Ο βρετανός πολιτικός Ινοχ Πάουελ διατύπωσε μια αλήθεια λέγοντας ότι «όλες οι πολιτικές καριέρες τελειώνουν στην αποτυχία». Μόνο που στην περίπτωση του Ακη Τσοχατζόπουλου η αλήθεια ισχύει καθ’ υπερβολήν, αφού η κατάληξη είναι στη φυλακή. Η χθεσινή απολογία ενός πολιτικού που ήταν κάποτε ένας από τους ισχυρούς άνδρες του ΠΑΣΟΚ μόνο θλίψη μπορεί να προκαλέσει. Και δυσάρεστους παραλληλισμούς με άλλα πρόσωπα της ίδιας εποχής που έφυγαν από το προσκήνιο αλλά και από τη ζωή νωρίτερα. Είναι η περίπτωση του Μένιου Κουτσόγιωργα που έσβησε κατά κυριολεξίαν στο δικαστήριο, στην υπόθεση Κοσκωτά. Αυτά προ 25ετίας.
Ο Τσοχατζόπουλος επιχείρησε να εμπλέξει και άλλους. Μόνο που η στρατηγική αυτή αποδείχθηκε άσφαιρη. Οι κατηγορίες και οι υπαινιγμοί του για αυτούς που συναποφάσισαν την αγορά των υποβρυχίων στο ΚΥΣΕΑ επί διακυβέρνησης Σημίτη δεν μπόρεσαν να επεκταθούν σε στοιχεία που να αποδεικνύουν πλουτισμό. Αν τα συμφέροντα της χώρας απαιτούσαν, όντως, τον εξοπλισμό της με υποβρύχια –ιδίως μετά το μείζον επιχειρησιακό φιάσκο των Ιμίων -, γιατί έπρεπε να δοθούν μίζες; Εκεί που ο Ακης αγγίζει κάποιες ευαίσθητες χορδές είναι στην προφυλάκιση της δεύτερης συζύγου του και της κόρης του, τη στιγμή που αμφότερες είναι μητέρες. Πρόκειται, ομολογουμένως, για σκληρές αποφάσεις –αλλά αυτή είναι η κληρονομία της φυγής Χριστοφοράκου το 2008 για όλους όσοι έμπλεξαν σε αντίστοιχες δικαστικές περιπέτειες έκτοτε.
Ο Τσοχατζόπουλος ζητάει λοιπόν τα ρέστα, ενώ η κοινή γνώμη πληροφορείται ποσά που σκανδαλίζουν. Και επιμένει ότι επιχειρήθηκε η πολιτική του εξόντωση. Μάλιστα! Στην πραγματικότητα, η υπόθεσή του παραλίγο να οδηγήσει στην εξόντωση μιας παράταξης. Το ΠΑΣΟΚ είχε ήδη πάρει –ελέω Μνημονίου –την κατιούσα την άνοιξη του 2012, αλλά η ιστορία του Ακη, των σπιτιών και των λογαριασμών του παραλίγο να στείλει το κατεξοχήν κόμμα εξουσίας της Μεταπολίτευσης στα τάρταρα της πολιτικής. Ισως γιατί οι πολίτες θυμήθηκαν ότι η εξουσία φθείρει και στην περίπτωση Τσοχατζόπουλου η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα.