σχετική απροθυμία τον ρόλο του στρατάρχη μιας στρατιωτικής επιχείρησης που δεν θα έχει την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Εάν φορέσει τελικά τη στολή του, θα γίνει ο τρίτος κατά σειρά αμερικανός Πρόεδρος που θα ηγηθεί μιας τέτοιας επιχείρησης.
Η στροφή της Γερμανίας

«Ναι υπό προϋποθέσεις» έγινε μέσα σε 24 ώρες το προχθεσινό «όχι» του Βερολίνου στο ενδεχόμενο στρατιωτικής επέμβασης στη Συρία. Την Κυριακή εκπρόσωπος της Ανγκελα Μέρκελ εξέφραζε την πίστη της κυβέρνησης σε μια «πολιτική λύση». Χθες, Δευτέρα, ο εκπρόσωπος πραγματοποίησε θεαματική στροφή δηλώνοντας ότι η Καγκελαρία θα υποστήριζε μια διεθνή επιχείρηση στη Συρία αν αποδειχθεί ότι καθεστώς Ασαντ έχει κάνει πράγματι χρήση χημικών όπλων κατά των αντιπάλων του και αμάχων. «Εάν οι επιθεωρητές επιβεβαιώσουν τη χρήση χημικών το καθεστώς θα πρέπει να τιμωρηθεί», ήταν η δήλωση του εκπροσώπου που απάλλαξε την Ουάσιγκτον από έναν πονοκέφαλο και κάνει το μέτωπο της Δύσης πλέον να εμφανίζεται αρραγές απέναντι στον Ασαντ και στους βασικούς συμμάχους του, δηλαδή την Τεχεράνη, τη Μόσχα και το Πεκίνο. Δεν είναι πάντως η πρώτη φορά που το Βερολίνο εμφανίζεται επιφυλακτικό απέναντι στο ενδεχόμενο στρατιωτικής επέμβασης. Τον Μάρτιο του 2011, τα γαλλικά και τα βρετανικά μαχητικά άρχισαν να βομβαρδίζουν τις θέσεις των καθεστωτικών στη Λιβύη χωρίς τη συγκατάθεση της κυβέρνησης Μέρκελ. Η αρχική άρνηση του Βερολίνου στο θέμα της Συρίας δεν είναι άσχετη με τις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου. Σύμφωνα με το «Σπίγκελ», μια στρατιωτική επέμβαση μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την επανεκλογή της Μέρκελ. Ο υποψήφιος καγκελάριος των Σοσιαλδημοκρατών Πέερ Στάινμπρουκ παίζει, εξάλλου, ένα από τα τελευταία του χαρτιά στο «όχι».

Ο ελιγμός της Ρωσίας

Σε εμφανώς πιο ήπιους τόνους από τους συνήθεις λεονταρισμούς και τις κάθετες αρνήσεις στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ κινείται η Μόσχα. Η ρωσική κυβέρνηση έχει εκφράσει την αντίθεσή της στο ενδεχόμενο μονομερούς επέμβασης. Δεν ξεπερνά ωστόσο το όριο της απλής διαφωνίας.

Η προχθεσινή προειδοποίηση για τις καταστροφικές συνέπειες που σύμφωνα με το Κρεμλίνο θα είχε μια επέμβαση στη Συρία και στην ευρύτερη περιοχή, συνοδεύτηκε σήμερα από μια διευκρίνιση: η Ρωσία δεν πρόκειται να εμπλακεί σε πόλεμο με κανέναν.

Ουσιαστικά, η Μόσχα άφησε «ξεκρέμαστο» τον Μπασάρ αλ Ασαντ καθιστώντας σαφές ότι θα αρκεστεί σε ρόλο παρατηρητή σε περίπτωση που η Ουάσιγκτον κινηθεί μονομερώς με τους συμμάχους της κατά του καθεστώτος.

Το τελευταίο χαρτί που παίζει η Μόσχα για να προφυλάξει το καθεστώς Ασαντ είναι η έλλειψη αποδείξεων ως προς τον δράστη της χημικής επίθεσης στο προάστιο της Δαμασκού, από την οποία έχουν χάσει διαπιστωμένα τη ζωή τους 355 άνθρωποι.

Ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών κατηγόρησε τη Δύση ότι υποκαθιστά στον ρόλο τους τόσο τους επιθεωρητές όσο και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Επικαλέστηκε επίσης το Διεθνές Δίκαιο τονίζοντας ότι μια επέμβαση χωρίς την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας θα συνιστούσε κατάφωρη παραβίασή του. Η Μόσχα ευελπιστεί ότι σε αυτή την περίπτωση, η επίκληση στη νομιμότητα θα λειτουργήσει σαν τείχος προστασίας για τον Μπασάρ αλ Ασαντ.

Η αυτοψία του ΟΗΕ

Ο φόβος ήταν ότι δεν προλαβαίνουν πια, ότι ο χρόνος έχει παρέλθει και οι ενδείξεις από ενδεχόμενη επίθεση με χημικά όπλα δεν είναι πλέον αξιόπιστες. Οι επιθεωρητές του ΟΗΕ, με επικεφαλής τον σουηδό καθηγητή Ακε Σέλστρομ, κατόρθωσαν όμως χθες να λάβουν δείγματα από το αίμα των θυμάτων στη Μουανταμίγια, μία από τις τέσσερις συνοικίες της Δαμασκού που τα χαράματα της περασμένης Τετάρτης δέχθηκαν επίθεση με νευροπαραλυτικά όπλα.

«Βρισκόμαστε στο τζαμί Ράουντα και βλέπουμε τους τραυματίες», είπε στο πρακτορείο Ρόιτερ ένα μέλος της ομάδας, ο γιατρός Αμπού Καράμ. Νωρίτερα, ένα αυτοκίνητο της πομπής των επιθεωρητών είχε δεχθεί πυρά από ελεύθερους σκοπευτές. Η κρατική τηλεόραση απέδωσε την επίθεση σε «τρομοκράτες», ενώ η αντιπολίτευση κατήγγειλε ότι δράστες ήταν άνθρωποι του καθεστώτος.

Μέλη του Ελεύθερου Συριακού Στρατού και του Τοπικού Συμβουλίου της αντιπολίτευσης συνόδευσαν τους επιθεωρητές κατά την περιοδεία τους στην περιοχή. Ενας ακτιβιστής της αντιπολίτευσης δήλωσε ότι στην περιοχή είχε συγκεντρωθεί πλήθος που εξέφραζε στους επιθεωρητές τα παράπονά του. Οι επιθεωρητές επέστρεψαν στη συνέχεια στο ξενοδοχείο τους. Και σε μία ώρα, ο βομβαρδισμός της Μουανταμίγια ξανάρχισε…

Οι επιθεωρητές αναμένεται να επισκεφθούν σήμερα και δεύτερη από τις πληγείσες συνοικίες, ενώ θα προσπαθήσουν να λάβουν δείγματα και από τον ιστό των θυμάτων.

Το προβάδισμα της Τουρκίας

Αυτήν τη στιγμή, είναι μία από τις λίγες βεβαιότητες: σε περίπτωση στρατιωτικής επέμβασης, η Τουρκία θα είναι ένας από τους βασικούς παίκτες –μια πληροφορία μάλιστα θέλει την περιφερειακή στρατιωτική υπερδύναμη να τίθεται επικεφαλής της συμμαχίας που θα επιτεθεί στη Συρία. Εκπρόσωπος της Τουρκίας συμμετείχε στο άτυπο πολεμικό συμβούλιο που πραγματοποιήθηκε εν κρυπτώ στο Αμμάν. Στην ιορδανική πρωτεύουσα συμμετείχαν επίσης εκπρόσωποι των Ηνωμένων Πολιτειών, της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Γερμανίας, του Καναδά, της Σαουδικής Αραβίας, του Κατάρ και φυσικά της Ιορδανίας. Ο στόχος της συνάντησης είναι ένας κοινός σχεδιασμός, αλλά και τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν ώστε να αποκλειστεί και η παραμικρή πιθανότητα επίθεσης με χημικά στην Τουρκία και την Ιορδανία.

ΑΝΗΣΥΧΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ. Εάν οι δύο γειτονικές στη Συρία χώρες ανησυχούν για τα χημικά, η Κύπρος ανησυχεί για το ενδεχόμενο χρήσης των βρετανικών βάσεων του νησιού για την επέμβαση. Κατά της επέμβασης τάχθηκε το ΑΚΕΛ, εκπρόσωπος του οποίου έκανε λόγο για τυχοδιωκτική ενέργεια, αλλά και το ΕΔΕΚ που χαρακτήρισε παράνομη τη χρησιμοποίηση των βρετανικών βάσεων ως ορμητηρίου. Ο γραμματέας του κόμματος Δημήτρης Παπαδάκης τόνισε ότι μια τέτοια ενέργεια θα εμπλέξει την Κύπρο σε περιπέτειες και κάλεσε την κυβέρνηση Αναστασιάδη να στείλει το σχετικό μήνυμα σε Ουάσιγκτον και Λονδίνο.